Οι μαγκιές, οι «ποικιλίες» και τα μπλαζέ υφάκια, δίνουν κούπα μόνο στα μονάκια στις μπασκέτες της γειτονιάς. Δεν χρειάζεται να είσαι απαραίτητα φίλος του Ολυμπιακού για να χαρείς με αυτό που κατάφερε η ομάδα στο Λονδίνο - αν δεν είσαι βαθιά κολλημένος, δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις αυτό το κατόρθωμα. Μια ομάδα με μικρότερο μπάτζετ από τους άλλους τρεις του final-four, με λιγότερο έμπειρο προπονητή, χωρίς NBAers (με εξαίρεση τον Πάουελ, που λέει ο λόγος...), με - θεωρητικά - μικρότερο κίνητρο από τη Ρεάλ που είχε πολλά χρόνια να πάρει κούπα, με την ΤΣΣΚΑ να θέλει εκδίκηση για τα περσινά, χωρίς παίκτες - σταρ με εξαίρεση τον Σπανούλη, με τους δυο ξένους που προστέθηκαν στην πορεία της χρονιάς να μην βοηθούν - ο Πάουελ τουλάχιστον ήταν καλός με την Εφές αλλά άφαντος στο final-four, ο Γκρίφιν ήταν τόσο καλός που προτιμήθηκε ο Κατσίβελης.

Η ομάδα του Ολυμπιακού όμως, πέρα από όλα τα «μείον» έναντι των ανταγωνιστών της, είχε ένα μεγάλο «συν»: ήταν ομάδα Αντρική. Χωρίς φρου-φρου κι αρώματα, χωρίς να ηλεκτρίζονται οι παίκτες του σε κάθε επαφή σαν τον Ναβάρο και τον Τεόντοσιτς, χωρίς να καταφεύγει σε ύπουλα χτυπήματα όπως έκαναν στο τέλος οι Μαδριλένοι, χωρίς να «παρακαλάει» για κανένα διαιτητικό κουκούτσι, έμεινε προσηλωμένη στο πλάνο του Μπαρτζώκα και στα 80 λεπτά του final-four. Με την ΤΣΣΚΑ έκανε το τέλειο παιχνίδι αμυντικά, με τη Ρεάλ το τέλειο επιθετικά - γι’ αυτό και οι Ρώσοι στέναξαν να περάσουν τους 50 πόντους, γι’ αυτό και στους Ισπανούς έβαλε 100.

Ο Ολυμπιακός έφτασε στο ριπίτ, διότι είχε δουλέψει και είχε ετοιμαστεί επαρκώς γι’ αυτά τα δυο ματς και ακολούθησε κατά γράμμα το πλάνο του, είτε προηγούνταν με 20, είτε έχανε κάποια στιγμή με 17. Οι αντίπαλοι, όχι. Η ΤΣΣΚΑ πιπίλισε την καραμέλα της εκδίκησης, αλλά έπαιξε στον ημιτελικό σαν ομάδα κοριτσιών και όχι ανδρών - στον μικρό τελικό, όπου η μπάλα δεν έκαιγε, είδατε τι ωραία που έμπαιναν όλα; Η Μπαρτσελόνα νικήθηκε από την απουσία του Μάικλ, την σχεδόν απουσία του Τζαουάι και το μικρό βάθος του πάγκου της. Και η Ρεάλ την πάτησε όπως ο Ολυμπιακός το 1994 και το 1995, όταν «άδειασε» στον εμφύλιο του ημιτελικού και δεν είχε ενέργεια και συγκέντρωση στον τελικό.

Πολλά μπράβο στον Μπαρτζώκα, τον πρώτο Έλληνα προπονητή που παίρνει Ευρωλίγκα και μην ακούσω καμιά βλακεία ότι «το πήρε με την ομάδα του Ίβκοβιτς», γιατί αν είναι έτσι και ο Ίβκοβιτς το 1997 «το πήρε με την ομάδα του Ιωαννίδη». Δικό του, ολόδικό του είναι του Μπαρτζώκα, που απέδειξε ότι υπάρχει ζωή και μετά τους σπουδαίους Σέρβους προπονητές, ότι οι Έλληνες δεν είναι μόνο για τον Κολοσσό, το Μαρούσι και το Περιστέρι, ότι οφείλουμε να τους πιστέψουμε και να τους στηρίξουμε όπως η Μπαρτσελόνα στηρίζει τόσα χρόνια τον Πασκουάλ κι ότι το βαρύ βιογραφικό του κάθε Μεσίνα, Μπλατ ή Μαχμούτι ούτε επιτυχίες εγγυάται, ούτε κίνητρο, ούτε φρέσκιες ιδέες. Και σε ορισμένες περιπτώσεις ούτε καν οργανωμένο μπάσκετ, αλλά παιχνίδι παιδικής χαράς. Εκεί όπου ο Μίλος ο Τεόντοσιτς δεν θα έχανε ποτέ ούτε ένα μονάκι...

Πηγή: SportDay.gr