Απ’ τον Τίτο στον Τάτα, με όλο τον συναισθηματισμό που φυσιολογικά μεσολαβεί λόγω της ανείπωτης ταλαιπωρίας του απερχόμενου, η Μπαρτσελόνα σώθηκε. Σώθηκε, από άλλη μία χρονιά λειτουργίας «στον αυτόματο». Λειτουργίας, απλώς απ’ την κεκτημένη ρουτίνα ετών. Αντιλαμβάνομαι πόσο σκληρό είναι να σκέπτεται κανείς έτσι, ωστόσο η πραγματικότητα συνήθως είναι σκληρή. Και αυτό, από τι γλιτώνει η Μπαρτσελόνα, είναι μία πραγματικότητα.

Η δουλειά δεν γινόταν να προχωρήσει έτσι. Κανένα πλοίο, ακόμη και το πιο εξελιγμένο, δεν νοείται να επαφίεται ότι θα ταξιδέψει με την προτέρα ταχύτητα. Δίχως αξιόπιστο χέρι μέρα-νύχτα στο πηδάλιο, δεν θα πάει μακρυά. Σίγουρα, δεν θα φτάσει στον απώτατο προορισμό. Κι όμως, έτσι ετοιμάζονταν να πλεύσουν. Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Όπως πέρυσι. Με τον Βιλανόβα, όταν ο Βιλανόβα δεν θα μπορεί με τον δύστυχο Ρόουρα, και λίγο με τον Ρουμπί ή τον Αλτιμίρα, και πάει λέγοντας. Δεν άρμοζε στη Μπαρτσελόνα. Με τον ασίσταντ, και με τον ασίσταντ του ασίσταντ, και με τον ανθυποασίσταντ.