Το εθνικό μας κουσούρι είναι γνωστό: δεν φταίμε ποτέ και για τίποτα. Και φυσικά ο Παναθηναϊκός δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Κάποιοι δείχνουμε την οικογένεια, κάποιοι την πολυμετοχικότητα, όλοι μαζί τον Ολυμπιακό και κάποιοι βρίσκουμε και το κουράγιο να κοιταχτούμε στον καθρέφτη. Η αλήθεια, όπως κατά κανόνα συμβαίνει, περιλαμβάνει λίγο από όλα.

Ας αφήσουμε στην άκρη τους Ολυμπιακούς. Αυτοί τη δουλειά τους έκαναν. Αλλά όταν οι Κόκκαλης και ο Μητρόπουλος βάλθηκαν να σχεδιάσουν την επίθεση τους είχαν κάποια δεδομένα. Και το βασικότερο ήταν η διαπίστωση πως οι Βαρδινογιάννηδες είχαν όρια στις πράξεις και τις αποφάσεις τους. Απόδειξη η στάση τους στο τεράστια οικονομικό θέμα που ανέκυψε λόγω Κοσκωτά.

Δεν έκαναν τίποτα για να εμποδίσουν ή να περιορίσουν τις χαριστικές ρυθμίσεις χάρη στις οποίες προστατεύτηκε ο Ολυμπιακός και δόθηκε η δυνατότητα να περάσει στα χέρια του Κόκκαλη. Άρα δεν θα έφταναν σε πόλεμο για το ποδόσφαιρο.

Το 1996 υπήρξε σταθμός για τον Παναθηναϊκό. Είχε φτάσει κοντά στο όνειρο, ένα δεύτερο Γουέμπλεϊ. Εκείνο που χρειαζόταν η ομάδα ήταν να ενισχυθεί και να διατηρήσει τη δυναμική της στην Ευρώπη. Αντί για αυτό επιτράπηκε η αποδυνάμωση της. «Χάθηκαν» ο Δώνης και ο Μπορέλι που μαζί με τον Βαζέχα ήταν τα βασικά όπλα της. Προφανώς η άποψη που επικράτησε ήταν πως «το μοναστήρι να είναι καλά» -νοοτροπία η οποία καθόριζε ως τότε τον τρόπο διοίκησης του Παναθηναϊκού από τον Καπετάνιο.

Αλλά την ίδια ώρα, στο διπλανό γραφείο που λέει ο λόγος, οι Γιαννακόπουλοι ανέβαζαν χρόνο με τον χρόνο τον πήχυ στον μπασκετικό Παναθηναϊκό. Και οι οπαδοί, που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι οι νίκες, φυσικό ήταν να κάνουν τη σύγκριση, που λογικά απέβαινε υπέρ των Γιαννακόπουλων και οδήγησε και στη γέννηση του συνθήματος που κυριάρχησε επί μία δεκαετία στις εξέδρες των γηπέδων του ΟΑΚΑ.

Θέλω να πιστεύω ότι σήμερα που ο Καπετάνιος θα ξανασκέφτεται κάποιες στιγμές πώς ξεκίνησε και πώς κατέληξε η περιπέτεια της οικογένειας του με τον Παναθηναϊκό, θα έχει αναρωτηθεί πού έσφαλε και γιατί. Και πιστεύω ότι θα την έχει βρει την απάντηση. Δεν έκανε αυτό που έκαναν οι Γιαννακόπουλοι. Δεν προστάτευσε την ομάδα και τον εαυτό του.

Ο Παύλος και ο Θανάσης εμπιστεύτηκαν τα πάντα στον Ομπράντοβιτς και ξάπλωσαν στις προεδρικές καρέκλες απολαμβάνοντας τους καρπούς της επένδυσης τους. Ο Καπετάνιος δεν βρήκε -ή μάλλον δεν θέλησε να βρει- τον δικό του Ομπράντοβιτς. Που δεν ήταν υποχρεωτικό να είναι προπονητής. Θα μπορούσε να είναι ο «αντ΄ αυτού». Μια αξιόπιστη περίπτωση Φιλιππίδη, με δυο λόγια. Κάποιο πρόσωπο γενικής παναθηναϊκής αποδοχής που θα λειτουργούσε ως ένα είδος ασπίδας για την οικογένεια.

Γιατί στο μεταξύ χρήματα έμπαιναν στην ομάδα. Και μάλιστα τόσα ώστε μέχρι και θαύματα θα μπορούσαν να γίνουν αν εκείνοι που τα διαχειρίζονταν ήξεραν πώς να τα χρησιμοποιήσουν. Δεν ήξεραν, δεν ήθελαν, τι ακριβώς συνέβαινε δεν μπορώ να το ξέρω, αλλά από ένα σημείο και μετά ο τρόπος διαχείρισης του έμψυχου δυναμικού της ομάδας μόνο από ψυχίατρους θα μπορούσε να εξηγηθεί.

Μετά την τραγική απώλεια του Κυράστα -καθοριστικό γεγονός κι αυτό για την πορεία του Παναθηναϊκού- ο μοναδικός πραγματικά αξιόλογος προπονητής υπήρξε ο Μαρκαριάν. Το 2002 μάς έφτασε στους προημιτελικούς του Champions League (ακόμη «βλέπω» εκείνο το τελευταίο σουτ του Βλάοβιτς με την Μπαρτσελόνα) και το 2005 στους ημιτελικούς του UEFA με την Πόρτο του Μουρίνιο που την είχαμε κερδίσει μάλιστα στο γήπεδο της. Εκείνο που θυμάμαι επίσης από τον Μαρκαριάν ήταν την επίμονη προσπάθεια του να αποκτήσει η ομάδα ένα «10άρι», που όμως δεν έγινε ποτέ.

Ούτε, όμως, οι διεθνείς επιτυχίες απέδωσαν, ούτε το νταμπλ επί Τζίγγερ βελτίωσε την κατάσταση. Η διοικητική ανεπάρκεια και ανευθυνότητα είχε διαβρώσει τα θεμέλια της ομάδας. Αντί οι διοικούντες -και ιδιαίτερα εκείνος ο τραγικός Φιλιππίδης- να προστατεύουν τους παίκτες και να ενισχύουν την ενότητα της ομάδας έκαναν το ακριβώς αντίθετο. Τη θεσούλα τους και τα συμφέροντα τους κοίταζαν να διαφυλάξουν και για τα άλλα καρφάκι δεν τους καιγόταν.

Η συνέχεια ήταν αναπόφευκτη. Παίκτες κρίνονταν -άγνωστο από ποιους και γιατί- ακατάλληλοι για την ομάδα (Νικοπολίδης, Κωνσταντίνου), για άλλους δεν έγινε καμιά προσπάθεια να παραμείνουν (Καραγκούνης, Σεΐταρίδης) και σε άλλους υποδείχθηκε εμμέσως πλην σαφώς να τους αδειάσουν τη γωνιά (Παπαδόπουλος, Μπασινάς). Και μιλάμε για μια γενιά ποδοσφαιριστών που αν ο Παναθηναϊκός; ξαναβγάλει αντίστοιχη της θα πρέπει να τη φροντίσει και να την προστατεύσει με κάθε τρόπο.

Μια μικρή παρένθεση. Με επέκρινε κάποιος Ολυμπιακάκιας επειδή αναφέρθηκα στην κατάκτηση του Πρωταθλήματος Ευρώπης από την εθνική ομάδα και επισήμανα το γεγονός της απουσίας από αυτήν παικτών του ΟΣΦΠ. Μου υπέδειξε μάλιστα ότι την περίοδο εκείνη ο Ολυμπιακός είχε στις τάξεις του μεγάλους ξένους ποδοσφαιριστές.

Εγώ εκείνο που γνωρίζω είναι ότι ο Ολυμπιακός, από το 1996 μέχρι το 2007, είχε στις τάξεις του ποδοσφαιριστές οι οποίοι στάθηκαν ανίκανοι να κερδίσουν έστω και μία ομάδα σε επίσημο αγώνα εκτός έδρας. Στην ίδια περίοδο οι Γκουμομπασινάδες οδηγούσαν τον Παναθηναϊκό σε αλλεπάλληλες εκτός έδρας επιτυχίες και συνέβαλαν ώστε, εκτός των άλλων, να νικήσει η εθνική μας δυο φορές την Πορτογαλία μέσα στο γήπεδο της. Κλείνει η παρένθεση.

Στον Παναθηναϊκό ο έλεγχος από κάποια στιγμή και μετά είχε χαθεί. Και σε αυτό συνέβαλαν και οι οπαδοί. Καταλυτικά μάλιστα. Διότι είναι άλλο θέμα να επιζητείς καλύτερες μέρες για την ομάδα σου και τελείως άλλο να χυδαιολογείς από τις εξέδρες με τον τρόπο που συστηματικά γινόταν από κάποιους εκατοντάδες φανατικούς που υποδύονταν τους φιλάθλους και ελεεινολογούσαν σε βάρος της οικογένειας Βαρδινογιάννη. Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι η στάση της οικογένειας επηρεάστηκε αποφασιστικό από τη συμπεριφορά τους.

Δεν ξέρω αν ήταν υποκινούμενοι και εύχομαι να μην ήταν. Αλλά ότι οδήγησαν τα πράγματα εκεί που επιδίωκαν είναι βέβαιο. Ο Τζίγγερ υποχρεώθηκε να υποχωρήσει, αποδέχθηκε την πολυμετοχικότητα, αλλά η πράξη απέδειξε ότι δεν ήταν λύση. Κι αυτό γιατί δημιούργησε περισσότερα προβλήματα από όσα υποτίθεται ότι θα έλυνε. Δυο χρόνια μετά την εισροή στα ταμεία της ΠΑΕ δεκάδων εκατομμυρίων, αλλά και όσων άλλων προήλθαν από τη συμμετοχή στο Champions League, o Παναθηναϊκός βρέθηκε μ΄ ένα δυσβάσταχτο χρέος που απειλούσε να τον οδηγήσει ακόμη και στη χρεοκοπία. Πάντως εκτός Ευρώπης τον οδήγησε.

Τι έγινε και τι έφταιξε μόνο με ένα τρόπο μπορεί να αποδειχθεί. Από την αναλυτική μελέτη των λογιστικών στοιχείων της κρίσιμης περιόδου. Τα έχουν στα χέρια τους και οι δύο πλευρές. Αν κάτι έχει συμβεί και τι είναι αυτό, το γνωρίζουν και οι δύο. Και οφείλουν να διαλύσουν τις όποιες υποψίες ή και κακοήθειες προβάλλονται. Εγώ ως απλός οπαδός του Παναθηναϊκού γνωρίζω δύο πράγματα:

Το ένα είναι ότι στην πρώτη πολυμετοχική μεταγραφική περίοδο δεν υπήρξε κανένας σοβαρός προγραμματισμός, αλλά πετάχτηκαν λεφτά στο δρόμο για λόγους που δύσκολο μπορεί να καταλάβει κανείς. Για να μη φτάσουμε και στο τραγικό γεγονός ότι αγοράστηκαν συμβόλαια παικτών που δεν παρέμειναν στην ομάδα όπως ο Ίβανσιτς και ο Μάτος. Αν τα χρήματα τα είχε διαχειριστεί ένας σοβαρός προπονητής, τότε το μέλλον της ομάδας θα ήταν διαφορετικό.

Και το άλλο είναι ότι όλοι εκείνοι οι μεγαλόσχημοι της πολυμετοχικότητας λάκισαν όταν ήρθαν οι δύσκολες μέρες. Δεν είχα την απαίτηση να σηκώσουν όλο το βάρος, αν και θα έπρεπε να το κάνουν μια και επέλεξαν να είναι μέτοχοι, αλλά μια μικρή βοήθεια θα μπορούσαν να τη δώσουν. Στον ερασιτέχνη έστω. Δεν γίνεται να απαξιώνονται και να κινδυνεύουν να διαλυθούν ιστορικά τμήματα όπως το βόλεϊ και να μη βάζουν το χέρι στην τσέπη.

Παραμάκρυνε, όμως, το κείμενο. Κι έχουμε να πούμε πολλά για το μέλλον του Παναθηναϊκού. Γιατί δεν είναι όλα μαύρα. Αλλά για αυτά την άλλη Κυριακή.

Υ.Γ. Σχετικά με την παναθηναϊκή παρουσία στο μνημείο της Θύρας 7 στο γήπεδο Καραϊσκάκη. Μπράβο, ρε παιδιά. Και σε εσάς που το σκεφτήκατε και σε εσάς που το διατηρήσατε.

Πηγή: Goal