Προσηλωμένοι στην καθημερινή προπόνηση, στον επόμενο αντίπαλο, στη σχέση τους με τον προπονητή - τους συναθλητές - τον πρόεδρο - τους δημοσιογράφους - τους φιλάθλους, στην επόμενη μεταγραφή τους, στην προστασία - αποθεραπεία τους από τραυματισμούς και τόσα άλλα ζητήματα, δεν μπορούν να δουν το τέλος της αθλητικής τους καριέρας που έρχεται τάχιστα και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να διεκδικήσουν το μέλλον τους μετά τον αθλητισμό.
Εγκλωβισμένοι στις πολλές υποχρεώσεις της ιδιότητας του αθλητή και στην εφήμερη δόξα, την κοινωνική αποδοχή και την οικονομική επιβίωση αδυνατούν να αποδεχτούν ότι κάποια στιγμή θα πρέπει να σταματήσουν να κάνουν αυτό που αγαπάνε, που έχουν συνηθίσει και να αντιμετωπίσουν κατάματα τις επόμενες 4-5 δεκαετίες της ζωής τους.
Όταν αυτή η στιγμή φτάνει ο αθλητής διαπιστώνει ότι είναι πλούσιος σε αναμνήσεις, ίσως και σε μετάλλια και διακρίσεις, αλλά οικονομικά και επαγγελματικά αδύναμος να αντιμετωπίσει το μέλλον του.
Ο συγκροτημένος άνθρωπος αντέχει τις πιέσεις, κάνει τις προσαρμογές που χρειάζονται και θέτει νέους στόχους. Ο μη συγκροτημένος ταλαιπωρείται για πολύ καιρό.
Ο Δημήτρης Γαργαλιάνος, Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΦΑΑ στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, αθλητής στίβου, πρώην πρωταθλητής στα 110μ με εμπόδια, έχει ασχοληθεί με την διπλή καριέρα του αθλητή και μέσα από σωστή καθοδήγηση, έρευνα, συλλογή πληροφοριών, δίνει λύσεις στο πραγματικά αυτό μεγάλο ζήτημα των αθλητών και αθλητριών.
Ακολουθεί κείμενο του κ Γαργαλιάνου για το θέμα.
«Η ζωή του αθλητή μετά το τέλος της καριέρας του»
"Τα προβλήματα των αθλητών, ειδικά των αθλητών υψηλού επιπέδου, είναι πολλά και ο ΣΕΓΑΣ προσπαθεί να συμβάλλει στην επίλυσή τους. Ένα από τα λιγότερο προβεβλημένα θέματα είναι αυτό της επαγγελματικής τους ενασχόλησης μετά τη λήξη της αθλητικής τους πορείας.
Είναι αλήθεια ότι κάποιοι αθλητές αποκτούν αρκετά χρήματα κατά τη διάρκεια της καριέρας τους και δεν χρειάζεται να ανησυχούν για το οικονομικό τους μέλλον. Ωστόσο, μόνον ελάχιστοι έχουν σημαντικές οικονομικές απολαβές, τις οποίες, λόγω του ότι δεν έχουν την κατάλληλη εκπαίδευση για τη διαχείρισή τους, ορισμένες φορές χάνουν. Στη συντριπτική τους πλειονότητα οι υψηλού επιπέδου αθλητές είτε αμείβονται με χρήματα που μόλις φτάνουν για μία αξιοπρεπή διαβίωση, είτε υποχρεώνονται να εργάζονται και αλλού για να εξοικονομούν τα όσα χρειάζονται για να ζήσουν. Επιπλέον, πολύ συχνά οι συμφωνίες με τη διοίκηση των σωματείων δεν τηρούνται και οι αθλητές είτε χάνουν τα χρήματά τους, είτε παίρνουν μόνο μέρος αυτών που έχουν αρχικά συμφωνηθεί (μερικές φορές και μετά από δικαστική διαμάχη).
Συνήθως ένας αθλητής ξεκινάει πολύ μικρός την καριέρα του σε κάποιο σωματείο, όπου τον πηγαίνουν οι γονείς του για να ασκηθεί. Αν είναι καλός αρχίζει να ακολουθεί τα βήματα των προτύπων που προβάλλονται από τα ΜΜΕ και θέλει να γίνει όσο πιο καλός μπορεί ... ο καλύτερος όλων, αν είναι δυνατόν. Για να το πετύχει αυτό φτάνει στα όρια της σωματικής και ψυχικής του δυνατότητας, τα οποία ξεπερνάει λίγο-λίγο κάθε μέρα. Κάνει αυτό που, πολύ εύστοχα, περιέγραψε η Βούλα Πατουλίδου (Ολυμπιονίκης στη Βαρκελώνη, το 1992): «καταβάλλει απάνθρωπες προσπάθειες για να γίνει υπεράνθρωπος».
Στην πορεία αυτή το κράτος, η ΕΟΕ, η Ομοσπονδία, το σωματείο, ο προπονητής, οι χορηγοί, οι φίλαθλοι, κλπ., συνήθως ενδιαφέρονται (σχεδόν αποκλειστικά) για την απόδοσή του στον αγωνιστικό χώρο. Το τι θα κάνει όταν σταματήσει τον αθλητισμό δεν ενδιαφέρει κανέναν. Ούτε καν τον ίδιο. Προσηλωμένος στην καθημερινή προπόνηση (πολλές φορές γυμνάζεται 2 φορές τη μέρα), στον επόμενο αντίπαλο, στη σχέση του με τον προπονητή / τους συναθλητές / τον πρόεδρο / τους δημοσιογράφους / τους φιλάθλους, στην επόμενη μεταγραφή του, στην προστασία / αποθεραπεία του από τραυματισμούς και τόσα άλλα ζητήματα, δεν μπορεί να δει το τέλος που έρχεται και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να διεκδικήσει το μέλλον του μετά τον αθλητισμό. Εγκλωβισμένος στις πολλές υποχρεώσεις της ιδιότητας του αθλητή και στην εφήμερη δόξα, την κοινωνική αποδοχή και την οικονομική επιβίωση αδυνατεί να αποδεχτεί ότι κάποια στιγμή θα πρέπει να σταματήσει να κάνει αυτό που αγαπάει, που έχει συνηθίσει, που είναι καλός και να αντιμετωπίσει κατάματα τις επόμενες 4-5 δεκαετίες της ζωής του.
Όταν αυτή η στιγμή φτάνει ο αθλητής διαπιστώνει ότι είναι πλούσιος σε αναμνήσεις, ίσως και σε μετάλλια και διακρίσεις, αλλά οικονομικά και επαγγελματικά αδύναμος να αντιμετωπίσει το μέλλον του. Ο συγκροτημένος άνθρωπος αντέχει (συνήθως μόνος του) τις πιέσεις, κάνει τις προσαρμογές που χρειάζονται (ακόμα και στην προσωπικότητα και στο χαρακτήρα του) και θέτει νέους στόχους. Ο μη συγκροτημένος ταλαιπωρείται για πολύ καιρό (ορισμένοι για πάντα).
Το 2004 – 2005, το Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Αθλητικών Επιστημών της Γερμανίας (Bundesinstitut für Sportwissenschaften) διεξήγαγε μία έρευνα για να διαπιστώσει τις πιέσεις που δέχονται σε φυσιολογικό και ψυχολογικό επίπεδο οι αθλητές όταν σταματάνε τον αθλητισμό και τις επιδράσεις που έχουν οι πιέσεις αυτές στη μετά τον αθλητισμό ζωή τους. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι: 1) η ζωή που ζει ο αθλητής μετά την αθλητική του καριέρα επηρεάζεται από το πόσο προετοιμασμένος είναι για τη στιγμή αυτή και από τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η μετάβαση από τη μία κατάσταση στην άλλη, 2) η μετάβαση απαιτεί ένα περίπλοκο σχεδιασμό, ο οποίος πρέπει να ξεκινάει όταν ο αθλητής είναι ακόμα εν ενεργεία, με τη μορφή της απόκτησης γνώσεων / εμπειριών και της δημιουργίας δικτύων συνεργασίας και 3) ένα πρόγραμμα «υποστήριξης» των αθλητών στην κρίσιμη αυτή στιγμή μπορεί να συμβάλλει στην ομαλή προσαρμογή στα νέα δεδομένα.
Κατανοώντας την αναγκαιότητα αυτή το Συμβούλιο της Ευρώπης περιέλαβε στον Ευρωπαϊκό Χάρτη του Αθλητισμού (1992), το άρθρο 8 (Υποστήριξη του αθλητισμού υψηλού επιπέδου και του επαγγελματικού αθλητισμού), το οποίο αναφέρει ότι «οι μέθοδοι παροχής κατάλληλης, άμεσης ή έμμεσης, υποστήριξης για αθλητές και αθλήτριες που παρουσιάζουν εξαιρετικές αθλητικές ικανότητες θα δημιουργούνται σε συνεργασία με αθλητικούς οργανισμούς, έτσι ώστε να τους παρέχονται ευκαιρίες να αναπτύξουν πλήρως τις αθλητικές και ανθρώπινες δυνατότητές τους, με πλήρη σεβασμό στην προσωπικότητά τους και στη φυσική και ηθική τους ακεραιότητα. Αυτή η υποστήριξη θα περιλαμβάνει τον προσδιορισμό των ταλέντων, την ισορροπημένη μόρφωση [των αθλητών] κατά τη διάρκεια της αθλητικής τους ενασχόλησης και την ομαλή ενσωμάτωσή τους στην κοινωνία μέσα από την ανάπτυξη επαγγελματικών προοπτικών τόσο κατά τη διάρκεια, όσο και μετά την αθλητική διάκριση».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει τη «διπλή καριέρα» των αθλητών (έχει δημιουργήσει το «Dual career for Young Athletes in Europe Project»), ώστε επιπρόσθετα με την αθλητική τους ενασχόληση να μορφώνονται, ή να εκπαιδεύονται επαγγελματικά και να προετοιμάζονται για μία νέα καριέρα όταν σταματήσουν τον αθλητισμό.
Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, αλλά και πολλές Εθνικές Ολυμπιακές Επιτροπές, συνεργάζεται με την Adecco (μία από τις κορυφαίες εταιρείες διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού στον κόσμο), για να υποστηρίξει τους αθλητές κατά τη διάρκεια της αθλητικής τους καριέρας (με σεμινάρια σε θέματα επαγγελματικής αποκατάστασης, δοκιμαστικές συνεντεύξεις, κλπ.), αλλά και μετά (με αναζήτηση θέσεων εργασίας, εκπαίδευση σε εξειδικευμένα θέματα, κλπ.).
Οι περισσότερες χώρες έχουν δημιουργήσει δομές υποστήριξης για τη μετάβαση των αθλητών υψηλού επιπέδου από τη μία κατάσταση στην άλλη., στις οποίες συμμετέχουν πολλά κοινωνικά υποσυστήματα (π.χ., οι ένοπλες δυνάμεις, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, εταιρείες, κλπ.). Στη Γαλλία υπάρχει νομοθετική διάταξη (Convention d`Insertion Professionnelle), η οποία δίνει τη δυνατότητα σε εταιρίες να προσλαμβάνουν αθλητές και να τους επιτρέπουν να αφιερώνουν τουλάχιστον το μισό χρόνο εργασίας τους στον αθλητισμό, με αντάλλαγμα εκπτώσεις στη φορολογία τους και στην καταβολή ασφαλιστικών εισφορών. Στη Γερμανία, το Γερμανικό Ίδρυμα Αθλητισμού (Deutsche Sporthilfe), σε συνεργασία με την Τράπεζα Γερμανίας (Deutsche Bank) έχει δημιουργήσει το πρόγραμμα «Στο δρόμο για την Ολυμπία» (Auf dem Weg nach Olympia), σύμφωνα με το οποίο οι εταιρείες που προσλαμβάνουν πρωταθλητές μπορούν να αποζημιωθούν για τα έξοδα που προκύπτουν από την απουσία τους λόγω προπόνησης, ή συμμετοχής σε αγώνες.
Στην Ελλάδα, μόλις το 2006 ο νόμος 3479 (ΦΕΚ Α’ 152, «Ίδρυση, οργάνωση και λειτουργία αθλητικών επαγγελματικών ενώσεων και άλλες διατάξεις», Κεφάλαιο 2ο: Θέματα διοικητικής οργάνωσης – λειτουργίας του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, Άρθρο 4: Αρμοδιότητες των Ενώσεων Επαγγελματικού Ποδοσφαίρου) ενέταξε στις αρμοδιότητες των Ενώσεων Α΄, Β΄ και Γ Εθνικής Κατηγορίας την «... οργάνωση και διεξαγωγή τακτικών σεμιναρίων επιμόρφωσης των διοικητικών και τεχνικών στελεχών του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, την ίδρυση κέντρων επαγγελματικής κατάρτισης, καθώς και τη συνεργασία με τέτοια κέντρα, για τη μεταποδοσφαιρική επαγγελματική κατάρτιση των ποδοσφαιριστών, αρμοδιότητάς τους». Αναμφίβολα, η διάταξη αυτή αφορά όλους τους αθλητές υψηλού επιπέδου, όλων των αθλημάτων.
Όμως, παρά τη σπουδαιότητα του θέματος της εκπαίδευσης των αθλητών υψηλού επιπέδου και τις επιταγές του νόμου η πραγματικότητα στη χώρα μας είναι ότι η Πολιτεία εξαντλεί το ενδιαφέρον της για την εκπαίδευση των αθλητών αυτών στο να διευκολύνει ορισμένους από αυτούς να μπουν στο πανεπιστήμιο. Έχοντας υπάρξει κάποτε αθλητής υψηλού επιπέδου και εγώ, μπορώ να υποστηρίξω ότι θα αποτελούσε ισχυρό και ουσιαστικό κίνητρο τόσο για τους εν ενεργεία, όσο και για τους μελλοντικούς αθλητές όλων των αθλημάτων να έχουν πρόσβαση σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα κατανοεί ότι η αθλητική τους καριέρα: α) έχει πολυεπίπεδες απαιτήσεις, β) φτάνει γρήγορα σε ένα τέλος και γ) δεν τους επιτρέπει να αποκτήσουν γνώσεις / εμπειρίες που θα τους καταστήσουν ικανούς να σταθούν υπερήφανα στα πόδια τους και να εργαστούν για την πρόοδο την προσωπική τους, της οικογένειάς τους, του αθλήματός τους και της χώρας τους.
Ο Henry Ford είπε κάποτε ότι η ανταγωνιστικότητα μίας χώρας δεν ξεκινάει στο εργοστάσιο, αλλά στο σχολείο. Πολύ εύστοχη παρατήρηση, την οποία θα ήταν καλό να λάβει υπόψη της η Πολιτεία και να προσπαθήσει να αυξήσει τα κίνητρα που προσφέρει στους αθλητές και με τη μορφή εκπαίδευσης που θα βοηθήσει τους μικρούς αυτούς ήρωες να αντιμετωπίσουν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της αθλητικής τους ενασχόλησης, αλλά, κυρίως, μετά από αυτή. Συγκρίνοντάς τα με τα οφέλη που θα προκύψουν (όχι μόνο για τους αθλητές), το κόστος μίας τέτοιας προσπάθειας είναι πραγματικά ελάχιστο".
Δημήτρης Γαργαλιάνος
Αναπληρωτής Καθηγητής
ΤΕΦΑΑ ΔΠΘ