Γιατί πάντα μπορείς να ντύσεις κάτι άσχημο με όμορφες λέξεις, ακόμα και αν εσύ είσαι ο δυνάστης. Οι κάτοικοι της πόλης χωρίζονται στα δύο, μαζί τους και οι παίκτες αλλά κι οι οπαδοί της Χέρτα Βερολίνου. Ανάμεσά τους κι ο Χέλμουτ Κλοπφλάις.
Γεννημένος το 1948 ο Χέλμουτ δούλευε ως ηλεκτρολόγος για το κράτος και αργότερα ως καθαριστής τζαμιών σε μια από τις ελάχιστες ιδιωτικές εταιρείες της χώρας. Ο Χέλμουτ γρήγορα μπήκε στα αρχεία της Στάζι μια που έκανε δυο σοβαρά εγκλήματα για το καθεστώς: ενημερωνόταν από Δυτικά μέσα και παρακολουθούσε Μπουντεσλίγκα. Ήταν φανατικός οπαδός της Χέρτα και όταν στα 13 του ένα Τείχος μπήκε στον δρόμο του για το γήπεδο της Χέρτα, αυτός μαζί με άλλους πήγαινε εκεί για να ακούσει τις φωνές από το γήπεδο της Χέρτα που ήταν πολύ κοντά στο Τείχος. Οι φρουροί μετά τους πρώτους μήνες το απαγόρευσαν και αυτό και αργότερα η Χέρτα μετακόμισε στο μακρινό Ολυμπιακό Στάδιο της πόλης.
Μαζί με άλλους ίδρυσαν ένα παράνομο κλαμπ της Χέρτα και συναντιόντουσαν κρυφά σε διαφορετικά μέρη. Πολύ συχνά κάποιος προπονητής της ομάδας ή μερικές φορές παίκτες και διοικούντες επισκέπτονταν το παράνομο φαν κλαμπ. Όταν στην Στάζι το έμαθαν αυτό, άρχισαν να ελέγχουν ακόμα περισσότερο τους προπονητές της Χέρτα που περνούσαν τα σύνορα. Ο Χέλμουτ υποστήριζε τη Χέρτα, αλλά μαζί υποστήριζε και την Μπάγερν και την εθνική της Δ. Γερμανίας και γενικότερα κάθε δυτική ομάδα. Κάθε φορά που μια δυτική ομάδα επισκεπτόταν το Ανατολικό Βερολίνο για να αντιμετωπίσει την Διναμό Βερολίνου ο Χέλμουτ ήταν εκεί. Φυσικά για να υποστηρίξει τον αντίπαλο της Διναμό, της ομάδας που κατά διαβολική σύμπτωση είχε κερδίσει 10 σερί πρωταθλήματα Ανατολικής Γερμανίας και κέρδιζε πολλά ματς στο 95′ με πέναλτι, την ομάδα της Στάζι και του καθεστώτος.
O Χέλμουτ Κλοπφλάις όμως δεν μπορούσε να δει τη Χέρτα… Σε τριάντα χρόνια κατάφερε να δει μια φορά την ομάδα και αυτή ήταν στην Πολωνία (μια που του επέτρεπαν να ταξιδεύει σε χώρες μόνο του ανατολικού μπλοκ, προφανώς για να τον προστατέψουν από τις σατανικές επιροές του Δυτικού κόσμου) κόντρα στην Λεχ Πόζναν. Για να τα καταφέρει να περάσει τα σύνορα όμως αναγκάστηκε να πάρει και την μητέρα του μαζί για να δηλώσει στους στρατιώτες ότι την πάει να δει το πατρικό της. Για πολλά χρόνια νόμιζε ότι είχε κοροϊδέψει το σύστημα, αλλά αργότερα όταν τα αρχεία της Στάζι έγιναν προσβάσιμα ανακάλυψε ότι στον φάκελό του υπήρχε και αυτό το ταξίδι: «Η οικογένεια χρησιμοποιεί όλες τις ευκαιρίες για να δει ομάδες της Μπουντεσλίγκα«. Όλη του η ζωή ήταν γραμμένη αναλυτικά στους φακέλους: «Ο Κ. με την συμπεριφορά του στον αγώνα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας με την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (σ.Σ. Δυτική Γερμανία) έβλαψε σοβαρά τη διεθνή φήμη της ΛΔΓ«. Όταν το 1981 η Μπάγερν πήγε να παίξει στην Τσεχοσλοβακία, η Στάζι «πήρε όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αποτρέψει την άφιξη επιβλαβών και αρνητικών στοιχείων, επικίνδυνων ατόμων και ξεπεσμένων νέων«. Ο Χέλμουτ ήταν εκεί και κινηματογράφησε τις επιθέσεις των Τσεχοσλοβάκων με γκλομπ εναντίον όσων απλά μαζεύτηκαν έξω από το ξενοδοχείο της Μπάγερν.
ηκapd-71453655

«Δεν ξέρω γιατί με θεωρούσαν εχθρό του συστήματος. Ο παππούς μου ήταν αντι-Ναζί και πάντα έλεγε πόσο φριχτή ήταν η Ανατολική Γερμανία. Ήξερα ότι η Δύση ήταν πιο πλούσια, αλλά δεν με ένοιαζε. Εγώ απλά ήθελα να μπορώ να διαβάζω ότι μου άρεσε, να βλέπω ότι μου άρεσε και να ακούω ότι μου άρεσε»

 

Το ταξίδι αυτό τον έφερε να ανακρίνεται από την Στάζι και να του αφαιρείται για ένα διάστημα η ταυτότητα και μαζί η δυνατότητα να ταξιδεύει. Οι ανακρίσεις και οι κρατήσεις σε κελιά έγιναν πιο συχνές. Σιγά σιγά δεν μπορούσε να βρει ούτε εισιτήρια για τους αγώνες στο Βερολίνο, καθώς δεν τον άφηναν να αγοράσει. Αυτός όμως πάντα τα κατάφερνε να πηγαίνει στους αγώνες. Σε ένα ματς της Διναμό με το Αμβούργο τα εισιτήρια δόθηκαν μόλις μια ώρα πριν το ματς σε «συντρόφους». Ο Χέλμουτ ήταν και πάλι εκεί: «Πάντα τα καταφέρναμε να μπούμε μέσα γιατί οι περισσότεροι κομμουνιστές μισούσαν το ποδόσφαιρο και μας πουλούσαν τα εισιτήρια«. Συνελήφθη ξανά το 1985 όταν και πάλι ταξίδεψε για να δει αγώνα Τσεχοσλοβακίας-Δ. Γερμανίας και να δώσει στον κόουτς Μπεκενμπάουερ ένα αρκουδάκι, σύμβολο και των δύο Βερολίνων. Στην επιστροφή τον σταμάτησαν, έψαξαν το αυτοκίνητο βγάζοντας μέχρι και τα τάσια από τις ρόδες και βρήκαν το πειστήριο του εγκλήματος. Τη φωτογραφία του με τον Φραντς. «Αφήστε με ήσυχο ή θα πάρω τον φίλο μου τον Φραντς» φώναζε ο Χέλμουτ και υπό το φόβο ενός σκανδάλου που θα γινόταν γνωστό στις δυτικές εφημερίδες, ο Κ. αφέθηκε ελεύθερος.

Η επόμενη σύλληψή του έγινε πριν το Μουντιάλ στο Μεξικό, όταν και έστειλε τηλεγράφημα για καλή τύχη στην εθνική της Δ. Γερμανίας. «Πώς τολμάς να εύχεσαι καλή τύχη στον εχθρό της Εργατικής Τάξης;» τον ρώτησαν από την Στάζι. «Το ποδόσφαιρο σε αυτή τη χώρα είναι χειρότερο και από του Λουξεμβούργου» απάντησε ο Χέλμουτ. «Μόνο 5.000 άτομα πηγαίνουν να δουν την εθνική και αναγκάζονται μετά να μεταφέρουν παιδιά με λεωφορεία για να γεμίζουν το γήπεδο». H ζωή του Χέλμουτ συνέχισε έτσι γεμάτη περιπέτειες, με το απολυταρχικό καθεστώς να είναι πάντα εναντίον του. Ο γιος του Ραλφ βγήκε ταλέντο ποδοσφαιρικά και αγωνιζόταν στη Διναμό και στην εθνική Νέων, όταν όμως υπέστη ρήξη συνδέσμων στα υποχρεωτικά στρατιωτικά γυμνάσια αρνήθηκαν να του δώσουν πρώτες βοήθειες και αργότερα να γίνει επέμβαση γιατί «ήταν εχθροί του κράτους». Ο Ραλφ δεν ξανάπαιξε μπάλα.

Το 1986 η οικογένεια Κλοπφλάις έκανε αίτηση για βίζα για να μεταναστεύσει, μια που το κράτος είχε αρχίσει να διώχνει τους αντιφρονούντες. Τρία χρόνια μετά η αίτηση έγινε δεκτή, αλλά σε καθόλου τυχαία στιγμή. Η μητέρα του Χέλμουτ ήταν ετοιμοθάνατη. Παρακάλεσε την Στάζι να μείνει μερικές μέρες ακόμα, μια που ο γιατρός έλεγε ότι είχε λίγες ώρες να ζήσει. Εκείνοι σαδιστικά αρνήθηκαν και είπαν ή τώρα ή ποτέ. Η οικογένεια αναγκάστηκε να φύγει. Πέντε μέρες αργότερα η μητέρα του πέθανε και του απαγόρευσαν να επιστρέψει για την κηδεία. Ήταν η εκδίκηση του κράτους.

Το τείχος έπεσε το Νοέμβριο του 1989. Στο επόμενο ματς υπήρχαν 59.000 άνθρωποι να δουν τη Χέρτα στη Β” Εθνική. Όλος ο κόσμος της από το Ανατολικό Βερολίνο πήγε στο γήπεδο. Η διοίκηση της Χέρτα κάλεσε σε ένδειξη καλής πρόθεσης στο γήπεδο τους διοικούντες της Διναμό και της Ουνιόν, σχεδόν όλοι κομματικά στελέχη του κομμουνιστικού κόμματος. Ο Χέλμουτ δεν μπορούσε να το πιστέψει και ένιωσε προδομένος. Οι καταπιεστές του ήταν και πάλι μπροστά του, σαν τιμώμενα πρόσωπα. Κάτι μέσα του ράγισε και παρέδωσε την κάρτα μέλους του. Στο επόμενο παιχνίδι μόλις 16.000 φίλαθλοι ήταν στο γήπεδο. Ο Χέλμουτ παρά την πικρία του συνέχισε να πηγαίνει στο γήπεδο. «Είναι η ομάδα του Βερολίνου, ακόμα κι αυτοί που δεν βλέπουν τα παιχνίδια ενημερώνονται για το αποτέλεσμα» είπε αφοπλιστικά.
 

Η ιστορία προέρχεται από το βιβλίο του Σάιμον Κούπερ «Football against the enemy» (υπάρχει και αμερικάνικη έκδοση όπου το λένε σόκερ) και κυκλοφορεί και στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα». Παρ΄ότι θεωρείται γενικά ένα από τα κορυφαία ποδοσφαιρικά βιβλία, πρέπει να ομολογήσω ότι δεν ενθουσιάστηκα ιδιαίτερα. Η ιστορία του Χέλμουτ μαζί με δυο-τρεις ακόμα ήταν ό,τι άξιζε. Πολλές από τις υπόλοιπες ήταν αδιάφορες με αποτέλεσμα το βιβλίο να κάνει κοιλιά, ενώ αρκετές ήταν ήδη γνωστές. Βέβαια για να είμαι απόλυτα σωστός, όταν το βιβλίο γράφτηκε πίσω στο 1994 χωρίς πολύ ίντερνετ και μετάδοση πληροφορίας σίγουρα πολλά από όσα έγραφε ο Κούπερ θα φαινόντουσαν πολύ πιο ενδιαφέροντα και ενημερωτικά. Πάντως αν σας αρέσουν τα ποδοσφαιρικά βιβλία και θέλετε να μάθετε λίγο περισσότερο για το ποδόσφαιρο και το πώς το εκμεταλλεύονται οι πολιτικοί (από τη χούντα της Αργεντινής μέχρι τα κομμουνιστικά καθεστώτα της ΕΣΣΔ και τον Ροζέ Μιλά στο Καμερούν), τότε σίγουρα αξίζει να το διαβάσετε. Έστω και αν σας αρέσουν μόνο λίγα κεφάλαια ή αν σας την δώσει λίγο το ειρωνικό στυλάκι του Κούπερ.
 

ΠΗΓΗ: sombrero.gr