Η ιδέα μου ήρθε μόλις είδα τον Κυφωνίδη στο αεροπλάνο της επιστροφής από την Βαρκελώνη (η μούσα της έμπνευσης μπορεί να πάρει παράξενες μορφές- ακόμη και του Γιάννη...): Να γράψω στο Protagon κάτι για το μπάσκετ. Όχι για τον Παναθηναϊκό, τον Ομπράντοβιτς ή τον Διαμαντίδη. Για το μπάσκετ.

Κοντεύουν 25 χρόνια από τότε που η εθνική του Νίκου Γκάλη κέρδιζε τον πρώτο της ευρωπαϊκό τίτλο. Θα μπορούσε να ήταν η επιτυχία αυτή ένας διάττων αστέρας, ένα ωραίο πυροτέχνημα που άστραψε στον ουρανό κι ύστερα έσβησε- όπως έσβησε το θαύμα της Πορτογαλίας του 2004 για το ελληνικό ποδόσφαιρο, το οποίο επτά χρόνια αργότερα βουλιάζει παραδομένο στους νονούς της μαφίας των «στημένων». Θα μπορούσε να είναι μια έκλαμψη δίχως συνέχεια- όπως είναι όλες οι συλλογικές προσπάθειες στην Ελλάδα.

Κι όμως, σαν από θαύμα, στο μπάσκετ η επιτυχία είχε συνέχεια. Η εθνική ομάδα κέρδισε ξανά τον ίδιο τίτλο και παραμένει, με μικρά διαλείμματα, μέσα στην τετράδα των καλύτερων στην Ευρώπη. Ο Παναθηναϊκός έραψε 6 ευρωπαϊκά αστέρια στην φανέλα του και άλλες δύο ομάδες, η ΑΕΚ και ο Ολυμπιακός, έχουν από ένα. Ο Γκάλης έχει κρεμάσει χρόνια τώρα τα παπούτσια του, αλλά τουλάχιστον δύο γενιές σπουδαίων αθλητών τον διαδέχθηκαν, ο Διαμαντίδης τον ξεπέρασε σε τίτλους και διεθνή αναγνώριση και στην καλύτερη ευρωπαϊκή πεντάδα της εφετινής χρονιάς, οι δύο από τις πέντε θέσεις καταλαμβάνονται από Έλληνες αθλητές.
Δεν ξέρω πως να εξηγήσω αυτό το θαύμα. Δεν ξέρω πως και γιατί το μπάσκετ κατόρθωσε αυτό που καμιά άλλη συλλογική δραστηριότητα στην χώρα, αθλητική, καλλιτεχνική, οικονομική ή άλλη, δεν έχει καταφέρει: να διατηρεί επί 25 χρόνια ένα σταθερά υψηλό επίπεδο επαγγελματισμού και οργάνωσης, να περνά από γενιά σε γενιά την κληρονομιά του ταλέντου και να το βελτιώνει, να παραμένει επί 25 χρόνια ψηλά στον διεθνή ανταγωνισμό.

Δεν ξέρω σε ποιον πρέπει να απονείμω τα εύσημα- στα γονίδια του Γκάλη που εισήγαγε πρώτος έναν άγνωστο στην Ελλάδα επαγγελματισμό, στον Βασιλακόπουλο που επένδυσε την επιτυχία του 87 σε υποδομές και ανθρώπους, στους Γιαννακόπουλους που συνέχισαν να επενδύουν στο μπάσκετ ακόμη και στα χρόνια που όλοι το εγκατέλειπαν, στην τύχη μας να διαλέξει την Αθήνα ως πόλη του ο καλύτερος ευρωπαίος προπονητής όλων των εποχών, στην καλή τύχη του μπάσκετ, ως λιγότερο δημοφιλούς αθλήματος από το ποδόσφαιρο, να μην υποστεί την μοίρα του ποδοσφαίρου και γίνει καταφύγιο απατεώνων, νονών και μαφιόζων και να μην το πάρουν υπό την προστασία τους τοπικοί βουλευτές, δημαρχαίοι και μακεδονομάχοι περιφερειάρχες; Δεν ξέρω. Αλλά όποιος κι αν είναι ο λόγος, πρέπει επειγόντως να τον ανακαλύψουμε και να τον μιμηθούμε, να τον μεταδώσουμε και σε μερικές ακόμη- εκτός αθλητισμού, εννοώ- συλλογικές προσπάθειες.

Είναι μια πρόταση που προσθέτω, ως υστερόγραφο, στο κείμενό μου για το «Κίνημα 10». Και του αλλάζω και τον τίτλο. Όχι «κάν’ το όπως η elstat». Καν’ το όπως το μπάσκετ...

Πηγή: protagon.gr