Κλήθηκαν να παρουσιαστούν οι 77 επιτυχόντες με τις Πανελλαδικές Εξετάσεις στη Σχολή Ευελπίδων – Όπλα, που μαζί με τους 4 επιτυχόντες με την κατηγορία του 10% και τους 2 επιτυχόντες από την κατηγορία των υπαξιωματικών θα αποτελέσουν τους 83 μαθητές της τάξης. Κάποιοι από αυτούς θα εγκαταλείψουν, όπως γίνεται σε μεγάλο ποσοστό κάθε χρόνο.
Το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας ήθελε από όλες τις κατηγορίες υποψηφίων 322 επιτυχόντες. Θα πρέπει να τα βγάλει πέρα με το 1/4 όσων χρειαζόταν. Αντίστοιχα 148 κενές θέσεις και μόλις 52 επιτυχόντες στη Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών Στρατού (ΣΜΥ) – Όπλα. Στις υπόλοιπες στρατιωτικές σχολές ο αριθμός των κενών θέσεων είναι πολύ μικρότερος. Στο Εμπορικό Ναυτικό υπάρχει μεγάλη διαφορά στον αριθμό των κενών θέσεων, για πρώτη φορά, μεταξύ Πλοιάρχων και Μηχανικών. 35 κενές θέσεις έναντι 422, όπως βλέπουμε στον πίνακα.
Τα ερωτήματα είναι: γιατί τόσες κενές θέσεις, γιατί σε αυτές τις σχολές και τι μπορεί να γίνει ώστε να καλύπτονται οι θέσεις. Οι κενές θέσεις δημιουργούνται από το συνδυασμό δύο παραγόντων: της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ) και της μειωμένης ζήτησης από τους υποψηφίους για τις συγκεκριμένες σχολές. Η ΕΒΕ στην Ευελπίδων είναι 1 τα δύο τελευταία χρόνια από 1,2 τα προηγούμενα δύο και 0,9 στη ΣΜΥ. Υπάρχει περιθώριο να μειωθεί ο συντελεστής της ΕΒΕ στο ελάχιστο 0,8 και να μειωθούν οι κενές θέσεις. Η ΕΒΕ είναι ο κόφτης. Η Σχολή Ευελπίδων – Όπλα ήταν η πρώτη προτίμηση 232 υποψηφίων το 2020 και 54 το 2021 με την θεσμοθέτηση της ΕΒΕ. Μειώθηκε πάρα πολύ, δηλαδή, ο αριθμός των υποψηφίων που δήλωναν τη σχολή. Η ΕΒΕ ήταν ο ένας λόγος που μειώθηκε ο αριθμός των υποψηφίων που δήλωναν τη σχολή.
Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την έλλειψη ενδιαφέροντος για το επάγγελμα του στρατιωτικού από τους υποψηφίους. Την πιο δύσκολη επαγγελματική ζωή μεταξύ των στρατιωτικών την έχουν οι αξιωματικοί και οι υπαξιωματικοί του Στρατού. Οι πολύ συχνές μεταθέσεις τους δυσκολεύουν τη ζωή, κάνουν δύσκολη τη δημιουργία και τη διαβίωση οικογένειας. Φαίνεται ότι οι νέοι μας δεν έχουν τη διάθεση να αντιμετωπίσουν τόσες πολλές δυσκολίες. Ίσως να φταίει και ο εγκλεισμός του κορονοϊού, που οδήγησε αρκετά παιδιά στην παραίτηση από την προσπάθεια. Το επάγγελμα του στρατιωτικού έχει χάσει μέρος της αίγλης του.
Λύση δεν είναι, φυσικά, η “έξοδος” των στρατιωτικών σχολών από τις Πανελλαδικές, όπως λένε κάποιοι, διότι αυτό θα μας γυρίσει σε παλιές εποχές πλήρους αδιαφάνειας και φυσικά θα ρίξει πολύ το επίπεδο των αξιωματικών μας.
Η μεγάλη διαφορά στις κενές θέσεις μεταξύ των πλοιάρχων και των μηχανικών του Εμπορικού Ναυτικού αποτελεί, νομίζω, ακόμη μία απόδειξη ότι οι υποψήφιοι εγκαταλείπουν πρώτα τα δύσκολα.
Αντίστοιχη μείωση της ζήτησης εμφανίζεται και στις λεγόμενες καθηγητικές σχολές. Από τις Φιλολογίες μέχρι τα Τμήματα Μαθηματικών η δραματική μείωση της πιθανότητας διορισμού στο σχολείο, αλλά και η απαξίωσή του από την κοινωνία, έφερε τη μείωση της ζήτησης για σπουδές σ’ αυτές τις σχολές με αποτέλεσμα την πτώση της βάσης και στη Φιλολογία και στα Μαθηματικά κάτω από 10.000 μόρια και εκατοντάδες κενές θέσεις. Το Τμήμα Φιλολογίας Θεσσαλονίκης μείωσε το συντελεστή ΕΒΕ από 1,2 σε 1 και γέμισε με φοιτητές. Φέτος είχε 5 κενές θέσεις ενώ πέρυσι είχε 92 κενές θέσεις. Αυτή είναι η βραχυπρόθεσμη λύση για να αντιμετωπιστούν οι κενές θέσεις.
Από την άλλη διαβάζουμε στις ειδήσεις ότι προκηρύχθηκαν 4 φορές θέσεις παθολόγων στο νοσοκομείο της Κω και δεν υπήρξε καμία αίτηση. Προφανώς οι θέσεις στο ΕΣΥ δεν είναι πια ελκυστικές. Πολλή δουλειά μικρός μισθός. Αμέσως προκύπτει το ερώτημα: Και γιατί τέτοια “σφαγή” για να εισαχθούν στην Ιατρική και αρκετές φορές αν δεν τα καταφέρουν πάνε στο εξωτερικό προκειμένου να εξασφαλίσουν το πολυπόθητο πτυχίο; Το πτυχίο της Ιατρικής αποτελεί το καλύτερο διαβατήριο για το εξωτερικό, αλλά υπόσχεται και στην Ελλάδα αρκετά χρήματα στον ιδιωτικό τομέα της Υγείας.
Η Ελλάδα δεν διαθέτει το πλήθος και το μέγεθος των μεγάλων εταιρειών άλλων χωρών. Τα πολλά χρήματα, παγκοσμίως, τα κερδίζουν οι μάνατζερ. Στην Ελλάδα οι θέσεις των μάνατζερ δεν είναι πολλές, με αποτέλεσμα να κυριαρχεί ακόμη το τρίπτυχο γιατρός, μηχανικός ή δικηγόρος ως η λύση για επάγγελμα κύρους και με χρήματα.
Τι ονειρεύονται τα παιδιά μας; Δεν ξέρω. Προφανώς δεν ονειρεύονται όλα το ίδιο πράγμα. Κάποιοι ονειρεύονται να γίνουν influencers, που θεωρούν ότι είναι ο ευκολότερος τρόπος να βγάλεις χρήματα, κάποιοι άλλοι ονειρεύονται να σπουδάσουν και να φύγουν από τη χώρα όπου δεν μπορούν να κάνουν πράξη τα όνειρά τους. Το σίγουρο είναι ότι πολύ λίγοι ονειρεύονται μια θέση στο Δημόσιο, πράγμα που καθόρισε τις επιλογές πολλών υποψηφίων για δεκαετίες.
Το Δημόσιο δεν προσφέρει καλές συνθήκες εργασίας, προσφέρει πια πολλή δουλειά και χαμηλές αμοιβές. Ο συνδυασμός αυτών δημιουργεί τάσεις φυγής στους ήδη εργαζόμενους, που αν νιώθουν ότι μπορούν να σταδιοδρομήσουν στον ιδιωτικό τομέα παραιτούνται και φεύγουν. Γιατροί εγκαταλείπουν το ΕΣΥ, αναπληρωτές εκπαιδευτικοί αρνούνται να πάνε στα νησιά με μισθό 900 ευρώ και ενοίκιο 500. Αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού φεύγουν για το Εμπορικό Ναυτικό. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα εντάσσονται και οι κενές θέσεις στις στρατιωτικές σχολές. Για να το πούμε με μία φράση δεν είναι ελκυστικές οι επαγγελματικές προοπτικές στο Δημόσιο.
Αν λοιπόν θέλουμε γιατρούς στα νοσοκομεία, αξιωματικούς στο στρατό, εκπαιδευτικούς στα σχολεία πρέπει οι θέσεις που προσφέρονται να είναι ελκυστικές. Αυτό δεν εξαντλείται στο μισθολογικό. Θέλει ο εργαζόμενος να εργάζεται σε ένα χώρο που είναι καθαρός, να έχει τα απαραίτητα για την εργασία του (υπολογιστές και άλλα) να έχει θέρμανση το χειμώνα και ψύξη το καλοκαίρι (και όχι το αντίστροφο), να υπάρχουν προοπτικές εξέλιξης σύμφωνα με την αξία του καθενός και όχι σύμφωνα με τις διασυνδέσεις του. Να τους σέβονται ως ανθρώπους και ως εργαζόμενους. Τη Δευτέρα 19/8 θα ανακοινωθούν οι διορισμοί των μονίμων εκπαιδευτικών και θα πρέπει μέχρι την Παρασκευή 23/8 να έχουν παρουσιαστεί στις θέσεις τους. Την 1η Σεπτεμβρίου θα πρέπει να είναι στις θέσεις τους. Δεν είναι δυνατόν να ξεσπιτώνεις τον άνθρωπο και να θέλεις μέσα σε 12 μέρες να έχει εγκατασταθεί και να είναι έτοιμος για δουλειά.
Όλα αυτά δεν υπάρχουν γι’ αυτό τα παιδιά μας αποφεύγουν το δημόσιο τομέα. Όσο για τον ιδιωτικό τομέα όπου αναγκαστικά απευθύνονται (έχοντας απορρίψει το Δημόσιο), όσοι βρίσκουν δουλειά στο εξωτερικό βλέπουν ότι τους δίνουν το διπλό μισθό από την Ελλάδα. Οι καλύτεροι φεύγουν, λοιπόν, και όσοι μένουν δεν επαρκούν να καλύψουν τις θέσεις εργασίας.
ΠΗΓΗ: www.stadiodromia.gr