Γράφει ο Άγγελος Μενδρινός.

Και το σημαντικότερο δεν έχουν ζήσει αυτά που αυτοί που τα ζούσαν δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση να τα ζήσουν.

Η χούντα λοιπόν την οποία πολλοί επικαλούνται πλέον ανοιχτά, εξ αιτίας της αποτυχίας του πολιτικού συστήματος, όσο κι αν φαίνεται περίεργο ευθύνεται για ένα μεγάλο μέρος της κακοδαιμονίας μας. Δεν ήταν μόνο η στέρηση βασικών ελευθεριών, αλλά και η νοοτροπία με την οποία μεγάλωσε μια γενιά, ακόμα κι η αισθητική της.

Στη Χούντα οφείλουμε πολλούς από τους μεγάλους και τρανούς επιχειρηματίες που δραστηριοποιήθηκαν φυσικά και μετά τη πτώση της. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν μάθει να έχουν σχέσεις με το… κουβέρνο, να εφαρμόζουν το δούναι και λαβείν. Αυτοί οι άνθρωποι ακολούθησαν την ίδια ακριβώς μέθοδο και μετά τη μεταπολίτευση.

Με τον καιρό δημιούργησαν τους δικούς τους πολιτικούς που ήθελαν χρήματα για την προεκλογική τους εκστρατεία κι αργότερα άλωσαν τα ΜΜΕ με επιλεκτικές συμμαχίες κι εξαγορές.

Μην ξεχνάμε ότι επί χούντας έσκασε το μεγάλο σκάνδαλο με τα κρέατα Αργεντινής και τον Μπαλόπουλο υπουργό του Παπαδόπουλου, ενώ ο ίδιος ο δικτάτορας δεν έμενε στο σπίτι του, αλλά σε βίλα στο Λαγονήσι που του είχε παραχωρήσει ο Αριστοτέλης Ωνάσης!

Όμως η μεγαλύτερη ζημιά έγινε στην αισθητική. Το κιτς έγινε μόδα. Οι στρατιωτικοί δεν είχαν την παιδεία να ξεχωρίσουν το ωραίο. Η Αθήνα γέμισε εκτρώματα που γινόντουσαν με τις ευλογίες του καθεστώτος κι οι πόλεις της περιφέρειας έδιναν μάχη να μοιάσουν της άσχημης πλέον Αθήνας.

Το να έρχεσαι από την περιφέρεια και να πετυχαίνεις με οποιοδήποτε κόστος έγινε μαγκιά. Άλλωστε κι οι στρατιωτικοί της εξουσίας από μικρά χωριά ήταν στη πλειοψηφία τους και έδειχναν πετυχημένοι καταλύοντας τη Δημοκρατία, την όποια Δημοκρατία υπήρχε. Ο ανορθόδοξος δρόμος έγινε μαγκιά!

Οι γιορτές στο Παναθηναϊκό Στάδιο, οι λευκοντυμένοι οδοκαθαριστές στον Πειραιά του Σκυλίτση και πολλά άλλα έδιναν το μέτρο του κιτς που επικρατούσε την εποχή εκείνη. Από κοντά κι η τηλεόραση που ανδρώθηκε τον καιρό εκείνο. Ήταν στραβό το κλίμα, τόφαγε κι η χούντα…

Η αισθητική της χούντας ήταν κιτς. Κυνήγησε το μακρύ μαλλί και τα μίνι, τουλάχιστον τα πρώτα της χρόνια που ήθελε να είναι «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών», κυνήγησε τη ποιοτική μουσική κι άναψε το «πράσινο φως» στα σαχλοτράγουδα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα με τη Μεταπολίτευση να πάμε στο άλλο άκρο.

Τα «αντάρτικα» του Τζαβέλα έγιναν «in» κι ο ενδυματολογικός κώδικας περιλάμβανε αμπέχωνα, παλτά ανατολικού τύπου για τους άνδρες και ολόσωμα φορέματα με τιράντες για να φαίνονται οι αξύριστες μασχάλες για τις γυναίκες. Κι όλα αυτά με μπόλικη απλυσιά!

Όμως και ο Τύπος πλήρωσε βαρύ το τίμημα της αλλαγής εκείνης. Δεν λέγεται συχνά, αλλά οι εφημερίδες που έκλεισαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας πλήρωσαν ακριβά το τίμημα της απόφασής τους. Στις 21 Απριλίου 1967 κυκλοφορούσαν στην Αθήνα 6 πρωϊνές και 8 απογευματινές εφημερίδες με ασύλληπτες κυκλοφορίες για τα σημερινά δεδομένα.

Η Ελένη Βλάχου έκλεισε «Καθημερινή» και «Μεσημβρινή», ο Πάνος Κόκκας την «Ελευθερία» που φυτοζωούσε μετά την απόφασή της να στηρίξει τους Αποστάτες και να φύγει από τον Κεντρώο χώρο, ενώ η «Αθηναϊκή» του Παπαγεωργίου έκλεισε μερικές μέρες αργότερα.

Η χούντα έκλεισε μόνο τις εφημερίδες της ΕΔΑ, την «Αυγή» και την απογευματινή αδελφή της «Δημοκρατική Αλλαγή». Μετά τη χούντα καμιά από αυτές τις εφημερίδες δεν κατάφερε να σταθεί.

Ο Παπαγεωργίου έβγαλε για λίγο την «Αθηναϊκή» που έκλεισε και η Ελένη Βλάχου την «Καθημερινή» που υποχρεώθηκε το 1988 να την πουλήσει στον Κοσκωτά αδυνατώντας να ανταποκριθεί στα μεγάλα έξοδα.

Παράλληλα είχε πουλήσει τον τίτλο της «Μεσημβρινής» στον εκδότη βιβλίων Χρήστο Σιαμαντά που την εξέδωσε το 1980 χωρίς ικανοποιητική κυκλοφορία. Λίγα χρόνια μετά αναγκάστηκε να την πουλήσει στον όμιλο Βαρδινογιάννη.

Ο κόσμος απλά μετακινήθηκε στις εφημερίδες που κυκλοφορούσαν και μεταπολιτευτικά συνέχισε να αγοράζει αυτές που κυκλοφορούσαν επί χούντας επιλέγοντας παράλληλα κάποια νέα φύλλα όπως η «Ελευθεροτυπία» που κυκλοφόρησε το 1975.

Ακόμη κι αυτές που έκαναν αντίσταση όπως «Η Βραδυνή» ή το «Εθνος» χρειάστηκε ή να καταδικαστούν σε χαμηλές κυκλοφορίες (Βραδυνή) ή να αλλάξουν τελείως εμφάνιση (Εθνος) για να πετύχουν.

Πηγή: pamesports.gr