Η πρόσφατη συμφωνία Τουρκίας–Ηνωμένου Βασιλείου για την προμήθεια 20 μαχητικών Eurofighter Typhoon, αξίας 10,66 δισ. δολαρίων, μπορεί να παρουσιάστηκε ως «ιστορική», ωστόσο, σύμφωνα με ανάλυση του Eurasiantimes, πρόκειται για μια κίνηση που περισσότερο αποκαλύπτει τα στρατηγικά λάθη της Άγκυρας παρά τα διορθώνει.
Από τη συμμετοχή στην... αγορά με το υψηλότερο τίμημα
Η Τουρκία υπέγραψε τη συμφωνία στις 27 Οκτωβρίου 2025, παρουσία του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του Βρετανού πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ. Ο τελευταίος τη χαρακτήρισε «τη μεγαλύτερη εξαγωγή μαχητικών μιας γενιάς».
Πίσω από τη διπλωματική βιτρίνα, ωστόσο, κρύβεται μια ειρωνεία: η Άγκυρα είχε απορρίψει τη δεκαετία του ’80 την ευκαιρία να γίνει ισότιμος εταίρος στο πρόγραμμα Eurofighter, χάνοντας τα προνόμια της συμπαραγωγής, της μεταφοράς τεχνολογίας και του μειωμένου κόστους.
Η επιλογή της να στραφεί τότε στα F-16 των ΗΠΑ, και αργότερα στο πρόγραμμα F-35 Joint Strike Fighter, της γύρισε μπούμερανγκ μετά το 2019, όταν η αγορά των ρωσικών S-400 οδήγησε στον αποκλεισμό της από το JSF και στις κυρώσεις CAATSA. Έτσι, η Τουρκία βρέθηκε χωρίς μαχητικό 5ης γενιάς και με περιορισμένες επιλογές ενίσχυσης της αεροπορίας της.
Το πολιτικό και βιομηχανικό κόστος
Η σημερινή συμφωνία καθιστά την Τουρκία τον δέκατο χρήστη του Eurofighter διεθνώς, αλλά όχι εταίρο του προγράμματος. Αυτό σημαίνει ότι πληρώνει ακριβότερα για 20 αεροσκάφη 4,5ης γενιάς, τα οποία θα παραδοθούν το 2030, χωρίς να συμμετέχει στη γραμμή παραγωγής.
Όπως επισημαίνει ο αναλυτής Aaron Stein του Foreign Policy Research Institute, η Άγκυρα εμφανίζεται ως «καθυστερημένος αγοραστής» που αναγκάζεται να πληρώσει υψηλό τίμημα για μια λύση ανάγκης.
Το στρατηγικό υπόβαθρο: η σκιά της Ελλάδας
Ο πραγματικός στόχος της Τουρκίας, όπως τονίζει το Eurasiantimes, είναι να αντισταθμίσει την αεροπορική υπεροχή της Ελλάδας, η οποία έχει ήδη εντάξει Rafale και έχει υπογράψει για F-35 Lightning II.
Η Άγκυρα επιχειρεί να καλύψει το τεχνολογικό κενό μέχρι να ενταχθεί σε υπηρεσία το εγχώριο μαχητικό KAAN, που θα χρειαστεί αρκετά χρόνια ακόμη για να καταστεί επιχειρησιακό.
Απόρριψη, βέτο και συμφωνία υπό πίεση
Η αγορά των Eurofighter καθυστέρησε λόγω του γερμανικού βέτο, που ήρθη μόλις το καλοκαίρι του 2025, μετά από πιέσεις της Βρετανίας και της Ιταλίας.
Η πρώτη παρτίδα περιλαμβάνει 20 νέα Typhoon Tranche 4, ενώ η Τουρκία σχεδιάζει να αποκτήσει επιπλέον 12 μεταχειρισμένα αεροσκάφη από Κατάρ και Ομάν, τα οποία αναμένονται το 2026.
Η συμφωνία συνοδεύεται και από πυραύλους MBDA Meteor, ενισχύοντας τις δυνατότητες αερομαχίας εκτός οπτικής επαφής.
Βιομηχανικά οφέλη για τη Βρετανία, όχι για την Τουρκία
Τα αεροσκάφη θα κατασκευαστούν από τη BAE Systems στο Ηνωμένο Βασίλειο, με τον Στάρμερ να μιλά για «νίκη της βρετανικής αμυντικής βιομηχανίας και της ασφάλειας του ΝΑΤΟ».
Η συμφωνία διασφαλίζει περίπου 500 θέσεις εργασίας σε εργοστάσια στο Warton και στο Samlesbury, όμως δεν προβλέπει μεταφορά τεχνολογίας στην Τουρκία.
Ένα ακριβό “μπάλωμα”
Η ανάλυση του Eurasiantimes καταλήγει πως, παρά τον ενθουσιασμό της Άγκυρας για τη «νέα εποχή» στην αεροπορία της, η συμφωνία δεν αλλάζει τη στρατηγική πραγματικότητα.
Η Τουρκία αγοράζει ό,τι θα μπορούσε να είχε συνδιαμορφώσει, χωρίς τα οφέλη εταίρου και χωρίς πρόσβαση στην τεχνολογία αιχμής των 5ης γενιάς.
Σε ένα περιβάλλον όπου η Ελλάδα ενισχύει το αποτρεπτικό της πλεονέκτημα και το ΝΑΤΟ πιέζει για συνοχή, η Άγκυρα βρίσκεται —για άλλη μια φορά— να πληρώνει ακριβά το τίμημα των δικών της επιλογών.
Super League
Premier League
Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων
Champions League
Europa League
UEFA Conference League
Bundesliga
Serie A
La Liga
Ligue 1
Superleague 2
Κύπελλο Ελλάδας
Euroleague
Basket League
NBA
Eurocup
Basketball Champions League
Volley
Tennis
Πόλο
Στίβος
Αυτοκίνητο