«Με τον Παναγιώτη, έχουμε περάσει τα καλύτερα χρόνια μαζί», λέει αρχικά ο Γκάλης και συνεχίζει: «Σε όλες τις επιτυχίες, αλλά και στις κακές στιγμές, είμασταν σαν μια οικογένεια. Είναι άξιος σε ότι κάνει και του εύχομαι καλή επιτυχία, όπου συνεχίζει».
Ο Γιαννάκης, χαμογελά και απαντά: «Αυτά που έχουμε βιώσει με το Νίκο, που φευγαλέα έρχονται στο μυαλό μας, μας κάνουν να ανατριχιάζουμε. Εγώ αισθάνομαι δέος! Υπήρξαν στιγμές οι οποίες ήταν ανεπανάληπτες και οι οποίες κάνανε χιλιάδες κόσμου να αγαπήσει το μπάσκετ. Και φυσικά να αγαπήσει τον Νικ, διότι έκανε πράγματα που κάνανε το παιχνίδι μας πολύ ελκυστικό, όχι μόνο για τους έλληνες, αλλά για όλους τους ευρωπαίους.
Τον ευχαριστούμε γι’ αυτό, γιατί ήταν μια δύσκολη εποχή, καθώς το μπάσκετ δεν ήταν τόσο δημοφιλές. Οπότε, νομίζω, πως κι αυτές οι επιτυχίες που έρχονται κάθε χρόνο στο ελληνικό μπασκετ, κατά ένα μεγάλο κομμάτι, οφείλονται και στο Νίκο, ο οποίος παρακίνησε αυτά τα παιδιά, να πιστέψουν ότι μπορούν να ξεπεράσουν τον εαυτό τους, πετυχαίνοντας απίστευτες νίκες. Ακόμα και σήμερα αν δει κάποιος τι έκανε μέσα στο γήπεδο, θα διαπιστώσει το πόσο ελκυστικά ήταν».
Νομίζω πως η μετονομασία του Αλεξανδρείου, είναι το λιγότερο. Εγώ νομίζω ότι ο Νίκος, έξω απ΄ αυτό, το οποίο νομοτελειακά θα γίνει, κάθε άνθρωπος που παίζει με μια μπάλα μπάσκετ, πίσω του, πάντα, κυλάει ο Νικ! Και αυτό νομίζω ότι είναι το σπουδαιότερο πράγμα για το οποίο πρέπει κάποιος να ευχαριστήσει τον Νικ. Κατάφερε κάτι που ήταν συγκλονιστικό για την περίοδο εκείνη, αλλά και για τη σημερινή..».
Ο Νίκος Γκάλης παίρνει θέση, εκφράζοντας εμμέσως, πλην σαφώς, την επιθυμία του: «Κοίτα, αυτό δεν είναι στο δικό μου χέρι. Και ότι δεν είναι στο δικό μου χέρι, εγώ δεν στενοχωριέμαι. Αν νομίζουν, ότι πρέπει, ας γίνει!».