Μία από τις κόρες του Ντιέγκο Μαραντόνα κατέθεσε την Τρίτη ότι ο γιατρός πρωτοβάθμιας περίθαλψης του πατέρα της δεν μπορούσε να της εξηγήσει τι είδους θεραπεία λάμβανε ο θρύλος του ποδοσφαίρου και κατηγόρησε τον γιατρό που συνέστησε τη μεταφορά του πατέρα της σε κατ' οίκον φροντίδα πριν από τον θάνατό του το 2020.
Διαβάστε επίσης...
Η Τζιανίνα Μαραντόνα είπε στο δικαστήριο ότι η υγεία του πατέρα της επιδεινωνόταν σοβαρά ένα μήνα πριν από τον θάνατό του και ότι είχε κάνει αυτή την παρατήρηση στον Λούκε αρκετές φορές.
Ο Λεοπόλδο Λούκε, νευροχειρουργός που ήταν ο γιατρός πρωτοβάθμιας περίθαλψης του Μαραντόνα, είναι ένας από τους επτά επαγγελματίες υγείας που δικάζονται για αμέλεια στον θάνατο του Μαραντόνα.
Ο Μαραντόνα υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση για αιμάτωμα που σχηματίστηκε μεταξύ του κρανίου και του εγκεφάλου του και παρέμεινε σε μονάδα εντατικής θεραπείας στην κλινική Los Olivos από τις 11 Νοεμβρίου 2020. Στη συνέχεια, στάλθηκε για ανάρρωση σε ιδιωτικό σπίτι, όπου πέθανε δύο εβδομάδες αργότερα σε ηλικία 60 ετών.
Οι ελλείψεις στην κατ' οίκον φροντίδα του Μαραντόνα αποτελούν ένα από τα βασικά αποδεικτικά στοιχεία της εισαγγελίας. Ένας καρδιολόγος κατέθεσε ότι ήταν αντίθετος στη μεταφορά του Μαραντόνα από την κλινική Ολίβος. Τρεις δικαστές θα αποφασίσουν εάν οι κατηγορούμενοι είναι ένοχοι για ανθρωποκτονία εξ αμελείας. Η μέγιστη ποινή φυλάκισης είναι 25 χρόνια.
«Κοιτάζοντας πίσω, νομίζω ότι ήταν μια σκηνοθετημένη κατάσταση, ένα θεατρικό έργο που μας έστησαν (σ.σ. η ιατρική ομάδα), για να επιδιώξουν αυτό που ήθελαν. Να κρατήσουν τον μπαμπά μόνο του, σε ένα σκοτεινό και άσχημο μέρος. Πονάει τόσο πολύ. Ολες αυτές οι αποφάσεις μου φαίνονται τόσο άδικες, όλα όσα υποσχέθηκαν (για την ανάρρωση) και δεν τηρήθηκαν ποτέ. Νιώθω σαν να ήταν μια φρικτή χειραγώγηση, ένα θεατρικό έργο με κακό τέλος»», είπε η Τζιανίνα, κόρη του Μαραντόνα και της πρώην συζύγου του, Κλαούντια Βιγιαφάνιε.
Ενταση υπήρξε στο δικαστήριο, όταν ακούσθηκε το ηχητικό μήνυμα ενός από τους κατηγορούμενους, του ψυχολόγου Κάρλος Ντίαζ, που παρουσιάσθηκε ως «ειδικός στον εθισμό» (σ.σ. από τον οποίο υπέφερε ο Μαραντόνα), απευθυνόμενος στην ψυχίατρο Κοσάτσοφ. Το μήνυμα υποδήλωνε μια ανησυχία περισσότερο νομική παρά ιατρική.
«Εδώ, ο στρατηγικός στόχος είναι να μετακυλισθεί η ευθύνη στην οικογένεια. Η ιδέα είναι να μας καλύψουν», δηλώνει η ψυχολόγος στο απόσπασμα, προκαλώντας φιθύρους αποδοκιμασίας στην αίθουσα του δικαστηρίου.
Τζιανίνα: «Δεν μπορούσες καν να δεις τα μάτια του, μιλούσε σαν... ρομπότ»
Η Τζιανίνα Μαραντόνα αφηγήθηκε επίσης πώς είδε τελευταία φορά τον πατέρα της στις 18 Νοεμβρίου (σ.σ. επτά ημέρες πριν από τον θάνατό του): «Ηταν πολύ πρησμένος, δεν μπορούσες καν να δεις τα μάτια του, μιλούσε σαν... ρομπότ. Ο Ντίαζ μου είπε ότι ήταν φυσιολογικό, όλοι μου είπαν το ίδιο πράγμα, ότι ήταν φυσιολογικό λόγω της κατάκλυσης και των μετεγχειρητικών συνθηκών».
Δεν τον ξαναείδε ποτέ ζωντανό: «Ο Ντίαζ μας είπε ότι του δίνουμε τον χώρο του, ότι ήταν μέρος της διαδικασίας, ότι αυτός (σ.σ. ο Μαραντόνα) ήθελε να είναι μόνος».
Πολύ μετά από την 25η Νοεμβρίου, «μίλησα στον μπαμπά, του είπα ότι ήθελα να πεθάνω, να πάω μαζί του, ότι δεν ήθελα τίποτε πια, ότι ήταν πολύ δύσκολο, όλα όσα είχαν συμβεί και συνέβαιναν από τότε που έφυγε».
Λίγο αργότερα, ζήτησε συγγνώμη από τον υιό της, την αδελφή της και την μητέρα τους για αυτές τις σκέψεις. Οι κατηγορούμενοι, από τους οποίους μόνο η Κοσάτσοφ έχει ανακριθεί μέχρι στιγμής, αρνούνται οποιαδήποτε ευθύνη, ισχυριζόμενοι ότι ήταν υπεύθυνοι για μια συγκεκριμένη εργασία (σ.σ. ψυχιατρική παρακολούθηση, νοσηλευτική φροντίδα, θεραπεία εθισμού κ.λπ.) που δεν σχετίζεται με την συγκεκριμένη αιτία θανάτου.