Η τρομοκρατική επίθεση στην περιοχή Παχάλγκαμ του Κασμίρ που έλαβε χώρα στις 22 Απριλίου 2025, άνοιξε το κουτί της Πανδώρας μεταξύ των ήδη τεταμένων σχέσεων Ινδίας - Πακιστάν, φέρνοντας τις δύο χώρες στα πρόθυρα ένοπλης σύγκρουσης. Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα τις πολιτικές κινήσεις βετεράνων σκακιστών που πραγματοποιούν αυτή τη στιγμή Μόντι και Σεμπάζ Σαρίφ.
Η επίθεση στο Κασμίρ, η οποία έχει καταγραφεί και ανέβει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από τον Ρίσι Μπατ, ο οποίος εκείνη τη στιγμή βρισκόταν στην περιοχή ως τουρίστας, εμφανίζει τους τρομοκράτες να έχουν ως στόχο της επίθεσής τους, άντρες και μάλιστα όσους δε γνωρίζουν τη μουσουλμανική ομολογία πίστεως, Μπασμάλα.
Ο Πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι έχει δηλώσει ότι οι τρομοκράτες καθώς και οι υποστηρικτές τους θα τιμωρηθούν πέρα από κάθε φαντασία. Aπό την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τη συνέντευξη που παραχώρησε από το γραφείο του στο Ισλαμαμπάντ στο Ρόιτερς, ο Πακιστανός υπουργός άμυνας, Καγουάτζα Ασίφ, «η στρατιωτική παρουσία του Πακιστάν έχει ενισχυθεί στα σύνορα με την Ινδία». Ο Καγουάτζα Ασίφ πρόσθεσε ότι «σε μια κανονική ένοπλη σύγκρουση και οι δυο χώρες θα πρέπει να απέχουν από τη χρήση της πυρηνικής επιλογής. Έχουμε ενισχύσει τις δυνάμεις μας γιατί είναι κάτι που περιμένουμε καθώς θεωρούμε ότι επίκειται επίθεση από την Ινδία. Επομένως, σε αυτήν την κατάσταση πρέπει να παρθούν ορισμένες στρατηγικές αποφάσεις».
Το παράδοξο που συμβαίνει με την επίθεση αυτή και στο οποίο αξίζει να σταθούμε, είναι ότι παρόλο που η τρομοκρατική οργάνωση Μέτωπο Αντίστασης, ανέλαβε την ευθύνη αυτού του χτυπήματος, υπήρξε φειδώ από δυτικά και κυρίως αμερικανικά μέσα στο να αποδώσουν τον όρο τρομοκράτες στους άνδρες που σκότωσαν. Τους χαρακτήρισαν ένοπλους ή μαχητές και όχι τρομοκράτες. Η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών χρησιμοποίησε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να ζητήσει δημόσια συγγνώμη για το άρθρο των Νιου Γιορκ Τάιμς το οποίο κάλυπτε το τρομοκρατικό χτύπημα στο Κασμίρ αναφέροντας «Τουλάχιστον 24 τουρίστες πυροβολήθηκαν από μαχητές στο Κασμίρ». Η επιτροπή δεν δίστασε να ψέξει τους Νιου Γιορκ Τάιμς σχετικά με την ειδησεογραφική τους αναφορά, περιγράφοντάς το άρθρο αυτό ως «αποκομμένο από την πραγματικότητα». Η κυβέρνηση των ΗΠΑ, συνέχισε την κριτική της στους Τάιμς προσθέτοντας ότι «είτε πρόκειται για την Ινδία είτε για το Ισραήλ, όταν πρόκειται για τρομοκρατία, οι NYT είναι αποκομμένοι από την πραγματικότητα».
Γιατί οι Τάιμς κρατούν αυτή την ουδέτερη στάση και δεν παραδέχονται ότι το χτύπημα στο Κασμίρ ήταν τρομοκρατική επίθεση; Το παράδοξο είναι ότι αυτή η τρομοκρατική επίθεση έλαβε χώρα όταν ο αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτείων, Τζέιντι Βανς, βρισκόταν στην Ινδία. Επιπλέον, πέρα από τις ΗΠΑ, ένα μεγάλο τμήμα των δυτικών μέσων ενημέρωσης, που ο Πρόεδρος Τραμπ αναφέρει ως «παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης», συχνά αναφέρουν περιστατικά τρομοκρατίας ως «πυροβολισμούς» ή «επιθέσεις από μαχητές». Οι αναλυτές έχουν συχνά επισημάνει τα «διπλά μέτρα και σταθμά» στην κάλυψη του Κασμίρ από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης. Ο διάσημος γλωσσολόγος Νόαμ Τσόμσκυ υποστήριξε ότι η χρήση της γλώσσας είναι μία πολύ ισχυρή μορφή προπαγάνδας, άρα δεν είναι καθόλου τυχαίος ο υποβιβασμός της σημασίας της επίθεσης με την περιγραφή ότι έγινε από μαχητές και όχι τρομοκράτες.
Το Πακιστάν, εδώ και δεκαετίες, διεξάγει «διασυνοριακή τρομοκρατία» κατά της Ινδίας και ισχυρίζεται ότι τα χτυπήματα αυτά είναι πράξη «μη κρατικών δρώντων» - μια κλασική περίπτωση αντιπροσωπευτικού πολέμου. Η Ινδία έχει σε πολλές περιπτώσεις μοιραστεί αποδείξεις με το Πακιστάν σχετικά με τρομοκράτες που προέρχονται από περιοχές που βρίσκονται υπό τον έλεγχό του, αλλά το Ισλαμαμπάντ δεν έχει ποτέ συνεργαστεί με το Νέο Δελχί για την έκδοση των υπευθύνων. Επομένως, το Πακιστάν δεν πείθει κανέναν με το κρυφτούλι που παίζει με τον εαυτό του ως προς την κάλυψη των τρομοκρατών που το ίδιο θρέφει και υποκινεί.
Αν Ινδία και Πακιστάν προχωρήσουν σε πόλεμο, η χρήση πυρηνικών όπλων θέλοντας και μη θα μπει στο παιχνίδι. Και οι δύο χώρες, η Ινδία και το Πακιστάν, είναι πυρηνικές δυνάμεις, οποιαδήποτε πιθανότητα σύγκρουσης, εγείρει ανησυχίες για το ενδεχόμενο η σύγκρουση να ξεφύγει από τον έλεγχο.
«Το Πακιστάν διαθέτει μικρές ατομικές βόμβες 125-250 γραμμαρίων που μπορεί να πλήξουν μια στοχευμένη περιοχή στην Ινδία», δήλωσε το 2019 ο τότε υπουργός σιδηροδρόμων του Πακιστάν, Σέιχ Ρασίντ σύμφωνα με το Geo News, κάνοντας σαφές με το σχόλιο αυτό ότι το Ισλαμαμπάντ θα βάλει τα πυρηνικά στο παιχνίδι, μόλις ανοίξει πόλεμο με την Ινδία για το Κασμίρ. Το Πακιστάν μέχρι στιγμής, επωφελείται από την υπεύθυνη πολιτική της Ινδίας για μη πρώτη χρήση πυρηνικών. Η Ινδία όμως έχει οικοδομήσει στρατηγική για να αντιμετωπίσει τον πυρηνικό εκβιασμό του Πακιστάν. Ονομάζεται δόγμα Ψυχρής Εκκίνησης, «Cold Start». Αποσκοπεί στην τιμωρία του Πακιστάν αλλά χωρίς τη χρήση πυρηνικών. Αν το Πακιστάν συνεχίσει να προκαλεί, οι ινδικές δυνάμεις θα κάνουν γρήγορες και σφοδρές επιθέσεις στο Πακιστάν. Τέτοιες επιθέσεις θα είναι περιορισμένες σε έκταση ώστε να μην δώσουν κανένα λόγο στο Πακιστάν να ξεκινήσει μια πλήρους κλίμακας αντεπίθεση. Η έκπληξη είναι βασικό στοιχείο της δόγματος Cold Start.
Aν τα πυρηνικά όπλα μπουν στο παιχνίδι, τότε η σύγκρουση Ινδίας - Πακιστάν θα βγει για τα καλά από τα σύνορα της χώρας και θα μετατραπεί εν μία νυκτί σε παγκόσμιο πρόβλημα. Γιατί πρέπει όμως να φτάσουμε στο σημείο αυτό για να καταλάβουμε τι επιχειρεί να κάνει το Πακιστάν στην Ινδία χτυπώντας το πολύπαθο Κασμίρ;
Αυτό που πρέπει να καταλάβει η παγκόσμια κοινότητα και να γίνει αντιληπτό μέσα από τις δηλώσεις Ευρωπαίων και Αμερικανών δημοσιογράφων είναι ότι έχουμε να κάνουμε με υποκινούμενα τρομοκρατικά χτυπήματα του Πακιστάν στην Ινδία. Η Τουρκία έχει αρνηθεί ότι παρέχει στρατιωτική βοήθεια στο Πακιστάν, αλλά το στηρίζει μέσω της οικονομίας αλλά και της άμυνας οπότε φαίνεται ότι υπάρχει και στρατιωτική στήριξη μεταξύ των δύο βαθιά ισλαμικών θεοκρατικών κρατών. Αν το Πακιστάν με τα τρομοκρατικά αυτά χτυπήματα, εν τέλει πυροδοτήσει πόλεμο με την Ινδία, η Τουρκία και η Κίνα θα το στηρίξουν αλλά αυτή τη στιγμή με την αναθεώρηση των κανόνων διεθνούς δικαίου για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας τόσο οι ΗΠΑ όσο η Ευρώπη και τα Εμιράτα σίγουρα θα βρεθούν εναντίον του και θα στηρίξουν την Ινδία.
Η Ινδία προετοιμάζεται και υπολογίζει τα επόμενα βήματά της. Έκλεισε τον εναέριο χώρο της για τις πακιστανικές αεροπορικές εταιρίες και την πακιστανική πολεμική αεροπορία, λίγες ημέρες αφού το Πακιστάν έπραξε το ίδιο για τις ινδικές αεροπορικές εταιρείες και αποχώρησε από τη συμφωνία των υδάτων του Ινδού ποταμού.
Το Πακιστάν όμως δεν σταματά να λειτουργεί επιθετικά προς την Ινδία λόγω του ανομολόγητου φόβου προς αυτήν. Το 1993, η CIA έφερε στο φως τα πορίσματα μιας μυστικής αξιολόγησης από τα οποία προκύπτει η συνθήκη ότι το Πακιστάν φοβάται την Ινδία όχι μόνο οικονομικά ή στρατιωτικά, αλλά υπαρξιακά. Η εθνική εκτίμηση πληροφοριών (NIE), που η CIA αποκάλυψε, μελέτησε τη δυναμική Ινδίας-Πακιστάν και κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: αν ξεσπάσει πόλεμος μεταξύ των δύο χωρών, πιθανότατα θα ξεκινήσει με κάτι σαν το Κασμίρ, και το Πακιστάν θα είναι σε αμυντική θέση από την αρχή.
Το Πακιστάν δυστυχώς έχει παράδοση ως χώρα στην εξαγωγή τρομοκρατών σε παγκόσμιο επίπεδο. Εδώ και δεκαετίες, αντιμετωπίζει σοβαρές κατηγορίες για την παροχή καταφύγιου σε τρομοκράτες καθώς και για την προώθηση της τρομοκρατίας σε όλο τον κόσμο, έχοντας πραγματοποιήσει τρομοκρατικές επιθέσεις από την Ινδία και το Αφγανιστάν μέχρι τη Ρωσία, το Ιράν και το Ηνωμένο Βασίλειο. Έκθεση του ευρωπαϊκού ιδρύματος για τις μελέτες χωρών της Νοτίου Ασίας με τίτλο «Στρατός του Πακιστάν και Τρομοκρατία: μια ασεβής συμμαχία» αποκάλυψε την ισχυρή σχέση που υπάρχει μεταξύ του στρατού του Πακιστάν, της ISIS και των εξτρεμιστών κληρικών.
Η χρονική αυτή στιγμή που το Πακιστάν επέλεξε να χτυπήσει το Κασμίρ δεν είναι καθόλου τυχαία αλλά είναι στρατηγικά επιλεγμένη καθώς ένας πόλεμος με την Ινδία αυτή τη στιγμή θα λειτουργήσει ως συνδετικός κρίκος για τους κατοίκους του Πακιστάν που αυτή τη στιγμή βιώνουν πολύ σοβαρά προβλήματα φτώχειας και έλλειψης κοινωνικών δομών. Ένας τέτοιος πόλεμος θα αναζωπυρώσει την εθνική συνοχή και το αίσθημα περηφάνιας, κρύβοντας για μία ακόμη φορά τα χρόνια προβλήματα δυσλειτουργιών του κράτους κάτω από το χαλί.
Σύμφωνα με τον Σαιτζάν Γκοέλ, διευθυντή διεθνούς ασφάλειας του Ιδρύματος Ασίας-Ειρηνικού, «πρέπει να δώσουμε στο τρομοκρατικό χτύπημα στο Κασμίρ τη σημασία που του αξίζει βλέποντας στα θύματα ανθρώπινες ιστορίες και όχι αριθμούς». Επομένως, είναι άμεση ανάγκη εμείς οι κάτοικοι της Δύσης, όταν έχουμε συνειδητοποιήσει αυτά που διακυβεύονται σε παγκόσμιο επίπεδο αν ένας πόλεμος μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν ξεκινήσει, να κινητοποιηθούμε ξεκινώντας από την απλή αλλά ζωτικής σημασίας να δίνουμε στα γεγονότα τους σωστούς ορισμούς που αποδίδουν τη σημασία τους, ιδιαίτερα όταν η τρομοκρατία ελλοχεύει.