Νέες αντιδράσεις προκαλούν οι δηλώσεις του Ισραηλινού υπουργού Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριχ, ο οποίος χαρακτήρισε τη Λωρίδα της Γάζας «φλέβα χρυσού» για την αγορά ακινήτων, αποκαλύπτοντας ότι βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες για τη μεταπολεμική «μοιρασιά» του παράκτιου θύλακα.
Σύμφωνα με ισραηλινά μέσα ενημέρωσης, ο ακροδεξιός υπουργός μιλώντας σε συνέδριο ακινήτων στο Τελ Αβίβ ανέφερε ότι στη Γάζα υπάρχει «ένας πλούτος ακινήτων» που «γίνεται απόσβεση» και υπογράμμισε:
«Έχουμε επενδύσει πολλά χρήματα σε αυτόν τον πόλεμο. Πρέπει να δούμε πώς θα μοιράσουμε τη γη σε ποσοστά. Την κατεδάφιση, το πρώτο στάδιο στην ανανέωση της πόλης, την έχουμε ήδη κάνει. Τώρα απλώς πρέπει να χτίσουμε».
Το σχέδιο Τραμπ για «Ριβιέρα» στη Γάζα
Οι δηλώσεις Σμότριτς συνδέονται με το σχέδιο που έχει κατά καιρούς παρουσιάσει ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος μίλησε για τη μετατροπή της Γάζας σε μια αμερικανικά ελεγχόμενη «Ριβιέρα». Σύμφωνα με δημοσίευμα της Washington Post, η Ουάσιγκτον εξετάζει σχέδιο που θα θέτει τη Γάζα υπό αμερικανική διοίκηση για μια δεκαετία, προβλέποντας παράλληλα οικονομικά κίνητρα για τη μόνιμη μετεγκατάσταση περίπου του ενός τετάρτου του παλαιστινιακού πληθυσμού.
Το σχέδιο έχει ήδη απορριφθεί από τους Παλαιστίνιους, τον αραβικό κόσμο αλλά και σημαντικό μέρος της διεθνούς κοινότητας.
Αποστάσεις Σμότριχ από Νετανιάχου για την «υπερ-Σπάρτη»
Ο Σμότριχ διαφοροποιήθηκε και από τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος πρόσφατα υποστήριξε ότι το Ισραήλ, λόγω διεθνούς απομόνωσης, ίσως χρειαστεί να εξελιχθεί σε μια «αυτοδύναμη οικονομία με αυταρχικά χαρακτηριστικά» και να γίνει μια «υπερ-Σπάρτη».
«Δεν συμφωνώ με τα λόγια του πρωθυπουργού και πραγματικά δεν μου άρεσε η σύγκριση με τη Σπάρτη», είπε ο Ισραηλινός υπουργός.
Οι δηλώσεις Νετανιάχου προκάλεσαν σφοδρή κριτική από την αντιπολίτευση και τον επιχειρηματικό κόσμο, ενώ ακολούθησε και πτώση στο Χρηματιστήριο του Τελ Αβίβ. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός προσπάθησε να ανασκευάσει, υποστηρίζοντας ότι αναφερόταν κυρίως στον τομέα των αμυντικών βιομηχανιών και όχι στο σύνολο της οικονομίας.