Το ετήσιο Συνέδριο της Παμποντιακής Ομοσπονδίας ΗΠΑ και Καναδά πραγματοποιήθηκε με επιτυχία, όπως σημειώνει σε άρθρο του στο Pontos Voice ο καθηγητής ιστορίας Κωνσταντίνος Φωτιάδης, φωτίζοντας ένα μεγάλο, συχνά αποσιωπημένο, κεφάλαιο της ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού — αυτό των ελληνόφωνων μουσουλμάνων και των κρυπτοχριστιανών του Πόντου.

Ο Φωτιάδης υπενθυμίζει ότι στα «πέτρινα χρόνια» της Οθωμανοκρατίας υπήρξαν Πόντιοι που αντιστάθηκαν στον εξισλαμισμό, διατηρώντας την πίστη, τη γλώσσα και τα ήθη τους. Ωστόσο, με τη Συνθήκη της Λοζάνης το 1923, η ανταλλαγή των πληθυσμών βασίστηκε αποκλειστικά στο κριτήριο της θρησκείας, αφήνοντας πίσω περίπου 190.000 ελληνόφωνους μουσουλμάνους, οι οποίοι παρέμειναν στην Τουρκία, παρά την ελληνική τους καταγωγή.

Έναν αιώνα μετά, αυτοί οι άνθρωποι εξακολουθούν να μιλούν την ελληνική διάλεκτο της περιοχής, να τηρούν παραδόσεις και να φυλάνε προγονικά κειμήλια, αποδεικνύοντας τη ζωντανή συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού στον Πόντο. Ο συγγραφέας καταλογίζει διαχρονικές ευθύνες στις ελληνικές κυβερνήσεις που ουδέποτε προσέφυγαν σε διεθνή φόρα ή δικαστήρια ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τα δικαιώματα αυτών των πληθυσμών, αφήνοντάς τους εκτεθειμένους στη σιωπή και στην αφομοίωση.

Το κείμενο αναφέρεται και στους κρυπτοχριστιανούς του Πόντου — γνωστούς ως «κλωστούς» ή «τενεσούριδες» — που υποχρεώθηκαν να προσποιηθούν εξισλαμισμό για να επιβιώσουν, αλλά κράτησαν μυστικά τον χριστιανισμό και την ελληνική τους ταυτότητα. Σύμφωνα με εκθέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, το 1914 ήταν καταγεγραμμένοι περίπου 43.000 τέτοιοι πληθυσμοί σε περιοχές όπως ο Όφις, η Θωανία, η Μάτσκα και η Νικόπολη.

Παρά τις εκκλήσεις τους, η ελληνική διπλωματία του Μεσοπολέμου αρνήθηκε να τους δεχτεί, προτάσσοντας τη διατήρηση «καλών σχέσεων» με την Άγκυρα. Το 1941 νέα αιτήματα επαναπατρισμού απορρίφθηκαν, ενώ η Τουρκία ανταπέδωσε τη «φιλία» με τον ληστρικό φόρο “Βαρλίκ Βεργκισί”, που οδήγησε σε οικονομική εξόντωση των Ελλήνων της Πόλης.

Ο Φωτιάδης υπενθυμίζει ότι μόλις το 1992 το ελληνικό Κοινοβούλιο συζήτησε για πρώτη φορά το ζήτημα, έπειτα από ερωτήσεις των βουλευτών Λ. Κωνσταντινίδη, Θ. Κατσανέβα και Χ. Καστανίδη, οι οποίοι ζήτησαν να διερευνηθεί η δυνατότητα ίδρυσης ελληνικού προξενείου στην Τραπεζούντα.

Στο άρθρο περιλαμβάνεται και η περίπτωση της Τουρκάλας δημοσιογράφου Ουζάι Μπουλούτ (Uzay Bulut), η οποία, με ένα απλό τεστ DNA, ανακάλυψε την ελληνική της καταγωγή. Η ίδια, με θάρρος, μιλά δημόσια για τις ρίζες της και υπερασπίζεται την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων, επιμένοντας ότι «δεν είμαστε εμείς παιδιά των Οθωμανών, αλλά αυτοί παιδιά των Ελλήνων».

Το ρεπορτάζ του Κωνσταντίνου Φωτιάδη μέσα από το συνέδριο της Παμποντιακής Ομοσπονδίας ΗΠΑ και Καναδά υπενθυμίζει πως, έναν αιώνα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ο Ελληνισμός του Πόντου εξακολουθεί να αναζητά τη δικαίωση της Ιστορίας και την αναγνώριση της μνήμης του.