Γράφει η Μαρία Πετρίδη

 Και μιλάμε για φράσεις που κουβαλάνε μέσα τους τόσο έντονο και δυνατό μίσος που δεν σε θυμώνουν, δεν σε τσατίζουν, δεν σε προσβάλλουν... Σε τρομάζουν.

Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να πω πόσο αηδιαστικές ήταν οι δηλώσεις του Δ. Γιαννακόπουλου. Ούτε πόσο υποτιμάνε τη νοημοσύνη μας αυτές της επόμενης μέρας, του τύπου «δεν είμαι τέτοιος άνθρωπος, παρεξήγησις, αγάπη ολούθε, πού να τρέχουμε στα δικαστήρια τώρα… Σένιο παιδί ο Βασίλης κι ό,τι είπαμε ψωμί κι αλάτι».

Δεν νομίζω, επίσης, ότι χρειάζεται να πω ότι η αντίδραση του Βασίλη Σπανούλη δεν ήταν δα και τόσο προκλητική. Ένας από τους πλέον «κακοποιημένους» έλληνες αθλητές, την 1.823.459η που τού βρίζουν, πηδάνε, καταριούνται την οικογένεια, δεν αντέχει να υποκριθεί τον ατσαλάκωτο και κάνει τη γνωστή «δεν άκουσα, πώς είπατε, ορίστε…» χειρονομία. Και το ευγενικό κι έντιμο πλήθος των φιλάθλων της αντίπαλης ομάδας προσβάλλεται και αγανακτεί. Γιατί μόνο οι φίλαθλοι έχουν δικαίωμα στην προσβολή και την αγανάκτηση.

Δεν είμαι φαν του Σπανούλη, μάλλον το αντίθετο θα πούνε όσοι με ξέρουν. Δεν είμαι όμως ούτε φαν της λογικής «αυστηροί με τους άλλους επιεικείς με τους δικούς μας». Για αυτό και από τις χθεσινοβραδινές εκφράσεις φίλαθλου πνεύματος, περισσότερο με απογοήτευσε η στάση των παικτών του Παναθηναϊκού κι ας μην είμαι Παναθηναϊκός. Μου φάνηκαν δειλοί και λίγοι. Σε έναν ιδανικό κόσμο θα ήθελα να αγκαλιάσουν τον Σπανούλη. Να τον προστατέψουν. Να δείξουν στην πράξη, στα δύσκολα, τον περιβόητο σεβασμό στον αντίπαλο, αυτόν που τόσο συχνά αναφέρουν στις καλοραμμένες συνεντεύξεις τους. Αυτοί ήξεραν καλύτερα από όλους πόσο άγριο ήταν το πλήθος με τον Β. Σπανούλη. Έβλεπαν πως η παράνοια ετοιμαζόταν για μία ακόμα φορά να βάλει θεαματικό τρίποντο. Και το άφησαν να μπει. Ανενόχλητο.

Και σε αυτό το «να μην ενοχλήσουμε» πνεύμα ήταν και η δήλωση του Αντώνη Φώτση (που σε αντίθεση με τον Σπανούλη τον συμπαθούσα τον μπαγάσα): «Σίγουρα προκάλεσε τους οπαδούς η κίνηση αυτή, που αντέδρασαν λάθος. Δεν θέλω να είμαι δικαστής. Ίσως θα έπρεπε να αντιδράσουμε λίγο καλύτερα». Πείτε με ανόητη αλλά περίμενα να πει ένα «όλοι είμαστε φάουλ», ένα «ντρέπομαι, δεν θέλω να έρχονται αυτοί οι άνθρωποι στα γήπεδα», ένα «φτάνει πια», αν όχι ένα «είμαστε όλοι Σπανούληδες», κι όχι να αναμασήσει διπλωματικά κλισέ. Γιατί μωρέ Αντώνη, ήρθε η ώρα εσείς οι παίκτες να κάνετε αυτό που όλοι οι άλλοι δεν τολμάνε: Να ακουμπήσετε την μπάλα στο παρκέ, να γυρίσετε την πλάτη στη θρασύδειλη κυριαρχία των κόμπλεξ και να αρνηθείτε να παίξετε ΑΥΤΟ το παιχνίδι. Ε;

Υ.Γ1: Για την ιστορία δεν είμαι ούτε Ολυμπιακός ούτε Παναθηναϊκός. Ξεψυχισμένο ΑΕΚάκι είμαι από αυτά τα ρομαντικά και τα αφελή. Που θέλουν τη φανέλα ιδρωμένη κι όχι φτυσμένη. Που δεν χαίρονται με τους τσαμπουκάδες της αγέλης τους αλλά ντρέπονται και σιχαίνονται. Και ναι, προτιμώ τον αιώνιο πάτο από μια κορυφή στην οποία θα πρέπει να έχω παρέα τύπους σαν τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο και τους ομοίους του.

Υ.Γ2: Για να προλάβω το σχετικό κλισέ: Όχι, δεν θεωρώ πως τα εκατομμύρια που παίρνουν όλοι αυτοί οι παίκτες είναι ικανά να τους βουλώσουν τα αυτιά ή να τους απενεργοποιήσουν κάθε σπιθαμή συναισθήματος. Άλλωστε δεν είναι μόνο οι αθλητές λουξ κατηγοριών που ακούνε τα «καλύτερα» στα γήπεδα. Νομίζω μάλιστα πως τις περισσότερες φορές η επιθετικότητα μεταξύ των αθλητών στα παιχνίδια, είναι αποτέλεσμα αυτής ακριβώς της τρυφερής οπαδικής ατμόσφαιρας, που σαν ιός μεταδίδεται σε όποιον την αναπνέει.

Πηγή: protagon.gr