Ένα από τα πιο κοινότυπα πράγματα στη ζωή είναι, ότι η επιτυχία από την αποτυχία πραγματικά κρέμονται από μια κλωστή. Παρότι είναι κοινότυπο, το ξεχνούν πάρα πολλοί. Γι'αυτό θα σας πιάσω ανάποδα. Αν δεν φόραγαν αυτές τις φανέλες, μπορεί να πει κάποιος, ότι ο Ολυμπιακός δεν είναι η κορυφαία ομάδα της Ευρώπης την τελευταία τετραετία; Δηλαδή σίγουρα το 2023 και το 2025 και ήταν από τις καλύτερες το 2022 και το 2024. Μπορεί να πει κάποιος, ότι ο περσινός πρωταθλητής Ευρώπης Παναθηναϊκός δεν ήταν άθλος που βρέθηκε στο Final Four χωρίς τον πιο επιδραστικό του παίκτη και ίσως στην Ευρώπη. Μιλάμε για τον Λεσόρ, ο οποίος όχι μόνο δεν αντικαταστάθηκε επάξια, αλλά ούτε φύσει ούτε θέση. Θυμίζω, ότι η ομάδα χτίστηκε γύρω από τον Λεσόρ. Δεν ήταν απλά ένας καλός παίκτης που βρέθηκε στην κορυφαία πεντάδα της Ευρωλίγκα την περασμένη χρονιά. Νομίζω, ότι πιάσατε το νόημα. Όλα είναι σχετικά από ποια οπτική γωνία τα βλέπεις.
Διαβάστε επίσης...
Για τους φιλάθλους, οπαδούς και ιδιοκτήτες (σύμφωνα και με τη δήλωση Γιαννακόπουλου), οι ελληνικές ομάδες απέτυχαν και απέτυχαν παταγωδώς. Σε μια κοινωνία όμως που δεν μετρά μόνο ο πρώτος, παρέμειναν δύο από τις μεγαλύτερες και σε διάρκεια δυνάμεις της Ευρώπης.
Πάμε τώρα να ανοίξουμε το μαύρο κουτί. Νομίζω, ότι εάν το δούμε λίγο απέξω και συνολικά, γιατί σίγουρα είχαν πολλές διαφορές και οι δύο στον λόγο που απέτυχαν, στόχευσαν περισσότερο στον ελληνικό τελικό παρά στους ημιτελικούς τους. Δηλαδή ενώ στην πραγματικότητα σε αυτό το επίπεδο δεν συμβαίνει αυτό, δηλαδή σαν να πίστεψαν από ένα σημείο της σεζόν και μετά ότι το είχαν. Σαν υπεροψία. Αποδείχτηκε, ότι στην Ευρωλίγκα, αν δεν δουλέψεις στα παιχνίδια δεν πας πουθενά. Είναι τόσο σκληρή διοργάνωση.
Και οι δύο προπονητές έδωσαν την εντύπωση, ότι εκτός από αδιάβαστοι ή έκαναν λάθος ανάγνωση, ήταν και πολύ λίγο επιδραστικοί στους ημιτελικούς. Σαν να ήταν σοκαρισμένοι από αυτό που έβλεπαν. Μουδιασμένοι, αδιάβαστοι και παρατημένοι στη μοίρα τους. Η εικόνα των αντιπάλων τους τούς σόκαρε και έμοιαζαν να μην είναι προετοιμασμένοι σε αυτήν την εικόνα. Σίγουρα λοιπόν είναι και ευθύνη των προπονητών η αποτυχία, απλά διαφωνώ με το ανάθεμα μια ολόκληρης χρονιάς και εξαετίας στον Μπαρτζώκα για ένα 40λεπτο. Εμείς δεν διοικούμε, αναλύουμε...
Σίγουρα σε καμία ομάδα, πλην του Φουρνιέ και του Οσμάν, δεν τράβηξε κανένα άλλο όνομα. Και έχουν πολλά ονόματα και οι δύο ομάδες. Επίσης αποδεικνύεται, παρότι δεν τρόμαζαν Μονακό και Φενέρ, γιατί μετά από πολλά χρόνια δεν υπήρχαν ισπανικές δυνάμεις, η ΤΣΣΚΑ και η Μακάμπι και πήγαν στην ουσία στη διοργάνωση ως φαβορί, δεν κερδίζονται παιχνίδια με έναν παίκτη-πρωταγωνιστή, χρειάζεται όλη η ομάδα.
Ο Παναθηναϊκός είχε δυσκολότερο έργο. Και διότι αυτός δεν ήταν το τελευταίο διάστημα αυτός που έπρεπε και επειδή η Φενέρ σε σχέση με τη Μονακό ήταν πολύ πιο πλήρης και έμπειρη ομάδα. Ήταν από τις ομάδες δηλαδή που θα μπορούσαν να υπερνικήσουν τη δυναμική ενός πρωταθλητή Ευρώπης, όπως ο Παναθηναϊκός στο παρκέ. Είχαν να παρουσιάσουν πολλά πράγματα απέναντι σε αυτό. Και όπως και έγινε. Αν προκαλεί κάτι εντύπωση σε αυτό είναι το πόσο λιγότερο απ' ότι περιμέναμε το πάλεψε ο Παν αθηναϊκός και με την εικόνα που είχε λογικά άφησε τα σκήπτρα στον επόμενο πρωταθλητή Ευρώπης. Για μένα από αυτά που έχουμε πει μέχρι τώρα περισσότερο στοίχισε η «απουσία» του Σλούκα. Είναι ξεκάθαρο, χωρίς να είμαστε ρεπόρτερ ομάδων, ότι ο αρχηγός των «πρασίνων» και περσινός MPV του Final Four δεν ήταν σε κατάσταση και ετοιμότητα να αγωνιστεί για λόγους (που ξέρουν μόνο οι πράσινοι) και ορθώς έκρυψαν. Η απουσία του όμως ήταν παραπάνω από εμφανής σε χρόνο (θυμίζουμε έπαιξε ελάχιστα στον ημιτελικό και καθόλου στον μικρό τελικό) σε οργάνωση, σε δημιουργία, σε σκοράρισμα και κυρίως σε ηγετική προσωπικότητα. Ο Παναθηναϊκός βγαίνει πιο ήρεμος από αυτήν την αποτυχία και αν συνυπολογίσουμε και την επιστροφή του Λεσόρ σιγά σιγά στη δράση ξεκινάει ως φαβορί λόγω και του πλεονεκτήματος έδρας στους τελικούς που μην ξεχνάμε έρχονται την Παρασκευή.
Για τον Ολυμπιακό ήταν για τρεις λόγους μεγαλύτερο το σοκ που υπέστη. Πρώτον ήταν πρώτος και καλύτερος στην κανονική διάρκεια και στα πλέι οφ. Μπορεί να μην ήταν τόσο εντυπωσιακός όσο το 2023 στο κανονικό διάστημα, αλλά ήταν σίγουρα καλύτερος απ΄όλους τους αντιπάλους. Δεύτερον, πήγε σαν φαβορί και με τις προσθήκες σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια τον Φουρνιέ και την επιστροφή του Βεζένκοφ. Τρίτον, σε σχέση με τους άμεσους αντιπάλους του στο Final Four είχε το μεγαλύτερο know how του τελευταίου διαστήματος. Γι'αυτόν τον λόγο σε συνδυασμό ότι είχε απέναντί του μια πολύ ταλαντούχα ομάδα αλλά μόλις στο Final Four της ιστορίας της και με έναν προπονητή όσο εμβληματικός και αν είναι για τον σύλλογο είναι μόλις τον έκτο μήνα παρουσίας του στο τοπ επίπεδο έγειραν την πλάστιγγα σε μεγάλο βαθμό υπέρ του. Όμως στο παρκέ αποδείχτηκε κάτι εντελώς αντίθετο. Ο Ολυμπιακός παρουσιάστηκε χειρότερος από οποιοδήποτε άλλο παιχνίδι κρίσιμο την τελευταία τετραετία στην Ευρώπη. Για μένα δεν μπορεί να είναι μόνο η πίεση και η πνευματική προετοιμασία, που σίγουρα είχε ο Ολυμπιακός, υπεύθυνη για τον αποκλεισμό του. Πολλά μπορούμε να πούμε εδώ από το να μην αξιολόγησε σωστά τον αντίπαλο (μέχρι και να τον υποτίμησε), να μην έχει προλάβει να “διαβάσει” τον Σπανούλη ως προπονητή επειδή είναι μικρό διάστημα σε αυτό το επίπεδο, να μη δούλεψε το μπάσκετ του προπονητή του (γνωστό και ως Μπαρτζώκας-Ball) το ίδιο καλά όπως δούλεψε μέσα σε μια χρονιά και χίλια άλλα τεχνικά πράγματα που δεν είμαστε αρμόδιοι να δώσουμε. Σίγουρα όμως στην περίπτωση του Ολυμπιακού σε σχέση με τον Παναθηναϊκό και απόλυτα, ακούγεται πολύ παραπάνω η λέξη αποτυχία. Υπάρχει πολύ μεγάλη εσωστρέφεια, κυρίως λόγω των προσδοκιών που είχαν δημιουργηθεί και ο Ολυμπιακός θα πρέπει να βρει έναν τρόπο, να αντιδράσει και άμεσα, γιατί όπως είπαμε έρχονται τελικοί, στους οποίους φταίνε οι αουτσάιντερ, αλλά και σε βάθος χρόνου ως προς τον σχεδιασμό του την επόμενη χρονιά. Οι Ερυθρόλευκοι αν αφήσουν την απογοήτευση να επηρεάσουν τον σχεδιασμό τους με σπασμωδικές κινήσεις (βλέπε αλλαγή προπονητή και κομβικών παικτών) ίσως αποτύχει από τώρα και για την επόμενη χρονιά.
Με την αντίδραση των ιδιοκτητών και των δύο ομάδων με πολύ ποιοτικές κινήσεις, στον Ολυμπιακό σε σχέση με τον Παναθηναϊκό, θα πρέπει να γίνουν πολύ πιο προσεκτικές κινήσεις και περισσότερες, παρότι έχει ένα από τα πιο ακριβά ρόστερ της ιστορίας του. Δηλαδή ο Ολυμπιακός παρουσιάστηκε στα κρίσιμα χωρίς την ποιότητα των γκαρντ των αντιπάλων του. Οπότε παρότι έφερε δύο παίκτες παγκοσμίου εμβέλειας πέρσι, κατάφερε να έχει ανισορροπία στο ρόστερ του.
Γενικά στην Ευρωλίγκα, όχι μόνο στον Ολυμπιακό ή τον Παναθηναϊκό, έχουν γίνει πολύ εντυπωσιακές κινήσεις πράγμα που θα αναλύσουμε σε επόμενο άρθρο. Όσον αφορά τις δικές μας ομάδες τόσο οι αποχωρήσεις που διαφαίνονται στον Ολυμπιακό (Γκος, Ράιτ, ΜακΚίσικ) όσο και οι προσθήκες ( Τάισον Γουόρντ) φαίνεται πως είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Την πιο εντυπωσιακή κίνηση πάντως στην Ευρώπη την έχει κάνει ο λιγότερο απογοητευμένος, ο Παναθηναϊκός, παίρνοντας τον κορυφαίο γκαρντ στην Ευρωλίγκα, τον Τι Τζέι Σορτς και κάνοντας πυραυλοκίνητη την περιφέρειά του. Επειδή όμως τα ίδια λέγαμε τέτοια εποχή με τον Μπράουν, χρειάζεται πολλή υπομονή να δούμε πως χτιστεί ο Παναθηναϊκός, ο οποίος με τη σειρά του θα πρέπει να βρει μετά από δύο χρόνια έναν κατάλληλο, συμπληρωματικό παίκτη του Λεσόρ (αν αυτός παρουσιαστεί στα δεδομένα που τον είχαμε συνηθίσει γιατί προέρχεται από πολύ σημαντικό τραυματισμό) όπως και έναν αντικαταστάτη του Παπαπέτρου που φαίνεται να αποχωρεί τόσο στις θέσεις των φόργουορντ που ο Ιωάννης έπαξε από το 2 μέχρι το 4 όσο και στη θέση του ελληνικού κορμού, όπου εκεί ίσως δούμε την επιστροφή ενός από τα μεγαλύτερα ταλέντα του ελληνικού μπάσκετ, του Αβδάλα (19 ετών) που παίζει δανεικός στο Περιστέρι, εάν ο ίδιος δεν επιλέξει κάποιο κολλέγιο ή θυγατρική ομάδα του ΝΒΑ.
Και μια ευχή, να δούμε λίγο λιγότερους τοξικούς τελικούς σε σχέση με πέρσι.