Η αίσθηση του Βορειοιρλανδού τεχνικού είναι πως η διαφορά έγκειται στο βάθος του ρόστερ, με τις λύσεις που διαθέτει ο Σερ Αλεξ Φέργκιουσον στον πάγκο να είναι πολύ ανώτερες από τις δικές του. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μία καλή δικαιολογία το γεγονός πως στο τελευταίο ημίωρο η Λίβερπουλ πίεσε και απείλησε μετά το 2-0 την Κυριακή ακόμη και για την ισοφάριση. Ωστόσο αυτό θα ήταν απλοϊκή προσέγγιση στο πρόβλημα.

Η Λίβερπουλ που συνέτριψε με 4-1 τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ τον Μάρτιο του 2009 μέσα στο «Θέατρο των Ονείρων», διεκδικώντας τον τίτλο έως το τέλος ήταν μία ενδεκάδα που διέθετε πλην των γνωστών υπόπτων Τόρες(στο καλύτερο σημείο της καριέρας του) και Τζέραρντ, ποιότητα στα χαφ που είναι δυσεύρετη σήμερα. Ο Μασεράνο ως αμυντικός χαφ έκανε τρέξιμο για τρεις συν τη μπάλα που ξέρει και ο Τσάμπι Αλόνσο στο ρόλο του οργανωτικού ανασταλτικού, δεν μπορεί να συγκριθεί όχι μόνο με τους τωρινούς χαφ της Λίβερπουλ (Λούκας και Αλεν), αλλά ούτε με αυτούς που έχει η Γιουνάιτεντ στο γήπεδο. Ο Βάσκος είχε μία ποιότητα που σπάνια συναντάς με την ικανότητα να αλλάζει το παιχνίδι με μπαλιές τριάντα μέτρων και με τα δύο πόδια και χρωστά πάρα πολλά στη Λίβερπουλ για την εξέλιξη του αφού στην Πρέμιερ Λιγκ έβγαλε προς τα έξω όλα τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά στο παιχνίδι του που στην Σοσιεδάδ δεν ήταν φανερά. Όμως ούτε ο ένας ούτε ο άλλος αντικαταστάθηκαν συνεπώς με τη λογική πτώση της απόδοσης αυτά τα χρόνια του Ρέινα, συν την έλλειψη σημαντικών παικτών που είτε ήταν πολύ χρήσιμοι σαν τον Κάουτ ή ρολίστες πολυτελείας (Κράουτς, Μπεναγιούν) η Λίβερπουλ συνολικά ως ομάδα κατέβηκε κάποια σκαλοπάτια. Φυσικά και είναι σε ένα καλό δρόμο, με πολλά νέα παιδιά στην ενδεκάδα και με ένα τρόπο παιχνιδιού πολύ συγκεκριμένο, αλλά όταν δεν έχεις κατορθώσει να κερδίσεις κανένα από την πρώτη δεκάδα του βαθμολογικού πίνακα τότε είναι σίγουρο πως η διαφορά σου από τη Γιουνάιτεντ δεν προκύπτει τυχαία!

Το κακό είναι για τη Λίβερπουλ πως προσπαθώντας να καλύψει αυτή την ποιοτική διαφορά, όχι μόνο από τη Γιουνάιτεντ αλλά ταυτόχρονα και από την Σίτι ή την Τσέλσι θα πρέπει να συνεχίσει να αγοράζει καλούς παίκτες (όπως ο Στάριτζ) έχοντας ένα γήπεδο πολύ ατμοσφαιρικό μεν, αλλά απολύτως ακατάλληλο πια για το μοντέρνο ποδόσφαιρο με μόλις 45.000 χωρητικότητα. Το κυριότερο, δίχως στον ορίζοντα να υπάρχει η προοπτική άμεσης επιστροφής στο Τσάμπιονς Λιγκ! Ήδη η Λίβερπουλ λείπει από την κορυφαία διοργάνωση τρία χρόνια και δεν φαίνεται ικανή να καλύψει αυτή τη διαφορά των εννιά πόντων από την Τότεναμ που θα της επέτρεπε φέτος να μπει ξανά σφήνα στην πρώτη τετράδα.

Φυσικά όλα δεν είναι μαύρα στον ορίζοντα. Όπως είπε και ο Ρότζερς «η Γιουνάιτεντ σε μία ανάλογη κατάσταση βρισκόταν στα πρώτα χρόνια του Φέργκιουσον και γύρισε την κατάσταση από ένα ματς Κυπέλλου με τη Νόττιγχαμ». Έτσι είναι, αλλά η σημερινή εποχή απαιτεί πιο γρήγορες λύσεις σε όλα και το 1990 δεν υπήρχαν οι τωρινές διαφορές στα μπάτζετ, ούτε βασιζόσουν τόσο στο αν έπαιζες ή όχι στην Ευρώπη αφού οι αγγλικές ομάδες ήταν ακόμη τιμωρημένες λόγω Χέιζελ. Όμως επειδή η εικόνα της Λίβερπουλ σε πάρα πολλά ματς φέτος ήταν αρκετά ενθαρρυντική, έχεις την αίσθηση πως με δύο ή τρεις ποιοτικές προσθήκες ακριβώς επειδή η φανέλα της παραμένει πολύ βαριά, η ομάδα με τους περισσότερους τίτλους στο αγγλικό ποδόσφαιρο (60 έναντι των 59 της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ) πιθανώς να γίνει ξανά σύντομα ανταγωνιστική. Προς το παρόν πάντως, όσο και αν θέλει κάποιος να ξεγελάσει τον εαυτό του, δεν είναι!

Πηγή: england365.gr