Η Εθνική ομάδα έχασε μέσα από τα χέρια της ένα παιχνίδι που έδειχνε να ελέγχει πλήρως για 60 λεπτά.
Η Εθνική Ελλάδας μπήκε στη «μάχη» της Γλασκώβης με στόχο να δώσει συνέχεια στην καλή της εικόνα, αλλά και να επιστρέψει στις νίκες απέναντι στη Σκωτία, σε ένα παιχνίδι που έχει ιδιαίτερη σημασία για τη βαθμολογική της πορεία. Ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς είχε ξεκαθαρίσει πριν τη σέντρα πως «πρέπει να αλλάξουν τα πάντα» μετά το παιχνίδι με τη Δανία, όμως στο χορτάρι επέλεξε περιορισμένες αλλαγές, επιμένοντας στη σταθερότητα.
Η μοναδική διαφοροποίηση στην ενδεκάδα σε σχέση με το προηγούμενο ματς ήταν η παρουσία του Τάσου Μπακασέτα αντί του Γιάννη Κωνσταντέλια. Ο Μασούρας, που επίσης βρέθηκε στο αρχικό σχήμα, πήρε τη θέση του Καρέτσα, ο οποίος έχασε προπονήσεις λόγω ίωσης. Η επιλογή του Μασούρα είχε και σαφή τακτική λογική, καθώς ο εξτρέμ του Ολυμπιακού ανέλαβε να περιορίσει τις προωθήσεις του Ρόμπερτσον, ενός από τους πιο επικίνδυνους Σκωτσέζους.
Η Ελλάδα καλύτερη αλλά χωρίς γκολ στο πρώτο μέρος
Η Εθνική ομάδα μπήκε δυνατά στη Γλασκώβη και έδειξε από τα πρώτα λεπτά πως είχε έρθει για να επιβάλει το παιχνίδι της απέναντι στη Σκωτία. Παρότι δεν υπήρχε σκορ στο ημίχρονο, η εικόνα των διεθνών ήταν ξεκάθαρα ανώτερη, με την κατοχή, τις ευκαιρίες και τον ρυθμό να βρίσκονται στα «ελληνικά πόδια».
Μόλις στο 8’, η Ελλάδα άγγιξε το 0-1 σε μια εξαιρετική συνεργασία του Μπακασέτα με τον Τζόλη. Ο αρχηγός έκανε το τέλειο παράλληλο γύρισμα από δεξιά, όμως ο Παυλίδης, εξ επαφής και με την εστία κενή, δεν κατάφερε να στείλει την μπάλα στα δίχτυα σε μια φάση που θα μπορούσε να αλλάξει τη ροή του αγώνα.
Στη συνέχεια, οι παίκτες του Πογιέτ διατήρησαν τον έλεγχο, κυκλοφόρησαν σωστά τη μπάλα και απέφυγαν τα λάθη στην ανάπτυξη, όμως έλειψε η ταχύτητα στη μετάβαση από άμυνα σε επίθεση. Σε τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις αντεπίθεσης, οι επιλογές άργησαν και οι Σκωτσέζοι πρόλαβαν να οργανωθούν, «σβήνοντας» τις υποσχόμενες φάσεις.
Η κατοχή (62%-38%) και οι τελικές (5-1 υπέρ της Ελλάδας) αποτυπώνουν ξεκάθαρα την υπεροχή της «γαλανόλευκης», η οποία όμως χρειάζεται περισσότερη ένταση και αποφασιστικότητα για να μετουσιώσει την ανωτερότητά της σε προβάδισμα. Αν καταφέρει να βρει το πρώτο γκολ, όλα δείχνουν ότι θα ανοίξει ο αγώνας και θα υπάρξουν χώροι για να «κλειδώσει» τη νίκη με δεύτερο τέρμα.
Το πρώτο μέρος ολοκληρώθηκε χωρίς σκορ, αλλά με σαφή αίσθηση ότι η Ελλάδα είναι το αφεντικό του αγώνα – απομένει να το επιβεβαιώσει και στο δεύτερο ημίχρονο με το πολυπόθητο γκολ.
Η εικόνα της Εθνικής στο πρώτο μέρος ήταν συνολικά θετική: κυκλοφορία, έλεγχος του ρυθμού, σωστή ανασταλτική λειτουργία, αλλά χωρίς ουσία στο τελευταίο τρίτο του γηπέδου. Ο Μπακασέτας ήταν δραστήριος και στο 5ο λεπτό «έφτιαξε» μισό γκολ για τον Παυλίδη, που αστόχησε εξ επαφής. Παρά την ενέργεια και την τακτική συνέπεια, η απουσία του Κωνσταντέλια φάνηκε: έλειψαν οι επιταχύνσεις, οι ατομικές ενέργειες που σπάνε τις γραμμές και η έκρηξη που θα δημιουργούσε ρήγματα στην οργανωμένη άμυνα των Σκωτσέζων.
Οι γηπεδούχοι, πιστοί στο γνωστό τους στιλ, έμειναν πίσω από τη μπάλα, παίζοντας προσεκτικά και κυρίως για να μη δεχθούν γκολ.
Άρχισε ιδανικά το δεύτερο ημίχρονο, αλλά πλήρωσε τις αδράνειες
Το δεύτερο ημίχρονο ξεκίνησε με την Ελλάδα να συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο: κατοχή, καλή κυκλοφορία, αλλά χωρίς την τελική ουσία. Στο 54’, ήρθε η πρώτη μεγάλη στιγμή, όταν ο Τζόλης πάσαρε ιδανικά στον Παυλίδη και εκείνος έβγαλε σε θέση βολής τον Μασούρα, όμως ο εξτρέμ του Ολυμπιακού σούταρε ψηλά άουτ χάνοντας τεράστια ευκαιρία για το 0-1.
Η Εθνική όμως δεν άργησε να βρει το γκολ που δικαιούταν. Στο 62’, ύστερα από υποδειγματική συνεργασία Μασούρα – Τζόλη – Μπακασέτα, ο αρχηγός έκανε το γύρισμα, ο Παυλίδης εκτέλεσε και μετά την κόντρα η μπάλα έφτασε στον Τσιμίκα, ο οποίος με δεξί σουτ έστειλε την μπάλα στα δίχτυα για το 0-1. Ένα γκολ που ήρθε σαν φυσική εξέλιξη της υπεροχής και της συγκέντρωσης της Ελλάδας.
Ωστόσο, η χαρά κράτησε μόλις δύο λεπτά. Από ένα φαινομενικά ακίνδυνο κόρνερ, η απομάκρυνση του Μαυροπάνου βρήκε ξανά τον Κρίστι, ο οποίος πλάσαρε μέσα από την περιοχή για το 1-1, σε μια φάση όπου η ελληνική άμυνα έδειξε αδικαιολόγητη στατικότητα.
Από εκείνο το σημείο και μετά, η Σκωτία πήρε ψυχολογία, ενώ η Ελλάδα έδειξε να αποσυντονίζεται. Στο 80’, ήρθε η ψυχρολουσία. Από εκτέλεση φάουλ του Φέργκιουσον που ο Τσιμίκας έχασε στον αέρα, η μπάλα δεν απομακρύνθηκε ποτέ, στρώθηκε εκ νέου στον μέσο της Μπολόνια, ο οποίος με δυνατό σουτ έγραψε το 2-1. Δεύτερο γκολ από στημένη φάση και δεύτερη αμυντική αδράνεια για την Εθνική.
Παρά την πίεση στο φινάλε, η Ελλάδα δεν μπόρεσε να ισοφαρίσει. Στο 83’, ο Κωνσταντέλιας είχε τεράστια ευκαιρία με κεφαλιά εξ επαφής, αλλά αστόχησε, σπαταλώντας την καλύτερη στιγμή για το 2-2.
Σαν να μην έφτανε αυτό το αποτέλεσμα που βάσει την εικόνα της Εθνικής την αδικεί, ήρθε μια τεράστια γκάφα του Τζολάκη στο 93ο λεπτό για να δώσει το έτοιμο γκολ στον Ντάικς το 3-1.
Ήταν καλύτερη αλλά έχασε
Η Εθνική πλήρωσε την αδυναμία της στο αμυνθεί σωστά στις στατικές φάσεις, να μεταφράσει την υπεροχή της σε δεύτερο γκολ και την έλλειψη συγκέντρωσης στις στατικές φάσεις. Ενώ για μια ώρα έπαιζε με καθαρό πλάνο, πειθαρχία και ισορροπία, κατέρρευσε στο τελευταίο μισάωρο χωρίς να απειληθεί πραγματικά με φάσεις ροής.
Η επιλογή του Γιοβάνοβιτς να κρατήσει τον Μπακασέτα στον άξονα απέδωσε ως ένα σημείο, όμως η απουσία του Κωνσταντέλια στέρησε επιθετικό απρόβλεπτο και ρυθμό. Οι παίκτες έδειξαν πιο κουρασμένοι μετά το 70’, ενώ οι Σκωτσέζοι εκμεταλλεύτηκαν με απόλυτο κυνισμό τα στημένα τους.
Η Ελλάδα έπαιξε για να κερδίσει, όχι για να μην χάσει. Όμως, στο τέλος, πλήρωσε την έλλειψη ψυχραιμίας και καθαρού μυαλού εκεί που κρίνονται όλα. Μια ήττα που πονάει, όχι γιατί η Σκωτία ήταν καλύτερη — αλλά γιατί η Εθνική έδειξε ότι μπορούσε να φύγει νικήτρια και το άφησε να χαθεί.
ΣΚΩΤΙΑ: Γκαν - Χίκεϊ (58' Ράλστον), Σούταρ, Χάνλεϊ, Ρόμπερτσον - Φέργκιουσον, ΜακΤόμινεϊ, ΜακΓκιν - Ντόακ (58' Γκίλμουρ), Κρίστι (83' Τίρνεϊ), Άνταμς (83' Ντάικς).
ΕΛΛΑΔΑ: Tζολάκης - Βαγιαννίδης, Μαυροπάνος, Κουλιεράκης, Τσιμίκας - Κουρμπέλης (83' Μάνταλος), Ζαφείρης (83' Μουζακίτης) - Μασούρας (72' Καρέτσας), Μπακασέτας (72' Κωνσταντέλιας), Τζόλης - Παυλίδης (72' Ιωαννίδης).