Ένα μήνυμα «μαχαιριά» για το ελιτίστικο ποδόσφαιρο, σε γκαζόν ή τεχνητό χλοοτάπητα του σήμερα. Για όσους, με την πάροδο του χρόνου απαγόρευσαν στα παιδιά την πλέον όμορφη και αγνή των διασκεδάσεων ξεχνώντας πως κάποτε, το τσιμέντο ή μία σκονισμένη αλάνα είχαν εκπαιδεύσει κι έναν ολόκληρο Πελέ, έναν Κρόιφ ή έναν Μαραντόνα. Αξέχαστη θα μείνει, εξάλλου και η φράση του μεγάλου Αργεντινού «Όταν παίζαμε στις σκονισμένες αλάνες του Μπουένος Άιρες, προσποιούμασταν ότι βρισκόμασταν στο Ουέμπλεϊ, με ομίχλη».
Διαβάζοντας στη «La Gazzetta dello Sport» το άρθρο του Λουϊτζι Γκαρλάντο για το Γκαλιάνο Ατέρνο, ένα χωριουδάκι 250 ανθρώπων έξω από τη Λ’ Άκουιλα όπου απαγορεύονται τα αυτοκίνητα, όχι όμως η μπάλα κάναμε αναγκαστικά κι αναπόφευκτα μία νοσταλγική βουτιά στο παρελθόν ενθυμούμενοι το πόσο τυχεροί υπήρξαμε, ως γενιά των Over 50s όσοι ξημεροβραδιαζόμασταν, ανέμελοι και ελεύθεροι, σε δρόμους και πλατείες με μία μπάλα στα πόδια.
Στον φανταστικό μικρόκοσμό μας είχαμε κι εμείς τους δικούς μας «ιερούς» κανόνες. Του τύπου, ο πλέον άσχετος παίζει πάντα στο τέρμα, άντε το πολύ «μπακότερμα». Ο αγώνας λήγει με το «όποιος σκοράρει, κερδίζει». Δεν υπάρχει οφ- σάιντ. Δεν υπάρχει ούτε διαιτητής, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων. Τους κανόνες τους βάζει εκείνος που θα φέρει τη μπάλα. Ο αγώνας σταματάει εάν περάσει αυτοκίνητο. Εάν έρθουν οι «μεγάλοι» πάμε σπίτια μας. Τα τέρματα φτιάχνονται με ό,τι βρούμε: εάν είναι δύο ίδιες, σχολικές τσάντες, ακόμη καλύτερα. Μία ομάδα θα παίζει με φανέλα, η άλλη χωρίς. Οι καλύτεροι δεν παίζουν ποτέ μαζί. Στα 3 κόρνερ επιβραβεύεσαι με ένα πέναλτι. Ωραίες εποχές, αξέχαστες, μοναδικές.
Είχαμε, βέβαια και τις ατυχίες μας. Και δεν εννοούμε τα μονίμως ματωμένα γόνατα ή αγκώνες. Αλλά όλο και κάποιο παράθυρο θα θρυμματίζαμε. Όλο και μία μπάλα θα κατέληγε σ’ ένα μπαλκόνι. Όλο κι ένα θυρωρός θα την τρυπούσε, μπροστά μας με σαδιστική ικανοποίηση για να μην ξανακάνουμε ζημιές. Κι εκεί τελείωναν όλα. Την επομένη όμως, ξανά μανά από την αρχή.
Σύμφωνα, λοιπόν με στοιχεία του δημάρχου Λούκα Σαντίλλι από τη δεκαετία του ’50, το Γκαλιάνο Ατέρνο έχασε το 80% του πληθυσμού του. Αντί όμως να παραδοθεί στον χρόνο και να σβηστεί από τον χάρτη ο πρώτος κάτοικος (των μόλις… 250) εφάρμοσε προ 5ετίας μία νέα πολιτική με αποκλειστικό στόχο και σκοπό τον δελεαστικό «μαγνητισμό» όσων εμπόρων θα ενδιαφέρονταν να επενδύσουν με σαφώς ευνοϊκότερους όρους.
Και εκεί που δεν υπήρχε απολύτως τίποτα, ξαφνικά ξεφύτρωσαν ένας φούρνος, ένα μπαρ, μία πιτσαρία, ένα βιβλιοπωλείο και ένα διαδικτυακό ραδιόφωνο. Μετακόμισαν μόνιμα κι άλλοι 40 άνθρωποι ενώ αυξήθηκαν και οι γεννήσεις, κατά το 12.2%, συγκριτικά πολύ πιο πάνω από τον εθνικό μέσο όρο του 6.8%.
Η μαγεία όμως του χωριού είναι οι πινακίδες του: «Προσοχή, επιβραδύνεται την ταχύτητα γιατί εδώ τα παιδιά παίζουν ακόμη μπάλα σε πλατείες και σε δρόμους». Μία αξία ανεκτίμητη, ξεχασμένη και αποθηκευμένη, ευτυχώς, όχι απ’ όλους στα χρονοντούλαπα της Ιστορίας…