Ο ΠΑΟΚ βρίσκεται σε μια δύσκολη συγκυρία. Βιώνει μια αγωνιστική κρίση, εξαιτίας των συνεχόμενων απωλειών, οι οποίες έχουν επηρεάσει ψυχολογικά όχι μόνο την ομάδα, αλλά και όλον τον οργανισμό της – από την ποδοσφαιρική ομάδα, τη διοίκηση και τον Τύπο, έως και τους οπαδούς. Είναι φυσιολογικό, σε κάθε αποτυχημένο αποτέλεσμα να επικρατεί προβληματισμός και αυστηρή κριτική.
Στην περίπτωση της ομάδας της Θεσσαλονίκης, το ανάθεμα επικεντρώνεται στο πρόσωπο του Ράζβαν Λουτσέσκου.
Διαβάστε επίσης...

Η διαδρομή ενός αρχιτέκτονα
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ρουμάνος τεχνικός συναντά παρόμοιες καταστάσεις στην πορεία του στον ΠΑΟΚ, τόσο στην πρώτη του θητεία όσο και στη δεύτερη. Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση, αξίζει να σκιαγραφήσουμε την πορεία του 56χρονου τεχνικού στην ομάδα της Θεσσαλονίκης – μια πορεία που εξηγεί γιατί αποτελεί μία από τις πιο καθοριστικές φυσιογνωμίες στην ιστορία του συλλόγου.
Από την πρώτη του θητεία το 2017 έως και σήμερα, ο Ρουμάνος τεχνικός έχει συνδέσει το όνομά του με τα μεγαλύτερα επιτεύγματα των «ασπρόμαυρων», αλλά και με μια φιλοσοφία που άλλαξε ριζικά το προφίλ του συλλόγου.
Ο Λουτσέσκου ανέλαβε για πρώτη φορά την τεχνική ηγεσία του ΠΑΟΚ στις 11 Ιουνίου 2017, αντικαθιστώντας τον Αλεξάνταρ Στανόγεβιτς. Μέχρι τότε είχε αφήσει εξαιρετικές εντυπώσεις στην Ξάνθη, την οποία οδήγησε στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας το 2015, ενώ στο ξεκίνημα της καριέρας του είχε διακριθεί με τη Ραπίντ Βουκουρεστίου, φτάνοντας ως τα προημιτελικά του Κυπέλλου UEFA το 2006.
Το πρώτο του παιχνίδι στον πάγκο του ΠΑΟΚ ήταν στις 17 Αυγούστου 2017, απέναντι στην Έστερσουντ (3-1) για τα πλέι οφ του Europa League, με τη ρεβάνς στη Σουηδία να φέρνει αποκλεισμό (2-0). Παρά το άτυχο ευρωπαϊκό ξεκίνημα, ο Λουτσέσκου κατάφερε να μεταμορφώσει τον ΠΑΟΚ σε μια από τις πιο σταθερές και αποτελεσματικές ομάδες της χώρας.
Από το αήττητο πρωτάθλημα στο ιστορικό νταμπλ
Στην πρώτη του σεζόν (2017-18), ο Ρουμάνος τεχνικός οδήγησε τον «Δικέφαλο» στη δεύτερη θέση του πρωταθλήματος, έξι βαθμούς πίσω από την ΑΕΚ, βάζοντας τις βάσεις για την επόμενη χρονιά που θα άλλαζε τα πάντα.
Η σεζόν 2018-19 γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην ιστορία του ΠΑΟΚ και του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Λουτσέσκου οδήγησε την ομάδα σε ένα αήττητο πρωτάθλημα (26 νίκες, 4 ισοπαλίες), κάτι που δεν είχε καταφέρει ποτέ ελληνική ομάδα από την καθιέρωση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου το 1979-80.
Η κορύφωση ήρθε στο ΟΑΚΑ, όπου ο ΠΑΟΚ επικράτησε της ΑΕΚ με 2-0 στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας, ολοκληρώνοντας το πρώτο νταμπλ στην ιστορία του συλλόγου. Ήταν η απόλυτη δικαίωση για τον Ρουμάνο τεχνικό, που κατάφερε να δημιουργήσει μια ομάδα με ταυτότητα, συνέπεια και ισχυρή νοοτροπία νικητή.
Η αποχώρηση και η ευρωπαϊκή καταξίωση
Μετά την ιστορική χρονιά, ο Λουτσέσκου αποχώρησε από τη Θεσσαλονίκη το καλοκαίρι του 2019. Λίγους μήνες αργότερα, ανέλαβε την Άλ Χιλάλ στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με την οποία κατέκτησε το ασιατικό Champions League το 2019 και το νταμπλ στη Saudi Pro League το 2020, επιβεβαιώνοντας τη φήμη του ως προπονητή υψηλού επιπέδου.
Η επιστροφή του στον ΠΑΟΚ ανακοινώθηκε στις 26 Μαΐου 2021, λίγες ημέρες μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας απέναντι στον Ολυμπιακό (2-1). Από τότε, ο Ρουμάνος προπονητής παραμένει σταθερά στον ασπρόμαυρο πάγκο, χτίζοντας μια νέα γενιά ΠΑΟΚ, με στόχο τη διαρκή παρουσία σε υψηλό επίπεδο σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Κατέκτησε το πρωτάθλημα της σεζόν 2023-24, επιστρέφοντας στην κορυφή, και έφτασε δύο φορές στα προημιτελικά του UEFA Conference League (2021-22 και 2023-24), σημειώνοντας τις κορυφαίες ευρωπαϊκές πορείες της ιστορίας του συλλόγου.
Η κρίση του 2025 και η αυξανόμενη πίεση
Αυτήν τη φορά, όμως, η κατρακύλα που οδήγησε στην εσωτερική κρίση ξεκίνησε στις 17 Σεπτεμβρίου 2025, όταν ο Λεβαδειακός επικράτησε 4-1 για το Κύπελλο Ελλάδας. Εκείνο το απόγευμα στη Λιβαδειά δεν αποτέλεσε μια κακή παρένθεση, αλλά το προοίμιο μιας παρατεταμένης αρρυθμίας.
Από τότε ο ΠΑΟΚ μετρά πέντε συνεχόμενα αρνητικά αποτελέσματα. Η λευκή ισοπαλία με τον Παναιτωλικό στην Τούμπα ενέτεινε τη δυσφορία, ενώ η ίδια εικόνα με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ στην πρεμιέρα της League Phase του Europa League επιβεβαίωσε ότι υπάρχει πρόβλημα στο γκολ – κυρίως ψυχολογικό, όπως είχε επισημάνει και ο Γιώργος Γιακουμάκης.
Η ισοπαλία στην Τρίπολη, με τον ΠΑΟΚ να πετάει προβάδισμα δύο τερμάτων (3-1), αποτέλεσε τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, ενώ η ήττα στο Βίγκο από τη Θέλτα, παρά το γκολ του Γιακουμάκη, φανέρωσε την αδυναμία διαχείρισης του προβαδίσματος. Η κριτική γύρω από το πρόσωπο του Λουτσέσκου εντάθηκε, με τον κλοιό να στενεύει.
Ο άνθρωπος–ασπίδα
Ήδη οι συζητήσεις για το μέλλον του στον ΠΑΟΚ δίνουν και παίρνουν, ειδικά ενόψει του ματς με τον Ολυμπιακό για την 6η αγωνιστική. Το συγκεκριμένο παιχνίδι μπορεί να αποδειχθεί «φωτιά»: μια ήττα θα τον φέρει σε ακόμη δυσχερέστερη θέση, μια νίκη όμως μπορεί να ανατρέψει πλήρως το κλίμα.
Ωστόσο, ακόμη κι αν ο ΠΑΟΚ ηττηθεί, αυτό δεν σημαίνει αυτόματα απομάκρυνση του Ρουμάνου. Πέρα από τα νούμερα και τα τρόπαια, ο Λουτσέσκου έχει καταφέρει να γίνει σύμβολο σταθερότητας και οργάνωσης για τον σύλλογο. Με τη μεθοδικότητά του, την καθημερινή ένταση και τη βαθιά γνώση του ΠΑΟΚ, έχει καθιερωθεί ως ο μακροβιότερος και πιο επιτυχημένος προπονητής στην ιστορία του.
Είναι ο απόλυτος στρατιώτης, το Α και το Ω του οργανισμού. Ένας προπονητής-μάνατζερ με χαρακτηριστικά Premier League τύπου Σερ Άλεξ, αλλά με βαλκανικό ταπεραμέντο. Δεν γίνεται σύγκριση με ιερά τέρατα του ποδοσφαίρου, απλά είναι μια παρομοίωση που δείχνει τον μεγαλύτερο ρόλο που έχει στον ΠΑΟΚ. Δεν είναι απλά ένας προπονητής. Απορροφά την πίεση, προστατεύοντας την ομάδα του από κρίσεις και κρατώντας τη διοίκηση σε ηρεμία. Γνωρίζει πώς να αποσυμπιέζει το κλίμα και να ανατρέπει δεδομένα – κάτι που έχει αποδείξει επανειλημμένα.
Η ιστορία δείχνει ότι ξέρει να επιστρέφει
Το έκανε στο τέλος του πρώτου γύρου της σεζόν 2021-22, όταν ο ΠΑΟΚ μετρούσε τρεις συνεχόμενες ήττες, ανάμεσά τους και το ντέρμπι με τον Άρη στην Τούμπα. Από εκείνο το σημείο και μετά, ο Ρουμάνος ανέτρεψε την κατάσταση με επιτυχή αποτελέσματα.
Το ίδιο συνέβη και πέρσι, όταν παρά τα σενάρια περί αντικατάστασής του από τον Ίβιτς, ο Λουτσέσκου παρέμεινε ακλόνητος.
Το καλοκαίρι υπήρξαν φήμες για ένταση με τον Ιβάν Σαββίδη σχετικά με τον σχεδιασμό, όμως ο ιδιοκτήτης τον στήριξε, δείχνοντας διορατικότητα. Δεν θα μπορούσε ο ΠΑΟΚ, στη χρονιά του ιωβηλαίου του, να πορευθεί χωρίς τον πιο επιτυχημένο προπονητή της ιστορίας του.
Ρίσκο και ρεαλισμός
Η αντικατάσταση του Λουτσέσκου, σε αυτή τη φάση, θα ήταν εξαιρετικά ριψοκίνδυνη. Η ομάδα έχει χτιστεί με βάση τη δική του φιλοσοφία και γνωρίζει πώς να τη διαχειρίζεται. Ένας νέος προπονητής θα χρειαζόταν χρόνο προσαρμογής και στήριξη που ο ΠΑΟΚ δύσκολα μπορεί να προσφέρει τώρα.
Άλλωστε, οι διάδοχοί του στην πρώτη του αποχώρηση –ο Άμπελ Φερέιρα και ο Πάμπλο Γκαρσία– δεν στέριωσαν, με τον δεύτερο μάλιστα να αποχωρεί με παράπονα, παρά την κατάκτηση του Κυπέλλου. Το ρεπορτάζ αναφέρει, ότι πλέον είναι όλα ανοικτά για το μέλλον του Λουτσέσκου. Πάντως μέχρι στιγμής δεν έχουν προκύψει σενάρια διαδοχής και αυτό κάτι σημαίνει.
Τσουχτερή αποζημίωση
Σημαντικός παράγοντας είναι και το οικονομικό κόστος μιας πιθανής απομάκρυνσης. Σε περίπτωση που ο Ρουμάνος χωρίσει τους δρόμους του με τον ΠΑΟΚ, τότε θα λάβει ως αποζημίωση ένα ποσό της τάξεως 3 εκατ.Ευρώ. Η αρχική συμφωνία, όταν ο προπονητής επέστρεψε το 2021 στη Θεσσαλονίκη ήταν για 4 εκατ.Ευρώ, αλλά κάθε χρόνος που περνούσε, σύμφωνα με τους όρους του συμβολαίου, το ποσό κατέβαινε κατά ένα εκατ. Ευρώ.
Το ματς–ορόσημο
Το ζητούμενο όμως για τον ΠΑΟΚ είναι να βρει το σκαλί πάνω στο οποίο θα σταθεί για να ανατρέψει την κατάσταση. Το ντέρμπι με τον Ολυμπιακό μπορεί να αποτελέσει είτε την απαρχή της ανάκαμψης είτε αφορμή για εσωστρέφεια.
Σε κάθε περίπτωση, η διακοπή που ακολουθεί προσφέρει ιδανικό περιθώριο για αποφόρτιση και δουλειά. Ο Λουτσέσκου θα έχει την ευκαιρία να διορθώσει τις αδυναμίες, κυρίως μεσοεπιθετικά, και να επαναφέρει την ομάδα του σε ρυθμούς νίκης.
Μια επικράτηση επί των «ερυθρόλευκων» θα ήταν η ιδανική επανεκκίνηση, το κουμπί για το restart που ψάχνει ο ΠΑΟΚ. Η νίκη θα αλλάξει το αφήγημα, η ήττα θα εντείνει τη συζήτηση. Όπως και να έχει, η διακοπή που ακολουθεί προσφέρει χρόνο και ηρεμία για επανεκκίνηση — κάτι που ο Ρουμάνος γνωρίζει καλύτερα απ’ τον καθένα.