Έχασε την κόρη της τον Μάιο του 1975. Την είχε δει τελευταία φορά στο σπίτι τους στη Σεούλ. Η ίδια θα έβγαινε αλλά η κόρη της ήθελε να μείνει σπίτι και να παίξει με τους φίλους της.
Όταν επέστρεψε η κόρη της έλειπε. Δεν την ξαναείδε για πάνω από 40 χρόνια.
Όταν συναντήθηκαν ξανά, μετά από 44 χρόνια, η κόρη της ήταν σχεδόν αγνώριστη και… Αμερικανίδα με το όνομα Λόρι Μπέντερ.
Είχε απαχθεί από περιοχή κοντά στο σπίτι της, είχε μεταφερθεί σε ορφανοτροφείο και στη συνέχεια είχε σταλεί παράνομα στις ΗΠΑ για να την μεγαλώσει μια άλλη οικογένεια, ισχυρίζεται η Χαν Τάε-σουν, η οποία μηνύει την κυβέρνηση της Νότιας Κορέας επειδή δεν εμπόδισε την υιοθεσία της κόρης της.
Η περίπτωσή της δεν είναι η μοναδική. Είναι ανάμεσα στις εκατοντάδες ανθρώπους που έχουν προσφύγει τα τελευταία χρόνια στην Δικαιοσύνη σε υποθέσεις για απάτη, παράνομες υιοθεσίες, απαγωγές και εμπορία ανθρώπων στο πλαίσιο του αμφιλεγόμενου προγράμματος υιοθεσίας της Νότιας Κορέας στο εξωτερικό.
Καμία άλλη χώρα δεν έχει στείλει τόσα πολλά παιδιά στο εξωτερικό για υιοθεσία, και για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, όσο η Νότια Κορέα. Από την έναρξη του προγράμματος τη δεκαετία του 1950, περίπου 170.000 έως 200.000 παιδιά έχουν υιοθετηθεί στο εξωτερικό – τα περισσότερα από αυτά στη Δύση.
Τον Μάρτιο, έρευνα στη χώρα διαπίστωσε ότι διαδοχικές κυβερνήσεις είχαν διαπράξει παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων λόγω της έλλειψης εποπτείας τους, επιτρέποντας σε ιδιωτικούς φορείς να «εξάγουν μαζικά» παιδιά με σκοπό το κέρδος. Σύμφωνα με τους ειδικούς, τα ευρήματα θα μπορούσαν να ανοίξουν την πόρτα για την κατάθεση περισσότερων αγωγών κατά της κυβέρνησης.
Η υπόθεση της Χαν Τάε-σουν έρχεται στο δικαστήριο τον επόμενο μήνα. Είναι μία από τις δύο υποθέσεις-ορόσημα στη χώρα καθώς είναι η πρώτη βιολογική μητέρα υιοθετημένου παιδιού στο εξωτερικό που ζητά αποζημίωση από την κυβέρνηση. Αντίστοιχα, το 2019, ένας άνδρας που υιοθετήθηκε στις ΗΠΑ ήταν ο πρώτος υιοθετημένος που κατέθεσε σε μύνηση.