Στο σύγχρονο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, ιδίως εκεί που η επιχειρηματική λειτουργία των ομάδων είναι εξίσου, αν όχι σπουδαιότερη από την αθλητική, ο ρόλος και οι αρμοδιότητες του γενικού αρχηγού είναι καθοριστικές για την πορεία της ομάδας και στα δύο «γήπεδα», όπως -φυσικά- και οι ικανότητες του προσώπου που αναλαμβάνει τη συγκεκριμένη θέση. Οι αρμοδιότητες του γενικού αρχηγού διαφέρουν από ομάδα σε ομάδα. Ομως, περισσότερο από κάθε άλλη χώρα, εκεί που δοκιμάζονται πιο πολύ οι γενικοί αρχηγοί είναι η Αγγλία, καθώς η επιχειρηματική οργάνωση των ομάδων είναι καλύτερη και το μοντέλο έχει περάσει πολλές μεταβολές. Μέχρι και το χρηματιστήριο δοκίμασαν για να το εγκαταλείψουν άτακτα πριν μερικά χρόνια.
Η Αρσεναλ ήταν η τελευταία από τους μεγάλους συλλόγους που άντεξε τόσο πολύ -μέχρι πέρυσι που εξαγοράστηκε από τον Αμερικανό πολυεκατομμυριούχο Σταν Κρένκε- ως ομάδα των μετόχων. Είναι γνωστό ότι η Πρέμιερ Λιγκ είναι το πρωτάθλημα με τα μεγαλύτερα έσοδα από τα τηλεοπτικά δικαιώματα. Αυτό ίσως το γεγονός να αναγκάζει τις ομάδες να επιλέγουν για τη θέση του γενικού αρχηγού άτομα που έχουν οικονομικό υπόβαθρο και θητεία στον χώρο του χρηματοπιστωτικού χώρου και του μάρκετινγκ. Οι γενικοί αρχηγοί συνήθως ορίζουν τον μεταγραφικό προϋπολογισμό, διαπραγματεύονται συμβόλαια ποδοσφαιριστών, εμπορικές συμφωνίες με χορηγούς και σε μεγάλο βαθμό μπορούν να συμβάλουν στην ισχυροποίηση μίας ομάδας ή όχι. Η πρώτη -χρονικά- επιλογή τέτοιου τύπου είχε γίνει με τον Πίτερ Κένιον στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, τον οποίο πήρε από τη Γιουνάιτεντ ο Αμπράμοβιτς για να του οργανώσει την Τσέλσι.
Ο Κένιον ήταν από τους ανθρώπους που είχαν πρωταγωνιστήσει στις ιδιωτικοποιήσεις του «τρίτου δρόμου» του Τόνι Μπλερ κι αυτός που έστρωσε το χαλί στην εμπορική στρατηγική της Γιουνάιτεντ, την οποία εκμεταλλεύθηκαν οι Γκλέιζερς. To 2005 τα έσοδα της Γιουνάιτεντ από την εμπορική της πολιτική βρίσκονταν στα 48,7 εκατ. στερλίνες και πέρυσι ξεπέρασαν τα 100 φθάνοντας τα 117,6 εκατ. Σε αυτή την εξέλιξη καθοριστικό ρόλο έπαιξε ο Εντ Γούντγουορντ (αριστερά στη φωτό), ο τωρινός γενικός αρχηγός της Γιουνάιτεντ, άνθρωπος εμπιστοσύνης των ιδιοκτητών της ομάδας, καθώς τον καιρό που οι Γκλέιζερς παζάρευαν την αγορά των «κόκκινων διαβόλων», ο Εντ που εργαζόταν στον χρηματοπιστωτικό κολοσσό της J.P. Morgan ήταν ο σύμβουλός τους. Μάλιστα η J.P. Morgan δάνεισε με το αζημίωτο 550 εκατ. τους Γκλέιζερς για να εξαγοράσουν την πλειοψηφία των μετοχών της Μάντσεστερ. Ο Γούντγουορντ, αντιπρόεδρος του συλλόγου από τον Μάρτιο του 2012, είχε θητεία στον τραπεζικό χώρο και πριν προσληφθεί στη Γιουνάιτεντ το 2005 ήταν υπεύθυνος του τομέα εξαγορών και συγχωνεύσεων της J.P. Morgan.
Το μεγάλο κόλπο
Ο Γούντγουορντ μπορεί να θεωρείται απόλυτα επιτυχημένος για τη στρατηγική και τις ενέργειές του στο μέρος που αφορά την οικονομική και εμπορική πολιτική της Γιουνάιτεντ, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με την εμπλοκή του στο κομμάτι που αφορά τη μεταγραφική πολιτική της Μάντσεστερ. Αυτός ήταν που όριζε το ποσό των χρημάτων που είχε για να κινηθεί στη μεταγραφική αγορά ο Φέργκιουσον ο οποίος τα τελευταία τέσσερα -τουλάχιστον- χρόνια, είχε περισσότερες αποτυχίες από επιτυχίες.
Ο Γούντγουορντ επίσης έπαιξε μεγάλο ρόλο στην πρόσληψη του Μόγες, ένα πολύ ριψοκίνδυνο στοίχημα το οποίο έχει αρχίσει να δοκιμάζεται. Οι Γκλέιζερς βέβαια ενδιαφέρονται σχεδόν αποκλειστικά για μία επιχείρηση από την οποία θα μπορούν να αντλούν συνεχώς κεφάλαια και γι' αυτό εξωθούν τις εμπορικές πρακτικές της ομάδας στο έπακρο. Μάλιστα, αν ο Γούντγουορντ καταφέρει να πετύχει αυτό που ήδη περιγράφεται ως «η μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία -που ίσως γίνει- στον χώρο των σπορ», οι Γκλέιζερς θα ακούν τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς να κελαηδάνε.
Πρόκειται για μια συμφωνία-μαμούθ, δηλαδή ο στόχος του Γούντγουορντ είναι να υπογράψει τη νέα συμφωνία της Μάντσεστερ με τη ΝΙΚΕ, για τον προμηθευτή φανέλας της ομάδας, ύψους 1 δισ. δολαρίων! Με δεδομένο ότι οι άλλοι «μεγάλοι» της Πρέμιερ Λιγκ έχουν ήδη υπογεγραμμένες συμφωνίες, η Γιουνάιτεντ είναι η μόνη που ψάχνει. Η ΝΙΚΕ είναι ήδη προμηθευτής της φανέλας, αλλά η συμφωνία τελειώνει. Θα προσφέρει τόσα πολλά, όμως;
Πηγή: sday.gr