Ήταν 20 Οκτωβρίου του 1976, πριν 41 χρόνια δηλαδή, όταν ξεκίνησε να γράφεται η ιστορία του μεγαλύτερου ποδοσφαιρικού ηγέτη που είδαμε ποτέ. Ένας νεαρός Αργεντίνος εν ονόματι Ντιέγκο Μαραντόνα, πέτυχε το πρώτο του γκολ στο ματς της Αρχεντίνος Τζούνιορς με την Ταγέρες.

Η συνέχεια από τότε ήταν καταιγιστική, καθώς αυτό που ακολούθησε κανείς δεν μπορούσε να το περιμένει. Μπορεί από μικρός να είχε ξεχωρίσει από τα υπόλοιπα παιδιά αλλά το γεγονός ότι θα γινόταν ένας από τους μεγαλύτερους (εάν όχι ο κορυφαίος) ποδοσφαιριστές που πάτησε τη γη, σίγουρα ούτε ο πιο φανατικός οπαδός του δεν θα το προέβλεπε.

Στην Αρχεντίνος Τζούνιορς κατάφερε μέσα σε πέντε χρόνια (1976-1981) να πετύχει 116 γκολ και στη συνέχεια πήρε μεταγραφή για το Μπόκα Τζούνιορς. Εκεί παρέμεινε μόνο για ένα χρόνο, πρόλαβε όμως να στείλει τη μπάλα στα δίχτυα 28 φορές και έτσι ακολούθησε το μεγάλο βήμα στην καριέρα του.

Επόμενος προορισμός ήταν η Μπαρτσελόνα στην οποία έμεινε για δύο σεζόν και πέτυχε 25 γκολ. Μάλιστα η μεταγραφή του θεωρήθηκε ρεκόρ για την εποχή, καθώς οι Καταλανοί δαπάνησαν περίπου 7 εκατομμύρια ευρώ προκειμένου να τον κάνουν δικό τους. Ωστόσο το κλίμα στη Βαρκελώνη δεν το σήκωνε και έτσι πήρε την απόφαση να πάει στην Ιταλία για λογαριασμό της Νάπολι.

Εκεί έκανε «θαύματα» και λατρεύτηκε σαν θεός, όλος ο κόσμος τον… ερωτεύτηκε, αφού τους χάρισε απίστευτες ποδοσφαιρικές δόξες. Όντας ο μεγάλος ηγέτης των «παρτενοπέι», τους οδήγησε στην κατάκτηση του Σκουντέτο και του Κυπέλλου UEFA. Έμεινε συνολικά επτά χρόνια (1984-1991) στη Νάπολι και σε 216 εμφανίσεις πέτυχε 90 γκολ.

Ωστόσο όλες αυτές ήταν οι επιδόσεις του με συλλόγους. Ειδικά στη Νάπολι μπόρεσε και έκανε τα αδύνατα δυνατά γράφοντας τη δική του «τρελή» ιστορία. Ωστόσο αυτό που πέτυχε με την εθνική Αργεντινής ήταν ένα ποδοσφαιρικό «θαύμα».

Ως ένας μεγάλος ηγέτης δεν θα μπορούσε να μην οδηγήσει και τη Αργεντινή στον έβδομο ουρανό. Έτσι το 1986 μετρώντας πέντε γκολ και πέντε ασίστ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Μεξικού, πήρε από το χέρι τη χώρα του και την ανέβασε στην κορυφή του κόσμου, νικώντας τη Δυτική Γερμανία στον τελικό με 3-2.

Επιμέλεια: Παναγιώτης Κομποθέκρας