Σε μια εκτενή και ριζική αναδιάρθρωση της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών ΜΙΤ (Milli İstihbarat Teşkilatı) προχώρησε η κυβέρνηση Ερντογάν, μετατρέποντας την άλλοτε κλασική κατασκοπευτική δομή σε ένα πανίσχυρο όργανο πολιτικής επιβολής και γεωπολιτικής παρέμβασης. Το Nordic Monitor αποκαλύπτει πτυχές μιας διαδικασίας που σηματοδοτεί την πλήρη πολιτικοποίηση της ΜΙΤ, καθιστώντας την πυλώνα του καθεστωτικού ελέγχου στο εσωτερικό και προέκταση της εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας στο εξωτερικό.
Στην καρδιά αυτής της μεταμόρφωσης βρίσκεται η ενίσχυση της Διεύθυνσης Εξωτερικών Επιχειρήσεων, η οποία έχει αποκτήσει εκτεταμένες αρμοδιότητες για διεξαγωγή μυστικών αποστολών ανά τον κόσμο: παρακολουθήσεις, κυβερνοεπιθέσεις, επιχειρήσεις παραπληροφόρησης, ακόμη και απαγωγές και στοχευμένες δολοφονίες. Οι στόχοι είναι ξεκάθαροι: η εξουδετέρωση των αντιπάλων του καθεστώτος Ερντογάν και η προώθηση των στρατηγικών του επιδιώξεων με κάθε μέσο.
Η δράση της ΜΙΤ πλέον δεν περιορίζεται στο περιβάλλον των τουρκικών πρεσβειών. Αντιθέτως, έχει απλώσει ένα δίκτυο παράνομων επιχειρησιακών πυρήνων με «βιτρίνες» δημοσιογράφους, επιχειρηματίες, ακαδημαϊκούς και ΜΚΟ, κυρίως σε ευρωπαϊκές χώρες με ισχυρή τουρκική διασπορά. Τα δίκτυα αυτά λειτουργούν παράλληλα ως μηχανισμοί επιτήρησης, στρατολόγησης και χειραγώγησης της κοινής γνώμης.
Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι και η εμπλοκή της ΜΙΤ σε επιχειρήσεις εξαναγκαστικών απαγωγών και επαναπατρισμών αντικαθεστωτικών, κυρίως μελών του κινήματος Γκιουλέν, οι οποίοι διώκονται ως «τρομοκράτες» από το τουρκικό καθεστώς. Ο ίδιος ο Ερντογάν έχει επανειλημμένως υπερηφανευτεί δημοσίως για τις επιχειρήσεις απαγωγών της ΜΙΤ στο εξωτερικό, επιδεικνύοντας την αίσθηση απόλυτης ατιμωρησίας που περιβάλλει την υπηρεσία.
Στο εσωτερικό της χώρας, η ΜΙΤ έχει πλέον επίσημο ρόλο στον ιδεολογικό έλεγχο των δημοσίων υπαλλήλων μέσω της Διεύθυνσης Ελέγχου Ασφαλείας. Μόνον όσοι είναι πιστοί στο κυβερνών κόμμα ΑΚΡ ή στο εθνικιστικό ΜΗΡ επιτρέπεται να ενταχθούν στη δημόσια διοίκηση. Η ΜΙΤ βρέθηκε στην πρώτη γραμμή των μαζικών εκκαθαρίσεων που ακολούθησαν το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, με δεκάδες χιλιάδες απολύσεις και διώξεις στρατιωτικών, δικαστικών και κρατικών λειτουργών.
Ο διορισμός του Ιμπραήμ Καλίν –πρώην εκπροσώπου του Ερντογάν και βασικού πολιτικού του συμβούλου– στη θέση του επικεφαλής της ΜΙΤ επιβεβαιώνει την πλήρη αποκοπή της υπηρεσίας από κάθε έννοια ανεξαρτησίας. Όπως και ο προκάτοχός του, Χακάν Φιντάν (νυν ΥΠΕΞ), ο Καλίν δεν διαθέτει προϋπηρεσία στον χώρο των πληροφοριών, αλλά προσελήφθη για την πολιτική του αφοσίωση στον πρόεδρο.
Καθοριστικό ρόλο στο νέο δόγμα της ΜΙΤ διαδραματίζει και η Διεύθυνση Κυβερνοπληροφοριών, που εξειδικεύεται σε ψυχολογικές επιχειρήσεις και παραπληροφόρηση. Μέσω τρολ λογαριασμών, bots, ελεγχόμενων ΜΜΕ και «εισαγόμενων» αφηγήσεων, η υπηρεσία κατασκευάζει εναλλακτικές πραγματικότητες που εξυπηρετούν την εσωτερική σταθερότητα του καθεστώτος και θολώνουν το τοπίο για τις ευθύνες του. Παράλληλα, εξάγει τη δράση της σε ξένες χώρες, δημιουργώντας εταιρείες-βιτρίνες που αναλαμβάνουν την εκτέλεση πολύγλωσσων εκστρατειών παραπληροφόρησης.
Η νομική ασυλία που παρέχει ο ίδιος ο Ερντογάν μέσω διαδοχικών νομοθετικών τροποποιήσεων έχει καταστήσει τη ΜΙΤ αδιαπέραστη σε κάθε έλεγχο. Η κοινοβουλευτική εποπτεία είναι προσχηματική, ο προϋπολογισμός της δεν υπόκειται σε διαφάνεια, ενώ η δημοσιογραφική έρευνα αντιμετωπίζεται πλέον ως απειλή, με βαριές ποινές να επιβάλλονται σε όποιον αποκαλύπτει στοιχεία για τη δράση της.
Η νέα ΜΙΤ ενσαρκώνει τον αυταρχικό μετασχηματισμό της Τουρκίας. Από παραδοσιακή μυστική υπηρεσία, μετατράπηκε σε μοχλό ελέγχου, καταστολής και προβολής ισχύος. Όσο η υπηρεσία παραμένει ασύδοτη, χωρίς λογοδοσία και ενταγμένη στον μηχανισμό διατήρησης της εξουσίας του προέδρου, η δημοκρατία στην Τουρκία θα συνεχίσει να υπονομεύεται συστηματικά — από μέσα και από έξω.