Στις 6 Ιουνίου 1949 γεννιέται ο προπονητής Γιάννης Ματζουράκης στο Διδυμότειχο του Έβρου. Μεγάλωσε ως πολιτικός πρόσφυγας στη Ρουμανία, καθώς ο πατέρας του, που ήταν αντάρτης του Δημοκρατικού Στρατού, κατέφυγε εκεί λίγους μήνες μετά τη γέννησή του. Έχει διπλή υπηκοότητα, ελληνική και ρουμανική, και μιλάει και τις δύο γλώσσες.

Η ποδοσφαιρική καριέρα

Επιθετικός ήταν η θέση του. Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο στις ρουμανικές ομάδες Κλουζ και Ραπίντ Βουκουρεστίου, έως τo 1971, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα και αγωνίστηκε αρχικά στον ΠΑΟΚ και αργότερα στη Λάρισα και τον Ηρακλή. Την περίοδο 1975-76 βρέθηκε στην Ισπανία για λογαριασμό της Τεράσα, χωρίς όμως να πραγματοποιήσει καμία συμμετοχή στο πρωτάθλημα.

Το 1969 υπήρξε διεθνής με την Εθνική Ελπίδων της Ρουμανίας. Το 1972 αγωνίστηκε με την Εθνική Ενόπλων της Ελλάδας στην προκριματική φάση για το Παγκόσμιο Κύπελλο Ενόπλων αλλά δεν μετείχε στην τελική φάση. Υπήρξε επίσης μέλος της Εθνικής Ελπίδων της Ελλάδας, η οποία το 1971 κατέκτησε το 4ο Βαλκανικό Κύπελλο.

Στροφή στην προπονητική

Μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση συνέχισε ως προπονητής. Ξεκίνησε την καριέρα του το 1980 ως βοηθός του Αντώνη Γεωργιάδη στη Λάρισα, ενώ το καλοκαίρι του 1982 ανέλαβε ως πρώτος προπονητής τη Χαλκίδα στη Β΄ Εθνική. Την επόμενη χρονιά έκανε ντεμπούτο στην Α΄ Εθνική με το Αιγάλεω.

Στο Αιγάλεω παρέμεινε (με μικρές διακοπές) έως και τις αρχές του 1987, (ενδιάμεσα είχε αναλάβει την ομάδα της Καβάλας), ενώ από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 έως και τα μέσα της δεκαετίας του 1990 βρισκόταν στην Κύπρο, στην τεχνική ηγεσία της Πάφου, του Πεζοπορικού και του ΑΠΟΕΛ.

Με την επιστροφή του στην Ελλάδα πέρασε από τον πάγκο της Νάουσας, του Πιερικού, της Λάρισας, και από το 1996 μέχρι το 1999 της Ξάνθης. Με την ομάδα της Θράκης γνώρισε πολλές επιτυχίες και την καθιέρωσε ως μια από τις πιο σταθερές και αξιόπιστες της Α΄ Εθνικής.

Κορυφαία στιγμή στην προπονητική καριέρα του Γιάννη Μαντζουράκη ήταν η θητεία του στον πάγκο του Ολυμπιακού από τον Απρίλιο μέχρι τον Νοέμβριο του 2000, με τον οποίο κατέκτησε το πρωτάθλημα της περιόδου 1999-2000.[εκκρεμεί παραπομπή] Ανέλαβε την ομάδα του Πειραιά σε μια δύσκολη καμπή, μετά την ταραχώδη θητεία του Αλμπέρτο Μπιγκόν. Από τις πολύ επιτυχημένες κινήσεις του ήταν οι μεταγραφές, το καλοκαίρι του 2000, των Νέρι Καστίγιο, Παρ Ζέτερμπεργκ και Ζε Ελίας, παικτών που αγαπήθηκαν πολύ από τους φιλάθλους του Ολυμπιακού.

Για άλλη μια φορά γύρισε στην Κύπρο το 2002, όπου προπόνησε την Ανόρθωση και την ΑΕΛ Λεμεσού.

Την περίοδο 2007-08 εργάσθηκε στην ομάδα της Βέροιας, ενώ την περίοδο 2008-09 στον ΟΦΗ.

Τον Μάρτιο του 2011 ανέλαβε για δεύτερη φορά στην καριέρα του την Καβάλα, αντικαθιστώντας τον Χένρικ Κάσπερτσακ.

Στις 5 Μαρτίου 2012 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Καλλονής που αγωνιζόταν στη Football League διατηρώντας στο τεχνικό επιτελείο τον Λουτσιάνο ντε Σόουζα που είχε ξεκινήσει ως πρώτος προπονητής στην αρχή της περιόδου. Οι δύο τους είχαν συνυπάρξει στα ίδια αποδυτήρια τόσο στην Ξάνθη, όσο και στον Ολυμπιακό όταν ακόμη αγωνιζόταν ο Βραζιλιάνος. Τον Ιούνιο του 2013 επέστρεψε στην Καλλονή Λέσβου στη θέση του Μπάμπη Τεννέ, από την οποία απομακρύνθηκε τον Ιανουάριο του 2015. Σχεδόν έναν μήνα αργότερα, στις 12 Φεβρουαρίου 2015, ανακοινώθηκε η πρόσληψή του από τον Εργοτέλη, όμως η παραμονή του στην κρητική ομάδα υπήρξε βραχύβια, καθώς 13 ημέρες αργότερα, στις 25 Φεβρουαρίου, έγινε γνωστή η παραίτησή του.

Τον Οκτώβριο του 2015 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Παναιτωλικού, θέση από την οποία αποχώρησε τον Ιανουάριο του 2017.

Στις 4 Οκτωβρίου του 2018 ανέλαβε προπονητής στον Απόλλωνα Σμύρνης. Στις 26 Νοεμβρίου του 2018 η συνεργασία του με την «ελαφρά ταξιαρχία» λύθηκε. Ο απολογισμός του Μαντζουράκη στον πάγκο του Απόλλωνα ήταν 1 ισοπαλία και 5 ήττες στο ελληνικό πρωτάθλημα, και 1 νίκη στο Κύπελλο Ελλάδος.