Ένας Ισπανός και ένας Δανός, πρώην αριστερά μπακ του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, θυμούνται τα δικά τους ντέρμπι «αιωνίων».

Καραϊσκάκη, Λεωφόρος, Ριζούπολη και ΟΑΚΑ παρελαύνουν μέσα από τις αναμνήσεις των Ραούλ Μπράβο (ΟΣΦΠ) και Γιάν Μικάελσεν (ΠΑΟ)

Το μεγάλο ντέρμπι του Σαββάτου βρίσκεται πλέον πολύ κοντά και η αγωνία των φιλάθλων κορυφώνεται. Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός θα διασταυρώσουν τα ξίφη τους στο «Γ. Καραϊσκάκης» με στόχο τη νίκη που αξίζει πολύ περισσότερο από τους τρεις βαθμούς.

Λίγες ώρες πριν τη σέντρα, το Sport24.gr φιλοξενεί δυο πρώην παίκτες των «αιωνίων» που έχουν αγωνιστεί κατ’ επανάληψη σε τέτοια ματς και γνωρίζουν από πρώτο χέρι τη σημασία και τις ιδιαιτερότητες αυτών των συναντήσεων.
 

Ο Γιάν Μικάελσεν ανατρέπεται από τον Κασίγιας, ενώ ο Ραούλ Μπράβο παρακολουθεί τη φάση. Η μοναδική φορά που οι σημερινοί φιλοξενούμενοι του Sport24.gr βρέθηκαν αντιμέτωποι στο γήπεδο. ΠΑΟ - Ρεάλ Μαδρίτης 2-2 (Τσάμπιονς Λιγκ, 20-3-2002)

Ο Ισπανός Ραούλ Μπράβο (Ολυμπιακός) και ο Δανός Γιάν Μικάελσεν (Παναθηναϊκός) θυμούνται τα δικά τους ντέρμπι, σχολιάζουν το ελληνικό ποδόσφαιρο, τη βία στα γήπεδα και την κρίση στην Ελλάδα, ενώ στέλνουν και το μήνυμά τους στους φίλαθλους των δυο ομάδων, ευχόμενοι να γίνει πάνω απ’ όλα ένα καλό παιχνίδι που θα ικανοποιήσει όλους τους ποδοσφαιρόφιλους. Θα ξεκινήσουμε με τον «γηπεδούχο» Ραούλ και θα συνεχίσουμε με τον «φιλοξενούμενο» Γιάν.

ΡΑΟΥΛ ΜΠΡΑΒΟ – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ (2007-2011)

Ο Raúl Bravo Sanfélix γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1981 στην Γκαντία της Βαλένθια. Αφού έπαιξε από μικρός σε τοπικούς συλλόγους, στη συνέχεια, σε ηλικία 16 ετών πήγε στη Ρεάλ Μαδρίτης. Εκεί αγωνίστηκε πρώτα με τις Real Madrid C και B και το 2001 πέρασε στην πρώτη ομάδα, με την οποία είχε 77 συμμετοχές μέχρι το 2007, όταν και ήρθε στον Ολυμπιακό. Στη Ρεάλ Μαδρίτης ο Ραούλ ήταν συνήθως δεύτερη επιλογή, όμως κατάφερε να φτάσει μέχρι και την Εθνική Ισπανίας, με την οποία είχε 14 συμμετοχές (2002-2004), παίζοντας και στο EURO του 2004.

Στην τετραετία που ο Μπράβο παρέμεινε στον Ολυμπιακό (εκτός από το πρώτο εξάμηνο του 2009 που δόθηκε δανεικός στη Νουμάνθια), αγωνίστηκε σε 84 επίσημα παιχνίδια, 63 στο πρωτάθλημα, 5 στο Κύπελλο και 16 στην Ευρώπη. Με τους «ερυθρόλευκους» κέρδισε 2 πρωταθλήματα (2007-08 & 2010-11), ενώ νωρίτερα, με τη Ρεάλ, είχε κατακτήσει 1 Τσάμπιονς Λιγκ (2001-02), 1 Διηπειρωτικό (2002), 1 ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (2002) και 2 πρωταθλήματα Ισπανίας (2002-03 & 2006-07).

Το περασμένο καλοκαίρι έληξε το συμβόλαιό του και ο Μπράβο επέστρεψε στην Ισπανία και την Πριμέρα Ντιβισιόν, υπογράφοντας συμβόλαιο με τη νεοφώτιστη Ράγιο Βαγεκάνο, όπου έχει συμπαίκτη τον πρώην του Άρη, Κόκε. Φέτος έχει καταφέρει να αγωνιστεί μόνο σε ένα παιχνίδι της Ράγιο, αφού οι τραυματισμοί για μια ακόμα φορά τον ταλαιπωρούν.

Ραούλ, το Σάββατο έχουμε το πρώτο ντέρμπι «αιωνίων» στην Ελλάδα. Καταρχήν να σε ρωτήσω αν παρακολουθείς την εξέλιξη της Super League.

Ρ. Μπράβο: Ναι, εννοείται, γνωρίζω ότι και οι δυο ομάδες έχουν δώσει από 7 παιχνίδια. Ο Ολυμπιακός έχει δυο βαθμούς λιγότερους από τον Παναθηναϊκό, ο οποίος όπως διαβάζω και μαθαίνω, φέτος παίζει ωραίο ποδόσφαιρο, ενώ προέρχεται και από δυο πολύ σημαντικές νίκες με ΠΑΟΚ και ΑΕΚ. Αλλά και η πρώην ομάδα μου βρίσκεται σε ένα αρκετά καλό επίπεδο.

Οπότε η επόμενη ερώτηση έχει να κάνει με την έκβαση του ντέρμπι. Σε ποιον δίνεις τον τίτλο του φαβορί;

Ρ. Μπράβο: Σε τέτοια παιχνίδια μπορεί να έρθει οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Όμως ο Ολυμπιακός έχει το σαφές πλεονέκτημα λόγω του παράγοντα της έδρας. Η δύναμη του κόσμου και η βοήθεια που παίρνουν οι παίκτες από το «σπρώξιμο» της κερκίδας μπορούν να κρίνουν το ματς. Ειδικά στο «Καραϊσκάκη» η ατμόσφαιρα στα ντέρμπι είναι φανταστική.

Ποιες είναι οι δικές σου αναμνήσεις από τους αγώνες Ολυμπιακού – Παναθηναϊκού;

Ρ. Μπράβο: Τα ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό είναι πάντοτε ξεχωριστά για εμάς τους παίκτες. Αντίθετα με αυτό που πιστεύει ο πολύς κόσμος, οι ποδοσφαιριστές αντιμετωπίζουν αυτά τα παιχνίδια με χαρά και θετική ψυχολογία. Δεν φοβάσαι όταν πλησιάζει η ώρα της αναμέτρησης με τον μεγάλο αντίπαλο, αλλά νιώθεις ανυπομονησία για να βρεθείς στο γήπεδο απέναντί του και να απολαύσεις τη μάχη για τη νίκη. Έτσι κι εγώ σε όλη την καριέρα μου ευχαριστήθηκα όλα τα ντέρμπι.

Στη διάρκεια της παραμονής σου στην Ελλάδα, έχεις αγωνιστεί στα 4 τελευταία ντέρμπι. Ποιο από αυτά ξεχωρίζεις;

Ρ. Μπράβο: Δε νομίζω ότι θα ξεχώριζα κάποιο συγκεκριμένα. Κάθε ένα από αυτά είχε τη δική του αξία και ιδιαιτερότητα. Τα χάρηκα όλα εξίσου. Βέβαια, τώρα που το ξανασκέφτομαι, νομίζω ότι ίσως το δεύτερο στο οποίο αγωνίστηκα, είχε κάτι το ξεχωριστό. Μιλάω για το δεύτερο ντέρμπι της περιόδου 2009-10, μέσα στο ΟΑΚΑ. Ο Παναθηναϊκός είχε εξασφαλίσει το πρωτάθλημα, οι φίλαθλοι στην κερκίδα είχαν ετοιμαστεί για φιέστα, όμως εμείς κερδίσαμε και τους χαλάσαμε τη γιορτή!

Θυμάμαι την υποδοχή που μας είχαν επιφυλάξει οι φίλαθλοί μας όταν επιστρέψαμε στου Ρέντη! Τελικά στην Ελλάδα υπάρχουν δυο παράλληλα πρωταθλήματα. Το ένα είναι το κανονικό με όλες τις ομάδες και το δεύτερο παίζεται ανάμεσα στον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό!



Σου λείπει ο Ολυμπιακός; Διατηρείς επαφή με τους πρώην συμπαίκτες σου;

Ρ. Μπράβο: Φυσικά και μου λείπει. Πέρασα στην Ελλάδα τέσσερα πολύ όμορφα χρόνια τόσο σε αγωνιστικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Εντάξει, τα δυο πρώτα χρόνια, αρχικά εξαιτίας ενός τραυματισμού αλλά αργότερα και λόγω δικής μου ξεροκεφαλιάς, δεν πήγαν και τόσο καλά στο αγωνιστικό, όμως τις δυο τελευταίες σεζόν τις απόλαυσα πραγματικά. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, έχουμε μαζί με την οικογένειά μου ωραίες αναμνήσεις.

Ο κόσμος αλλά και η ομάδα μας φέρθηκαν πάντοτε καλά και έκαναν την παραμονή μας πολύ ευχάριστη. Η ζωή, το κλίμα, οι άνθρωποι, όλα τα χαρήκαμε στην Ελλάδα. Με τους πρώην συμπαίκτες μου μιλάω πολύ συχνά, τουλάχιστον με τους περισσότερους από αυτούς. Και βέβαια το σίγουρο είναι ότι κάθε χρόνο, τουλάχιστον για ένα δεκαήμερο, θα ερχόμαστε στην Ελλάδα.

Να υποθέσω ότι στην Ισπανία που βρίσκεσαι τώρα, θα έχεις ενημερωθεί και για την κρίση – πολιτική και οικονομική – που εξελίσσεται στην Ελλάδα.

Ρ. Μπράβο: Όσο παράδοξο και αν ακουστεί, τώρα έχω αρχίσει να παρακολουθώ και να ενημερώνομαι για τις εξελίξεις στην Ελλάδα. Όσο βρισκόμουν εκεί, ζούσα σε έναν «δικό μου» κόσμο, πράγμα που πολύ συχνά συμβαίνει με ξένους παίκτες. Μένεις σε μια όμορφη περιοχή, συναναστρέφεσαι κυρίως τους συμπατριώτες σου στην ομάδα, το δρομολόγιό σου είναι καθορισμένο, σπίτι, προπόνηση. Οπότε είναι δύσκολο να έρθεις σε επαφή με την πραγματικότητα.

Δεν περνούσα ας πούμε από το κέντρο ώστε να δω τις διαδηλώσεις, δεν έβλεπα τηλεόραση, δεν διάβαζα εφημερίδες, γενικά δεν είχα συνειδητοποιήσει το πόσο κρίσιμη ήταν η κατάσταση. Όμως από τότε που επέστρεψα στην Ισπανία, η Ελλάδα είναι πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες και πρώτο θέμα στις τηλεοράσεις σχεδόν καθημερινά. Έτσι γνωρίζω πλέον με λεπτομέρειες όλα όσα συμβαίνουν εκεί και ειλικρινά εύχομαι να βρεθεί λύση και διέξοδο στα μεγάλα προβλήματα.



Πώς βλέπεις την επιστροφή σου στην Πριμέρα Ντιβισιόν; Είσαι ευχαριστημένος στη Ράγιο;

Ρ. Μπράβο: Η αλήθεια είναι ότι δεν μου έχουν πάει και τόσο καλά τα πράγματα εδώ. Και αναφέρομαι στους δυο τραυματισμούς που είχα στο ξεκίνημα της σεζόν. Δεν ήταν σοβαροί, αλλά με κράτησαν τρεις εβδομάδες έξω ο καθένας. Μόλις συνήλθα από τον πρώτο και πήρα την πρώτη μου συμμετοχή, τραυματίστηκα ξανά και άντε πάλι απ’ την αρχή! Χάθηκαν δυο μήνες έτσι.

Από την άλλη βέβαια, είμαι πολύ ευχαριστημένος με την αντιμετώπιση που είχα από τη διοίκηση και από τον κόσμο της ομάδας. Βρίσκομαι ξανά στην πατρίδα μου, κοντά στους φίλους και την οικογένειά μου και είμαι σίγουρος ότι και αγωνιστικά τα πράγματα θα πάνε καλύτερα στη συνέχεια.

Τί μήνυμα θέλεις να στείλεις στους φίλους του Ολυμπιακού ενόψει του σαββατιάτικου ντέρμπι;

Ρ. Μπράβο: Καταρχήν θέλω να τους ευχαριστήσω γιατί στα χρόνια που αγωνίστηκα στον Ολυμπιακό με έκαναν να νιώσω αγαπητός και αυτό είναι πολύ σημαντικό για κάθε ποδοσφαιριστή. Πάντα μου συμπεριφέρθηκαν σωστά, κάτι που δεν ξεχνάω. Αλλά και με τον σύλλογο δεν έχω πρόβλημα, έληξε το συμβόλαιό μου, δεν συμφωνήσαμε στην ανανέωση, αλλά χωρίσαμε φιλικά.

Έτσι κι αλλιώς, στο ποδόσφαιρο συμβαίνουν αυτά, όμως επαναλαμβάνω ότι η σχέση μας δεν διαταράχτηκε στο ελάχιστο. Σε ότι αφορά το ντέρμπι, εύχομαι να κερδίσει ο Ολυμπιακός, είναι λογικό να το θέλω αφού εκεί έζησα πολύ όμορφες στιγμές. Ειλικρινά το λέω, ήθελα πολύ να έρθω στο «Καραϊσκάκη» και να παρακολουθήσω από κοντά το παιχνίδι, όμως δυστυχώς οι αγωνιστικές υποχρεώσεις και το πρόγραμμα με τη Ράγιο δεν μου το επιτρέπουν. Σίγουρα πάντως θα δω το παιχνίδι από το ίντερνετ.

Τελειώνοντας θέλω να σου πω ότι «απέναντί σου» σε αυτή τη συνέντευξη βρίσκεται ένας πρώην παίκτης του Παναθηναϊκού, ο Γιαν Μικάελσεν. Δεν βρεθήκατε αντίπαλοι σε ντέρμπι «αιωνίων», όμως σε αντιμετώπισε στη Λεωφόρο, όταν έπαιζες στη Ρεάλ Μαδρίτης. Και μου είπε να σου δώσω χαιρετίσματα.

Ρ. Μπράβο: Το θυμάμαι αυτό το ματς. 2-2 μετά από ένα όμορφο παιχνίδι. Είχε βάλει γκολ ο Πορτίγιο, έτσι δεν είναι; Και ο Μικάελσεν που μου λες, δεν ήταν ένας Δανός του Παναθηναϊκού; Δεν τον θυμάμαι και πολύ καλά, όμως να ανταποδώσεις τον χαιρετισμό!

ΓΙΑΝ ΜΙΚΑΕΛΣΕΝ – ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ (2001-2004)

Ο Jan Munk Michaelsen γεννήθηκε τον Νοέμβριο του 1970 στη Ναντ της Γαλλίας, όπου αγωνιζόταν ο πατέρας του, Άλαν, επίσης ποδοσφαιριστής. Όταν ο Γιαν ήταν 4 χρονών, η οικογένειά του επέστρεψε στη Δανία και εγκαταστάθηκε στην Κοπεγχάγη. Ο Μικάελσεν ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα στην Svendborg FB και στη συνέχεια αγωνίστηκε κατά σειρά στις Vanlose, HIK και Akademisk Boldklub.

Στην ΑΒ υπήρξε συμπαίκτης του Ρενέ Χένρικσεν, ο οποίος το 1999 μεταγράφηκε στον Παναθηναϊκό. Μετά από υπόδειξη του Ρενέ, οι «πράσινοι» απέκτησαν τον Γιαν το καλοκαίρι του 2001. Ο Μικάελσεν έμεινε 3 χρόνια στον ΠΑΟ παίζοντας συνολικά σε 106 επίσημα παιχνίδια, 66 στο πρωτάθλημα, 14 στο Κύπελλο και 26 στην Ευρώπη, ενώ πέτυχε και 6 γκολ.

Υπήρξε μέλος της ομάδας που έφτασε μέχρι τους «8» του Τσάμπιονς Λιγκ την περίοδο 2001-02 και τους «8» του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ ένα χρόνο αργότερα. Το 2003-04 κατέκτησε το νταμπλ στην Ελλάδα και στη συνέχεια επέστρεψε στη Δανία, όπου έκλεισε την καριέρα του στην Hamarkameraterne. Αγωνίστηκε 19 φορές με την Εθνική ομάδα της χώρας του και σήμερα είναι προπονητής στις ακαδημίες της FC Copenhagen.

Γεια σου Γιαν. Πώς είσαι; Πού σε βρίσκω;

Γ. Μικάελσεν: Μια χαρά είμαι, Βρίσκομαι στη Δανία, στην Κοπεγχάγη. Πριν λίγο τελείωσα την προπόνηση. Εργάζομαι εδώ και κάποια χρόνια στις ακαδημίες της FC Copenhagen. Για την ακρίβεια προπονώ την ομάδα των Εφήβων U17, αλλά ανήκω και στο τεχνικό τιμ που ασχολείται γενικότερα με τα τμήματα υποδομών του συλλόγου.

Θα μπω κατευθείαν στο θέμα. Το Σάββατο παίζουν Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός στο «Γ. Καραϊσκάκης» στο πρώτο ντέρμπι «αιωνίων» της χρονιάς. Κοιτάζοντας τα στατιστικά σου, είδα ότι στην τριετία σου στον ΠΑΟ (2001-04) έπαιξες σε 7 τέτοια ντέρμπι. Θα ήθελα να μου πεις την καλύτερη και τη χειρότερη ανάμνησή σου από αυτά.

Γ. Μικάελσεν: Θα ξεκινήσω με την χειρότερη, που όπως καταλαβαίνεις είναι το 3-0 με το οποίο χάσαμε στη Ριζούπολη το 2003. Θεωρώ ότι υπάρχουν δυο σκέλη για την ανάλυση εκείνου του παιχνιδιού. Το πρώτο λέει ότι αυτό το ματς δεν θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει ποτέ. Τουλάχιστον σε κανένα προηγμένο ποδοσφαιρικά κράτος δεν θα είχε γίνει ένας αγώνας κάτω από τέτοιες συνθήκες.

Μπορώ να καταλάβω την πίεση που μπορεί να υπάρχει για ένα αποτέλεσμα, επίσης μπορώ να δεχτώ την ανάγκη των φιλάθλων να υποστηρίξουν την ομάδα τους με όλες τους τις δυνάμεις, όμως από εκεί μέχρι τα όσα συναντήσαμε στη Ριζούπολη, υπάρχει μια τεράστια «απόσταση». Το ποδόσφαιρο παίζεται για να ευχαριστηθεί ο κόσμος και όχι για να ξεκινάει πραγματικό πόλεμο στο όνομα είτε του φανατισμού είτε της κατάκτησης ενός στόχου με οποιαδήποτε μέσα.

Αυτή όμως είναι μόνο η μια ανάγνωση. Γιατί αν θέλω να είμαι ειλικρινής, πρέπει να προσθέσω ότι εμείς πήγαμε να παίξουμε αυτό το ματς τελείως απροετοίμαστοι ψυχολογικά. Μπορεί να έγιναν όσα προηγήθηκαν της σέντρας, από εκεί και ύστερα όμως η ευθύνη πέρασε σε εμάς, τους ποδοσφαιριστές. Και δυστυχώς στο πρώτο ημίωρο δεν υπήρχαμε στο γήπεδο. Πριν καταλάβουμε τι συμβαίνει, χάναμε ήδη 2-0 και στη συνέχεια δεν μπορέσαμε να συνέλθουμε ποτέ.

Ήταν απογοητευτική η εμφάνισή μας και δε γίνεται να αποδίδουμε την απώλεια του ντέρμπι και του τίτλου μόνο στα όσα απαράδεκτα συνέβησαν. Σε τελική ανάλυση ξέραμε τι θα βρίσκαμε στο γήπεδο, άρα έπρεπε να παρουσιαστούμε έτοιμοι και συγκεντρωμένοι στον δικό μας στόχο. Δυστυχώς δεν το καταφέραμε, επηρεαστήκαμε σε αδικαιολόγητα μεγάλο βαθμό και παραδοθήκαμε χωρίς έστω να το παλέψουμε.

Να υποθέσω ότι η καλύτερη ανάμνησή σου από τα ντέρμπι ήρθε έναν χρόνο αργότερα.

Γ. Μικάελσεν: Ακριβώς! Ο τελικός του Κυπέλλου ήταν η πιο μεγάλη και πειστική εμφάνιση που κάναμε απέναντι στον «αιώνιο» αντίπαλο, όσο αγωνίστηκα εγώ στον Παναθηναϊκό. Είχαμε μια πολύ καλή ομάδα που εκείνη τη μέρα έπαιξε φανταστικό ποδόσφαιρο πετυχαίνοντας τρία πολύ όμορφα γκολ. Ήταν μια δίκαιη νίκη και μια ολοκληρωτική επικράτηση μέσα στο γήπεδο. Από τις πιο όμορφες αναμνήσεις στην ποδοσφαιρική μου καριέρα.

Διατηρείς επαφές με τους πρώην συμπαίκτες σου;

Γ. Μικάελσεν: Όχι, η αλήθεια είναι ότι έχουμε χαθεί. Ο μόνος που βλέπω πολύ συχνά είναι ο πολύ καλός μου φίλος Ρενέ Χένρικσεν, ο οποίος από όσο ξέρω διατηρεί μια συνεργασία με τον Παναθηναϊκό. Πέρυσι, όταν είχε έρθει εδώ ο ΠΑΟ για να αντιμετωπίσει την Κοπεγχάγη για το Τσάμπιονς Λιγκ, είχα πάει στο γήπεδο και μετά είχα συναντήσει τον Καραγκούνη. Ήταν πολύ συγκινητικό που τον είδα μετά από τόσα χρόνια. Όμως σε γενικές γραμμές, το ποδόσφαιρο, ειδικά για εμάς τους ξένους παίκτες, είναι κάπως έτσι. Φεύγεις και μετά περνούν τα χρόνια και χάνεσαι με τους υπόλοιπους.

Στην Ελλάδα έχεις ξαναέρθει μετά το 2004;

Γ. Μικάελσεν: Έρχομαι ανελλιπώς από τότε κάθε χρόνο. Τουλάχιστον μια εβδομάδα κάθε καλοκαίρι κατεβαίνω με την οικογένεια για διακοπές, κυρίως στην Κρήτη. Η Ελλάδα είναι μια υπέροχη χώρα για να την επισκεφτείς, γιατί συνδυάζει τα πάντα. Ο κόσμος είναι ευγενικός, εξυπηρετικός και φιλικός, οι φυσικές ομορφιές και οι παραλίες είναι ατελείωτες και μοναδικές, το κλίμα για εμάς τους βόρειους είναι ιδανικό και το φαγητό είναι απολαυστικό!

Πέρα από όλα αυτά τα όμορφα που μόλις απαρίθμησες, θα γνωρίζεις φαντάζομαι τις δυσκολίες που περνάει η Ελλάδα με την οικονομική κρίση.

Γ. Μικάελσεν: Δεν θα γινόταν διαφορετικά, εδώ και λίγους μήνες η κατάσταση στην Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Ξέρεις, ακόμα και εδώ στη Δανία υπάρχουν προβλήματα, σε πολύ μικρότερη έκταση όμως απ’ ότι στην Ελλάδα. Είναι θλιβερό για τον κόσμο να βρίσκεται μπροστά σε τόσο μεγάλα αδιέξοδα, να αντιμετωπίζει θέματα επιβίωσης. Δεν είμαι πολιτικός, αλλά νομίζω ότι η ελληνική κοινωνία θα πρέπει να αναθεωρήσει αρκετά πράγματα ώστε να μπορέσει να προχωρήσει προς τη λύση.

Διαβάζω για διεφθαρμένους πολιτικούς που όμως βρίσκονται στην εξουσία εδώ και ολόκληρες δεκαετίες, συντηρώντας πελατειακές σχέσεις με τους ψηφοφόρους τους. Άρα εδώ υπάρχουν αμφίδρομες ευθύνες που οδήγησαν στη σημερινή κρίσιμη κατάσταση. Χρειάζονται ριζοσπαστικές αλλαγές στο πολιτικό κριτήριο των Ελλήνων και στη δομή της ιδιοσυγκρασίας τους σχετικά με τη λειτουργία της κοινωνίας σε πολλαπλά επίπεδα. Η πρόκληση είναι μεγάλη όσο και δύσκολη. Αλλά νομίζω ότι αξίζει τον κόπο.

Ας επιστρέψουμε στο ποδόσφαιρο. Πέρα από τα ντέρμπι, πώς χαρακτηρίζεις συνολικά την τριετή παρουσία σου στον Παναθηναϊκό;

Γ. Μικάελσεν: Ήταν από τις πιο όμορφες εμπειρίες όχι μόνο της ποδοσφαιρικής μου καριέρας, αλλά ολόκληρης της ζωής μου. Ο Παναθηναϊκός έκανε πραγματικότητα πολλά όνειρά μου. Μην ξεχνάμε ότι ήρθα στην Ελλάδα αρκετά μεγάλος, σε ηλικία 31 ετών. Ήταν η τελευταία μου ευκαιρία να παίξω στο εξωτερικό, αλλά και να αγωνιστώ στο Τσάμπιονς Λιγκ. Έζησα μεγάλες στιγμές στα ευρωπαϊκά γήπεδα.

Πραγματοποιήσαμε εξαιρετικές εμφανίσεις και φτάσαμε πολύ κοντά σε δυο ημιτελικούς. Αντιμετωπίσαμε σαν ίσος προς ίσο την Μπαρτσελόνα μέσα στην έδρα της και κοντράραμε την Πόρτο του Μουρίνιο, χάνοντας την πρόκριση στην παράταση. Αλλά και το νταμπλ του 2004 ήταν μια δικαίωση για την ομάδα και μια μεγάλη χαρά για τον κόσμο μας που είχε πολλά χρόνια να πανηγυρίσει τίτλους.

Ποιος ήταν ο ρόλος σου σε εκείνον τον Παναθηναϊκό;

Γ. Μικάελσεν: Οι Έλληνες παίκτες δεν υστερούν σε ταλέντο, όμως δυσκολεύονται να εφαρμόσουν και πολύ περισσότερο να διατηρήσουν τις θέσεις τους όπως τις προβλέπει ο τακτικός σχεδιασμός του προπονητή. Εγώ στα τρία χρόνια μπορεί να απέκτησα τη φήμη του μαχητή, όμως πολύ συχνά μαζί με τον Ρενέ προσπαθούσαμε να «πειθαρχήσουμε» τους συμπαίκτες μας και να ισορροπήσουμε τον ενθουσιασμό τους με την κάλυψη των χώρων.

Η ποδοσφαιρική παιδεία, όπως τη διδαχτήκαμε στη Δανία, τοποθετεί την πειθαρχία ακριβώς δίπλα στην πρωτοβουλία και θέτει ως στόχο την σωστή διαχείρισή τους. Έτσι λοιπόν, πέρα από τη σωματική δύναμη και το πολύ τρέξιμο που μπορούσα να προσφέρω στον Παναθηναϊκό, σκεφτόμουν πάντοτε και τη βοήθεια που έπρεπε να δώσω στα κενά που δημιουργούνταν πίσω από τις επελάσεις του Καραγκούνη, του Μπασινά, του Σεϊταρίδη κλπ.

Το Σάββατο ο Παναθηναϊκός θα πάει στο «Γ. Καραϊσκάκης» ως πρωτοπόρος της βαθμολογίας, με τον Ολυμπιακό να βρίσκεται δυο βαθμούς πίσω του.

Γ. Μικάελσεν: Ξέρεις, το θέμα δεν είναι τόσο το τί θα γίνει, αλλά το πώς θα γίνει. Η μπάλα είναι ένα παιχνίδι, προορισμένο να προσφέρει ευχαρίστηση σε όσους το παρακολουθούν. Από τη στιγμή που αγωνίζονται δυο ομάδες, πολλοί παράγοντες μπορούν να καθορίσουν το αποτέλεσμα. Η απόδοση των παικτών, η τύχη ή η ατυχία, μια ατομική ενέργεια, ένα αυτογκόλ, ένα λάθος του διαιτητή, όλα είναι μέσα στο πρόγραμμα.

Το ζήτημα είναι να μην γίνονται πράγματα που δεν έχουν θέση στο άθλημα και στη διασκέδαση. Η βία σε οποιαδήποτε μορφή της δεν επιτρέπεται να έχει θέση στο ποδόσφαιρο. Οι ομάδες μπορούν να παίξουν δυνατά, να τα δώσουν όλα, αλλά στο τέλος όλοι να ξέρουν ότι έγινε ένα παιχνίδι μέσα σε σωστά πλαίσια. Το ίδιο ακριβώς πρέπει να ισχύει και για την κερκίδα. Κανένας, ούτε παράγοντας, ούτε παίκτης, ούτε φίλαθλος, δεν επιτρέπεται να νομιμοποιεί ενέργειες που παραβιάζουν το «fair play».

Οπότε αυτό που εύχομαι είναι να γίνει ένας ωραίος αγώνας, με την ιδιαιτερότητα που έχει ως ντέρμπι, αλλά χωρίς παρατράγουδα και προκλήσεις από καμία από τις δυο πλευρές. Ο καλύτερος συνήθως κερδίζει, αλλά και αυτό να μη συμβεί, είναι κάτι που χαρακτηρίζει το άθλημα. Μίλησα πριν για ένα σωρό αστάθμητους παράγοντες που μπορούν να διαμορφώσουν ένα αποτέλεσμα. Όμως όλοι οι εμπλεκόμενοι πρέπει να προστατεύσουν το ποδόσφαιρο.

Τι φήμη έχει το ελληνικό ποδόσφαιρο στη Δανία;

Γ. Μικάελσεν: Ακούγονται και γράφονται πολλά για τη βία, για σκάνδαλα, για στημένα παιχνίδια. Έτσι κι αλλιώς με το ίντερνετ, το you-tube ή το facebook, όλα αυτά γίνονται πλέον γνωστά εν ριπή οφθαλμού. Και ειδικά τα βίντεο προβάλλουν συχνά εικόνες που ντροπιάζουν το ελληνικό ποδόσφαιρο. Από την άλλη όμως, υπάρχει και η θετική πλευρά την οποία αντιπροσωπεύει η Εθνική ομάδα.

Δεν είναι μόνο η τεράστια επιτυχία της κατάκτησης του EURO το 2004, αλλά και η συνεχόμενη παρουσία της Ελλάδας σε μεγάλες διοργανώσεις τα τελευταία χρόνια. Η εικόνα της Εθνικής σας, αποπνέει υγεία και φέρνει συνεχώς διακρίσεις. Θα έπρεπε να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για τους ελληνικούς συλλόγους, όμως δυστυχώς είναι μόνο η εξαίρεση.

Θέλεις να στείλεις κάποιο μήνυμα στους φίλους του Παναθηναϊκού;

Γ. Μικάελσεν: Νομίζω ότι δυο είναι τα μηνύματα. Πρώτα εύχομαι δύναμη και αντοχές στις δύσκολες στιγμές που περνάνε όχι μόνο οι φίλοι του ΠΑΟ, αλλά όλοι οι Έλληνες πολίτες. Στην τριετία που έμεινα στην Ελλάδα, αλλά και κάθε φορά που ταξιδεύω εκεί αυτά τα τελευταία χρόνια, έχω μείνει με την εντύπωση ότι οι άνθρωποι είναι περήφανοι, ευχάριστοι, αισιόδοξοι, έξυπνοι, δημιουργικοί. Θέλω να ελπίζω λοιπόν ότι θα βρουν λύσεις και διέξοδο στην κρίσιμη αυτή συγκυρία.

Το δεύτερο είναι ότι στη ζωή υπάρχουν πολύ σημαντικότερα πράγματα από το ποδόσφαιρο. Δεν γίνεται να κάνουμε τη μπάλα κέντρο της ύπαρξής μας, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχει αυτή τη θέση. Όταν το συνειδητοποιήσουν αυτό όλοι οι φίλαθλοι, τότε θα εκλείψουν οι φανατισμοί και η βία και τα παιχνίδια θα αποκτήσουν τον πραγματικό σκοπό τους. Θέαμα και απόλαυση, ένας τρόπος να περάσεις ευχάριστα ένα απόγευμα. Με αγωνία, ενθουσιασμό και συναισθήματα, αλλά μακριά από ακραίες αντιδράσεις.

Θα υποθέσω ότι θέλεις νίκη του Παναθηναϊκού.

Γ. Μικάελσεν: Και θα υποθέσεις πολύ σωστά. Ο Παναθηναϊκός είναι μέρος της ζωής μου και θα βρίσκεται πάντοτε μέσα στην καρδιά μου. Εύχομαι να είναι ο νικητής, πάντα θα θέλω να είναι πρωταγωνιστής στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Αγάπησα την ομάδα και τον κόσμο, δέθηκα μαζί τους. Έτσι κι αλλιώς πάντως, η Ελλάδα βρίσκεται στα άμεσα σχέδιά μου.

Γίνε πιο συγκεκριμένος. Τι εννοείς;

Γ. Μικάελσεν: Σκέφτομαι να δημιουργήσω μια καλοκαιρινή ποδοσφαιρική ακαδημία στην Κρήτη. Είναι ένα σχέδιο που το προετοιμάζω εδώ και αρκετό καιρό. Θα έχει διάρκεια τριών εβδομάδων και στο καμπ θα μπορούν να συμμετέχουν μικρά παιδιά, αγόρια και κορίτσια, στα οποία μαζί με τους συνεργάτες μου θα διδάσκουμε βασικές αρχές του ποδοσφαίρου, αλλά και τη φιλοσοφία του αθλήματος όπως την αντιλαμβανόμαστε στη Δανία. Ήδη πάντως, αρκετοί συμπατριώτες μου που επίσης παραθερίζουν τα καλοκαίρια στην Κρήτη, μου έχουν πει ότι θα φέρουν τα παιδιά τους στην ακαδημία.

Πριν σε αφήσω, να σου πω ότι ο «αντίπαλός» σου στη σημερινή συνέντευξη είναι ένας πρώην παίκτης του Ολυμπιακού, ο Ραούλ Μπράβο. Δεν τον αντιμετώπισες ποτέ σε ντέρμπι «αιωνίων», όμως είχε βρεθεί απέναντί σου, όταν το 2002 ο Παναθηναϊκός έπαιξε με τη Ρεάλ Μαδρίτης στη Λεωφόρο για το Τσάμπιονς Λιγκ. Τον θυμάσαι;

Γ. Μικάελσεν: Φυσικά και τον θυμάμαι. Ήταν ένα από τα παιχνίδια στη μεγάλη πορεία εκείνης της περιόδου. Νομίζω έπαιζε κι εκείνος αριστερό μπακ, όπως κι εγώ. Πολύ γρήγορος παίκτης, τουλάχιστον τότε. Για να είμαι ειλικρινής, κάπου είχα διαβάσει ότι είχε προβλήματα προσαρμογής όταν πρωτοπήγε στον Ολυμπιακό. Να τον χαιρετήσεις εκ μέρους μου, αν και πολύ αμφιβάλλω ότι θα με θυμηθεί!

ΠΗΓΗ: Sport24.gr