Η πρόσφατη δημοσίευση μιας επιστημονικής μελέτης από το Ινστιτούτο Αστρονομίας του Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ, στην οποία συμμετείχε και ο Κύπριος ερευνητής Δρ. Σάββας Κωνσταντίνου, φέρνει στο φως ενδείξεις που υποδηλώνουν την πιθανή ύπαρξη ζωής σε εξωπλανήτη. Η μελέτη επικεντρώνεται στον πλανήτη K2-18b, έναν εξωπλανήτη που βρίσκεται σε απόσταση περίπου 120 ετών φωτός από τη Γη, και παρουσιάζει χαρακτηριστικά που τον καθιστούν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα για την αστροβιολογία.
Ο K2-18b είναι ένας πλανήτης τύπου «υπερ-Γης» ή «μίνι-Ποσειδώνας», με μέγεθος και μάζα μεγαλύτερα από της Γης, αλλά μικρότερα από του Ποσειδώνα. Οι παρατηρήσεις που έγιναν με το διαστημικό τηλεσκόπιο James Webb αποκάλυψαν την παρουσία μεθανίου και διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρά του, ενώ υπάρχουν ενδείξεις και για την ύπαρξη διμεθυλοσουλφιδίου, μιας ένωσης που στη Γη παράγεται κυρίως από μικροοργανισμούς. Η παρουσία αυτών των ουσιών υποδηλώνει ότι ο K2-18b μπορεί να διαθέτει ωκεανούς υγρού νερού και μια ατμόσφαιρα πλούσια σε υδρογόνο, δημιουργώντας συνθήκες που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τη ζωή.
Ο Δρ. Κωνσταντίνου, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Έγκωμη της Κύπρου, σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και συνέχισε με διδακτορικές σπουδές στον τομέα της αστρονομίας, με ειδίκευση στην ανάλυση ατμοσφαιρών εξωπλανητών. Στην ομάδα του, που περιλαμβάνει και άλλους διακεκριμένους επιστήμονες, ανέπτυξαν μεθόδους για την ανίχνευση και ανάλυση χημικών στοιχείων στις ατμόσφαιρες εξωπλανητών, συμβάλλοντας σημαντικά στην κατανόηση των συνθηκών που επικρατούν σε αυτούς.
Η ανακάλυψη αυτή δεν σημαίνει απαραίτητα την ύπαρξη εξωγήινων πολιτισμών, αλλά αποτελεί ένα σημαντικό βήμα στην αναζήτηση ζωής πέρα από τη Γη. Οι επιστήμονες τονίζουν ότι απαιτούνται περαιτέρω παρατηρήσεις και αναλύσεις για να επιβεβαιωθούν τα ευρήματα και να κατανοηθούν πλήρως οι συνθήκες που επικρατούν στον K2-18b. Ωστόσο, η μελέτη αυτή ενισχύει την πεποίθηση ότι η ζωή μπορεί να υπάρχει και σε άλλους πλανήτες, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στην αστροβιολογία και την κατανόηση του σύμπαντος.

Όπως ανέφερε σε δηλώσεις του στην κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος», αποστολή τους ήταν να μελετήσουν τον εξωπλανήτη K2-18b, ο οποίος απέχει περίπου 120 έτη φωτός από τη Γη και ανήκει στην κατηγορία των λεγόμενων «υποποσειδώνων». Όπως μας εξήγησε πρόκειται για «πλανήτες των οποίων το μέγεθος και η μάζα τους είναι μεταξύ της Γης και του Ποσειδώνα. Και αυτοί οι πλανήτες είναι οι πιο συχνοί που βρίσκουμε εκτός του ηλιακού μας συστήματος, αλλά δεν έχουμε αντίστοιχο εδώ για να μπορούμε να έχουμε μέτρο σύγκρισης».
«Η δική μου δουλειά ήταν να ερευνήσω τι μπορούμε να βρούμε στις ατμόσφαιρες αυτών των πλανητών», είπε.
«Ο K2-18b είναι ένας από τους χιλιάδες υποποσειδώνες που γνωρίζουμε. Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που μας οδήγησαν στο να τον ερευνήσουμε, αλλά το πιο σημαντικό είναι πως βρίσκεται στην κατοικήσιμη ζώνη του αστεριού του. Έχει τη σωστή θερμοκρασία. Δεν είναι πολύ μακριά για να παγώσουν όλα από το κρύο, ούτε πολύ κοντά για να εξατμιστούν όλα», πρόσθεσε.
Στον εν λόγω πλανήτη έγιναν κάποιες μετρήσεις από τη NASA το 2019 με το τηλεσκόπιο «Hubble» και εξήγαγαν το συμπέρασμα ότι η ατμόσφαιρά του μπορεί να έχει υδρογόνο και μέσα σε αυτό να υπάρχει ή νερό ή μεθάνιο. Δεν ήταν όμως βέβαιο. Οπότε η ομάδα του Κέιμπριτζ αποφάσισε να ζητήσει από τη NASA να της δοθεί η δυνατότητα να κάνουν τις απαραίτητες μετρήσεις μέσω του νέου τηλεσκοπίου «James Webb Space Telescope (JWST)». Όπως και έγινε.
Εξηγώντας πως γίνεται η χρήση του τηλεσκοπίου της NASA, ο κ. Κωνσταντίνου ανέφερε πως «όταν ακούει κάποιος τηλεσκόπιο σκέφτεται εικόνα. Αλλά στην πραγματικότητα αυτό που παίρνουμε είναι η ένταση του φωτός σε διαφορετικά μήκη κύματος. Με απλά λόγια ο πλανήτης που βλέπουμε περνά το φως του άστρου του και βλέπουμε τι έχει μέσα στην ατμόσφαιρα. Αυτό όλο είναι τόσο μακριά που σε μας φαίνεται μια φωτεινή κουκίδα. Αλλά με το να βλέπουμε πόσο πολύ απορροφάει η ατμόσφαιρα το φως του άστρου σε διαφορετικά μήκη κύματος, καταλαβαίνουμε τι περιέχει η ατμόσφαιρα».
«Οι πρώτες μετρήσεις ήρθαν πριν ενάμιση χρόνο οι οποίες επιβεβαίωναν ότι υπάρχει μεθάνιο και παράλληλα διοξείδιο του άνθρακα, ο συνδυασμός των οποίων δείχνουν ότι υπάρχουν οι συνθήκες που επιτρέπουν την ύπαρξη ζωής», δήλωσε ο Κύπριος επιστήμονας. Μάλιστα, όπως μας είπε χαρακτηριστικά «η καλύτερη εξήγηση είναι ότι ο συγκεκριμένος πλανήτης έχει κατοικήσιμους ωκεανούς».
Ακολούθησαν και άλλες μετρήσεις σε άλλα μήκη κύματος του φωτός του εν λόγω πλανήτη και εντόπισαν τους βιοδείκτες Διμεθυλοσουλφίδιο (DMS) και Διμεθυλοδισουλφίδιο (DMDS). Σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντίνου, τα δύο αυτά στοιχεία αν τα εντοπίσεις στη Γη, σημαίνει ότι εκεί υπάρχει μικροβιακή ζωή, αφού ουσιαστικά παράγονται από μικρόβια και κυρίως από θαλάσσιο φυτοπλαγκτόν.
Ο εν λόγω πλανήτης όμως, είναι διαφορετικός από τη Γη, οπότε εάν έχει ζωή, αυτή είναι διαφορετική. Σύμφωνα με την περιγραφή που μας έδωσε ο κ. Κωνσταντίνου, ο K2-18b είναι πιο μεγάλος πλανήτης από τη Γη και έχει ατμόσφαιρα από υδρογόνο και ήλιον κατά 90%, σε αντίθεση με την Γη όπου έχει άζωτο και οξυγόνο, και η επιφάνειά του αποτελείται μόνο από θάλασσα της οποίας το βάθος της είναι χιλιάδες χιλιόμετρα. Αυτού του είδους τον πλανήτη, όπως μας είπε, τον ονόμασαν «Hycean» ή στα ελληνικά «Υκεανό», από το υδρογόνο και τον ωκεανό.
«Οι πρώτες ενδείξεις για ζωή εκτός της Γης»
Ερωτηθείς πόσο σημαντική είναι η ανακάλυψή τους, είπε πως «το πιο σημαντικό είναι ότι έχουμε τη δυνατότητα να ερευνήσουμε τις ατμόσφαιρες πλανητών που μπορεί να υποστηρίξουν ζωή και να είναι κατοικήσιμοι. Από εκεί και έπειτα, μπορεί να έχουμε στα χέρια μας τις πρώτες ενδείξεις για ζωή εκτός της Γης».
Μιλώντας για τα επόμενα βήματα που πρέπει να γίνουν, υπέδειξε πως πρέπει πρώτον να επιβεβαιώσουν τις μετρήσεις που έλαβαν, κάτι που θα γίνει στα επόμενα ένα με δύο χρόνια. Προς το παρόν, όπως ανέφερε, η σιγουριά τους στην ανίχνευση των δύο μορίων, του DMS και του DNDS, είναι στο 99,7%. Είναι αρκετά ψηλό ποσοστό, αλλά στόχος τους είναι να φτάσουν την πιθανότητα του λάθους στο «ένα στο εκατομμύριο».
Ο Κύπριος επιστήμονας τόνισε πως η ανακάλυψη αφορά την ύπαρξη μικροβιακής ζωής. «Δεν βρήκαμε πράσινα ανθρωπάκια», είπε. «Στη Γη τα εν λόγω στοιχεία όπου υπάρχουν είναι ένδειξη παρουσίας μικροβίων της θάλασσας. Ουσιαστικά αναγνωρίζονται ως η μυρωδιά της θάλασσας. Επειδή μοιάζουν πολύ τα δύο αυτά μόρια θεωρούμε ότι βρήκαμε ή το ένα ή το άλλο ή και τα δύο στον εξωπλανήτη. Τα δύο είναι παράγωγα θαλάσσιας μικροβιακής ζωής. Οπότε το δεύτερο βήμα μας θα είναι να επαληθεύσουμε τη σύνδεση των δύο αυτών μορίων με τη ζωή και στους λεγόμενους υποποσειδώνες».
Ερωτηθείς για το πως αντιμετώπισε η επιστημονική κοινότητα την ανακάλυψη, είπε πως η αντίδραση ήταν θετική αλλά με επιφυλάξεις.
Τελικά υπάρχει εξωγήινη ζωή;
Στο ερώτημα του ενός εκατομμυρίου, εάν πιστεύει ότι υπάρχει εξωγήινη ζωή, ο κ. Κωνσταντίνου μας απάντησε λέγοντας πως «υπάρχουν τρισεκατομμύρια αστέρια και ξέρουμε σήμερα ότι κάθε ένα από αυτά τα αστέρια έχει τουλάχιστον έναν πλανήτη γύρω του. Άρα θα ήταν απίθανο να υπάρχει ζωή μόνο εδώ». «Αν υπάρχει κάτι άλλο, ίσως να το βρήκαμε. Άρα η απάντηση μου είναι ναι. Βασικά νομίζω πως ναι», είπε χαρακτηριστικά.