Το 14ο προσωπικό, παγκόσμιο ρεκόρ του σουηδικού Φαινομένου του επί κοντώ, Αρμάντ «Mondo» -που δεν είναι καθόλου τυχαίο, που σημαίνει «Κόσμος»- Ντουπλάντις.
Τη χειρότερη μέρα καριέρας, τον τραυματισμό, την εγκατάλειψη και αναπόφευκτη ακύρωση του υπεραθλητή μας, δις χρυσού Ολυμπιονίκη, παγκόσμιου και πρωταθλητή Ευρώπης, Μίλτου Τεντόγλου. Κι επειδή, για να υπάρξει ένας ηττημένος, κάπου θα υπάρχει κι ένας νικητής, αντίστροφα την ωραιότερη μέρα στη νηπιακή ακόμη φάση, καριέρας του μόλις 20χρονου Ιταλού, Ματτία Φουρλάνι δίκαιου νικητή, με 8.39μ. του πολύτιμου χρυσού.
Στον αθλητισμό, το «εάν δεν τραυματιζόταν ο Μίλτος…» δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Όπως δεν θεωρείται κάποια ιδιαίτερα σημαντική επίδοση το 8.39 όταν το «personal best» του Τεντόγλου είναι το 8.65μ. που πέτυχε πέρυσι στη Ρώμη.
Ήταν όμως σημαντική, και καλύτερη προσωπική επίδοση για τον ίδιο τον Φουρλάνι και μάλιστα με ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα, γιατί μέχρι πριν από δύο χρόνια σκεφτόταν σοβαρά ν’ ασχοληθεί με το άλμα εις ύψος απλούστατα γιατί σιχαινόταν και ανατρίχιαζε κάθε φορά που λερωνόταν με την άμμο.
Είχε πετύχει και ένα αξιοπρεπέστατο 2.17μ. μετά όμως, τόσο η Σενεγαλέζα μαμά και προπονήτριά του Κάτι Σεκ, πρώην σπρίντερ, όσο ο Ιταλός μπαμπάς του Μαρτσέλλο (2.27μ. στο ύψος, το ’85 κι εκείνος στο Τόκιο), κάτι είδαν για να του προτείνουν και να τον συμβουλέψουν ν’ ασχοληθεί με το μήκος.
Ακριβώς ό,τι συνέβη και με τον μπαμπά Γκρεγκ Ντουπλάντις: σπρίντερ, ονειρευόταν να γίνει ο μικρός Αρμάντ και τελικά εξελίχθηκε στον μεγαλύτερο αθλητή του επί κοντώ όλων των εποχών με 14 νέα, παγκόσμια ρεκόρ στα τέσσερα τελευταία χρόνια και με φρέσκο επίτευγμά του τα 6.30μ. Χωρίς βιασύνη: ένα εκατοστό τη φορά, όλο και περισσότερο κοντά στον ήλιο.
Χωρίς κανέναν αντίπαλο στη σπεσιαλιτέ του, χωρίς ιδιαίτερη πίεση και με μοναδική «απειλή» τον κάθε φορά και καλύτερο, Εμμανουήλ Καραλή, ο Ντουπλάντις μπορεί πλέον να τα βάλει μόνο με τον ίδιο του τον εαυτό. Ενώ στο μήκος, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.
Το επιβεβαιώνουν, εξάλλου τόσο η αλάνθαστη Επιστήμη των αριθμών, όπως η εξέλιξη, σε βάθος χρόνων του παγκοσμίου ρεκόρ του είδους.
Το μακρινό 1901 ήταν 7μ.61 (με τον Βρετανό, Πίτερ Ο’ Κόνορ), το 1935 ο θρυλικός Αμερικανός, Τζέσε Όουενς το έφτασε στα 8.13, το ’64 ο συμπατριώτης του Ραλφ Μπόστον το ανέβασε στα 8.34, το ’67 ο τότε Σοβιετικός, Ιγκόρ Οβανεσιάν στα 8.35 και μετά προσγειώθηκε από άλλον πλανήτη ο Αμερικανός, Μπομπ Μπίμον πηδώντας το ’68, στην Πόλη του Μεξικού ένα εξωπραγματικό 8.90 το οποίο άντεξε 23 ολόκληρα χρόνια, όταν ο επίσης Αμερικανός Μάικ Πάουελ, κι εκείνος στο Τόκιο πετύχαινε το εντυπωσιακό 8.95.
Από εκείνη την ημέρα την ιστορικής αναμέτρησης με τον εξίσου θρυλικό Καρλ Λιούις, και με το παγκόσμιο ρεκόρ που άλλαξε τρεις φορές χέρια έχουν περάσει 34 χρόνια επιβεβαιώνοντας για μία ακόμη φορά τη δυσκολία του αθλήματος, πόσο μάλλον ενός νέου ρεκόρ.
Πιθανότατα να είχαν περάσει λιγότερα εάν ένας κριτής, το ’95 στο ιταλικό Σεστριέρε δεν είχε καθίσει, κατά λάθος ακριβώς μπροστά από το ανεμόμετρο ακυρώνοντας το εντυπωσιακό 8.96 του Κουβανού Ιβάν Πεδρόσο γιατί μετρήθηκε ότι είχε επωφεληθεί με τουλάχιστον 2μ. ανά δευτερόλεπτο.
Λεπτομέρειες: o Ντουπλάντις, o Καραλής, o Φουρλάνι και, όταν αισθανθεί καλύτερα, o Τεντόγλου έχουν πάρα πολλές συγκινήσεις να χαρίσουν ακόμη στον Κόσμο και γενικότερα στον αθλητισμό και, δεν πειράζει ας αργήσει, που θ’ αργήσει να «πέσει» το 8.95 του Πάουελ…