Premier League: Η πρόσφατη μεταγραφή του Ισέ Σάμουελς-Σμιθ στην Τσέλσι έχει προκαλέσει σάλο και έντονη καχυποψία στους κύκλους του αγγλικού ποδοσφαίρου, αποκαλύπτοντας τις σκοτεινές πτυχές των συμφωνιών μεταξύ συλλόγων που ανήκουν στην ίδια ιδιοκτησία.

Η περίπτωση αυτή αναδεικνύει τις γκρίζες ζώνες που δημιουργούνται όταν ένας όμιλος, στην προκειμένη περίπτωση η BlueCo, ελέγχει ταυτόχρονα περισσότερες από μία ομάδες.

Η ιστορία της μεταγραφής που επαναλήφθηκε

Ο Σάμουελς-Σμιθ, ένας πολλά υποσχόμενος νεαρός παίκτης από τις ακαδημίες της Τσέλσι, βρέθηκε ξαφνικά στο επίκεντρο μιας μεταγραφικής ιστορίας που μοιάζει με σενάριο ταινίας. 

Αρχικά, στις 30 Ιουλίου, ανακοινώθηκε η πώλησή του στη γαλλική ομάδα του Στρασβούργου για ένα ποσό της τάξης των 7,5 εκατομμυρίων ευρώ. Αυτή η κίνηση, φαινομενικά, φαινόταν να είναι μια στρατηγική επιλογή για να αποκτήσει ο παίκτης εμπειρίες σε ένα διαφορετικό πρωτάθλημα.

Ωστόσο, μόλις 33 ημέρες αργότερα, ήρθε η ανατροπή που εξέπληξε τους πάντες. Στις 2 Σεπτεμβρίου, η Τσέλσι ανακοίνωσε ότι ο Σάμουελ-Σμιθ επιστρέφει στους «Μπλε». 

Ο παίκτης αγοράστηκε ξανά από το Στρασβούργο και, στη συνέχεια, παραχωρήθηκε δανεικός στη Σουόνσι για την τρέχουσα σεζόν. Η όλη διαδικασία, πέρα από το αδιαφανές ποσό της δεύτερης μεταγραφής, εγείρει σοβαρά ερωτήματα.

Ερωτήματα και αντιδράσεις στην Αγγλία

Η «κυκλική» αυτή μετακίνηση δημιούργησε ένα κύμα αντιδράσεων. Οι αναλυτές και οι δημοσιογράφοι στην Αγγλία αμφισβητούν έντονα τις προθέσεις πίσω από αυτή τη συμφωνία.

Γιατί η Τσέλσι πούλησε τον παίκτη για να τον αγοράσει ξανά μέσα σε έναν μήνα;

Πώς επωφελήθηκαν οι δύο ομάδες από αυτή την κίνηση;

Ποιο ήταν το πραγματικό κίνητρο της πώλησης, αν τελικά ο παίκτης προοριζόταν να επιστρέψει;

Εικάζεται ότι η πώληση του παίκτη στο Στρασβούργο, μια ομάδα που ανήκει στον ίδιο ιδιοκτησιακό όμιλο, έγινε για να καλυφθούν πιθανές οικονομικές ανάγκες της Τσέλσι, ειδικά σε σχέση με τους κανονισμούς του Financial Fair Play.

Η μετακίνηση ενός παίκτη σε μια αδελφή ομάδα, ακόμα και με ένα υψηλό ποσό, μπορεί να θεωρηθεί ως μια λογιστική «μανούβρα» για να εξισορροπηθούν τα οικονομικά στοιχεία χωρίς να υπάρξει πραγματική ροή κεφαλαίων σε έναν ανεξάρτητο σύλλογο.