Γεννημένος πριν 31 χρόνια στο Γκβαρντεισκόγιε ακολούθησε, με τη μητέρα του τον μεγαλύτερό του αδελφό στο Κάλμαρ κι εκεί που ήταν ένας απλός υπάλληλος, ψηλός, λιγνός και με πεταχτά αφτιά μεταμορφώθηκε ξαφνικά σε τρόμο και φόβο για τον οποιονδήποτε τολμούσε ν’ ανέβει μαζί του σ’ ένα ρινγκ.
Διαβάστε επίσης...
Ελεύθερος παλαιστής από τα 5 του, ο Τσιμάεφ καλλιέργησε και βελτίωσε το πάθος του για το αγαπημένο του άθλημα περνώντας και από τα ελληνική χέρια του Νικόλαου Καλτσίδη, επί δύο χρόνια προπονητή του στη Σουηδία. Και το ’15, σε μία από τις συνηθισμένες του νύχτες στο εργοστάσιο πουλερικών, κατά τη διάρκεια του 15λεπτου διαλλείματος άνοιξε την τηλεόραση πέφτοντας πάνω στο παιχνίδι για τον παγκόσμιο τίτλο Ufc ανάμεσα στον Άλντο και τον Ιρλανδό Μακ Γκρέγκορ. Κι αυτό ήταν.
«Αυτόν παρακολουθούσα, τον Μακ Γκρέγκορ. Την ταχύτητα με την οποία, σε μόλις 13 δευτερόλεπτα έριξε στο καναβάτσο τον Βραζιλιάνο πρωταθλητή ζίου ζίτσου κατακτώντας τον τίτλο. Και σκέφτηκα, αφού εκείνος ο «κοντοστούπης» (1μ.73) μπορεί και βγάζει τόσα χρήματα, γιατί να μην προσπαθήσω κι εγώ με 1μ.88 ύψος;».
Έκτοτε, έφυγε από τη Βαλτική (και το εργοστάσιο) βρίσκοντας στη Στοκχόλμη καταλληλότερες εγκαταστάσεις και συνθήκες για ν’ ασχοληθεί πλέον επαγγελματικά με το μεγάλο του όνειρο. Προπονείτο 10 ώρες την ημέρα, τις υπόλοιπες έβγαζε το ψωμί του ως μπόντιγκαρντ και σταδιακά με τις νίκες του εξελισσόταν στον πλέον γνωστό παλαιστή της χώρας.
Κατέκτησε το σουηδικό πρωτάθλημα τρεις φορές και έκτοτε αγωνίστηκε 15 φορές σε διάφορες κατηγορίες Mma με το εκπληκτικό ρεκόρ 15 στις 15 νίκες από τις οποίες τις 6 με νοκ άουτ.
Με τα χρόνια απέκτησε το παρατσούκλι «Borz» (ο λύκος από την Τσετσενία), στην οποία και αφιερώνει την κάθε του νίκη προκαλώντας αναπόφευκτα και τον ενθουσιασμό του Ραμζάν Καντίροφ που αφού του έκανε ως γαμήλιο δώρο μία Μερτσέντες, την οποία δυστυχώς διέλυσε σχεδόν αμέσως, σε αυτοκινητικό του ανέθεσε την προσωπική προπόνηση των παιδιών του.
Η σχέση του με τον αμφιλεγόμενο Τσετσένο ηγέτη ωστόσο, του είχε δημιουργήσει ένα σοβαρό πρόβλημα ως προς την απόκτησης βίζας για να επισκεφτεί και ν’ αγωνιστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες. Γραφειοκρατία, που φρόντισε να λύσει με προσωπική του παρέμβαση ο Ντόναλντ Τραμπ το ‘24 όταν επανεξελέγη πρόεδρος. Αν και, παραμένουν συγκεχυμένες πληροφορίες για το εάν, σε συνάντηση με τον Καντίροφ είχε πράγματι δηλώσει «δώσε μου ένα όπλο και άφησέ με να πάω στην Παλαιστίνη να πολεμήσω».
Το βέβαιο είναι πάντως πως, ως επίσημος πλέον υπήκοος των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και μόνιμος κάτοικος του Αμπού Ντάμπι ο Τσιμάεφ κάθε φορά που κερδίζει τυλίγεται σε μία σημαία της Παλαιστίνης επαναλαμβάνοντας συχνά πυκνά, μέσω συνεντεύξεων ότι από τον Οκτώβριο του ’23, έως και τις 15 του περασμένου Ιουλίου έχασαν τη ζωή του 12.211 παιδιά από την Παλαιστίνη και 16 Ισραηλινοί.
Σε καμία περίπτωση δεν είναι η δουλειά μας να πάρουμε την οποιαδήποτε θέση, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για λεπτά, πολιτικά ζητήματα, απλά καταγράφουμε τα λεγόμενα ή τις απόψεις και μίας άλλης πλευράς.